2/6/11

“γιατί έτσι είναι σωστό και ηθικό, να σκοτώνουμε την αγάπη προτού σαπίσει”...



ΠΡΙΓΚΙΠΕΣ ΚΑΙ ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ” του Μιχάλη Γεννάρη. Εκδ. “Ίνδικτος”, σελ. 275, € 20


Εμένα θα με είχαν υπηρέτρια για ν' ανάβω το μαγκάλι. Στο δικό μου παραμύθι, η νονά νεράιδα είναι πάντα με το μέρος του εχθρού”.

Σταχτομπούτα αλλά και Εκάβη, μάγισσα Κασσάνδρα, κόρη της Αδαμαντίας της Δραγάτσαινας, μοδίστρα ξακουστή, κοντράλντα σε σκυλάδικα, τσατσά σε αυτοσχέδιο πορνείο, μετανάστρια στην Αμερική, προστάτις εγκαταλειμμένων αγγέλων, αληθινή κόρη σπουδαίας πανίστριας μάνας που αγωνίζεται και πριν τουφεκιστεί ίσα που προλαβαίνει και της δαγκώνει το πόδι, η Πελαγία με την κουτσή της αρχαία μεγαλοπρέπεια, σε μια διαδρομή που διαρκεί όσο και μια ζωή “Προς Κορινθίους”, ξεδιπλώνει τα τελευταία εξήντα χρόνια της μεταπολεμικής Ελλάδας. Σε μια αφήγηση σγουρή και σφριγηλή, που ξαφνικά ξεσπά σαν χείμαρρος και αρχαίος ποταμός, με βαθιές γλωσσικές ρίζες και χαρακτήρες με αρχετυπικές αναφορές στην Παλαιά Διαθήκη, στην αρχαιότητα, θυμίζοντας έντονα στα εις εξ ων συνετέθη, αρχαίο δράμα.

Ο πρωτοεμφανιζόμενος Μιχάλης Γεννάρης (έχει μόλις το 1981 γεννηθεί), σε έναν μονόλογο όπου τα πάντα χωρεί, ενώνει τα αντίθετα, αναζητά τα όρια του καλού και του καλού, του ηθικού και του ανήθικου, καταλύει τα όρια του χωροχρόνου.

Κωμωδία με κακό τέλος η ζωή”, παρ' όλα αυτά γεμίζει με νεκραναστάσιμες ανάσες όλη την φοβερή διαδρομή, έστω κι αν προσποιείται μιλώντας περί του αντιθέτου:

Σαν τα σκυλιά τα ντόπερμαν που κουταβάκια είναι μια χαρά, όσο μεγαλώνουν όμως τόσο περισφίγγονται τα μυαλά μέσα στο κρανίο και σκάζει ο εγκέφαλος. Αφρίζει τρέλα. Είναι ντροπή που υπάρχουν ακόμη φυλακές. Έκανες έγκλημα; Σκότωσες; Ντάξει. Πες συγγνώμη και άλλαξε βίο και πολιτεία. Απομακρύνσου. Κάνε προσπάθεια. Τί σε μπουζουριάζουν μέσα; Θ' αναστηθεί ο νεκρούλης; Αφού δεν υπάρχει Θεός. Εκεί καταλήξαν οι επιστήμονες. Ούτε Κόλασις και Παράδεισος. Τίποτε δεν υπάρχει. Μόνο σύμπαν και χρόνος. Σχετικότης. Τα πάντα σχετικότης. Φυσικομαθηματικού έπρεπε να γίνω. Αλλά η μάνα δε μ' άφησε να πάω σχολείο. Με ξέγραψε τον μήνα Οκτώβρη του πενήντα έξι. Δούλα με ήθελε. Τσαγκαροκοπέλα...”

Η μαντική “Αν έρθουν τίποτα Κολωνακιώτισσες και γυρέψουν τη Διαμάντω τη Μυτιληνιά που λέει τ' αυγό στο ποτήρι και προφητεύει, θα τρέξεις να μου μιλήσεις. Απέναντι στην Εκάβη είμαι...” και η αδικία της Πελαγίας “Όλος ο κόσμος πεντάμορφος κι η Πελαγίτσα μια τρομερή ασκήμια!”, μέσα από το έρεβος μιας φαινομενικά άτυχης και ζοφερής σε πρώτο πλάνο ζωής, ωστόσο λάμπει.

Οι Μυκηναίοι πρίγκιπες, Πάρις, Πάτροκλος και Αχιλλέας που λούζονται στη φτωχική αυλή, το σπίτι της οδού Δελφών που ενώνει και χωρίζει τα πάντα, οι δολοφόνοι Πρίγκιπες Λουκάς, Βαλεντίνο και ο βουβός Τζούλης ο μόνος που αξιώνεται σε βάθος το ένοχο μυστικό, ενώνουν τον παρόντα με τον αρχαίο χρόνο δίχως κουβέντα.

Η Αδαμαντία με το τραγούδι που της καίει τα σωθικά αλλά που ωστόσο αρνείται, δεν το πουλά... “Αυτό ήταν. Τέλειωσε το τραγούδι. Στρίψε! Πάρε τη σουρντίνα και τράβα. Και μη ξαναδώ γύφτικα κλαρίνα στις αυλές μου! Κι όσο για τους δίσκους των στροφών, τις πλάκες που φτιάχνουν στα υπόγεια οι τεχνολόγοι, όποιος κατέχει χρήματα, αμέσως αποκτά δικαίωμα στο τραγούδι. Και μπορεί μυριάδες φορές να επαναλάβει το άκουσμα. Να πτωχύνει το τραγούδι η άφρονη επανάληψη, μέχρι να σιχαθείς αυτό που πρώτα αγαπούσες και να βαρεθείς, κι ύστερα δεύτερο να ψάξεις για να γλυκαθείς και τρίτο για να ξαναβαρεθείς, κι άλλο μετά ν' αναζητήσεις, τέταρτο και πέμπτο κι έκτο κι έβδομο και ξανά τα ίδια ξεδιάντροπα εις τον αιώνα των αιώνων! Και ποτέ δεν θα κατασταλάξεις στην αγάπη, εσύ που αναζητείς ανεπανάληπτη ηδονή, κι όλο να απαιτείς καινούργια ικανοποίηση και θα πληρώνεις χιλιάρικα πολλά για να επαναλαμβάνεις ασταμάτητα την άσωτη πράξη...”

Η Πελαγία που όλα τα είδε, αξιώθηκε να τα δει και γι' αυτό και αναποδογυρίζει τα πάντα... “Για ν' αδράξεις πράγμα ξένο κι αλλότριο, σημαίνει πως είσαι καθαρός και γνωρίζεις τη σοφία του κόσμου. Όλοι ένα πράγμα καθολικό είμαστε. Μια ουσία αδιαίρετη, ποιος ο λόγος της ιδιοκτησίας και των περιφραγμένων αγρών;”

Η ζωή που δεν ξέρουμε κι ωστόσο αποτελεί την δύναμή μας την ταπεινή... “Νυχτιάτικη ζωή ζήσαμε και με την ίδια ταπεινή σύλληψη θ' αναχωρήσουμε. Τότε που γλεντούσαμε στην αυλή των Πριαμιδών. Ξέγνοιαστοι. Απροετοίμαστοι για τα φριχτά δεινά που θα επακολουθήσουν”.

Η αγάπη “γιατί έτσι είναι σωστό και ηθικό, να σκοτώνουμε την αγάπη προτού σαπίσει!” και η αρχαία οργή “ένας πόλεμος ο άνθρωπος, μάχη με τον εχθρό που υπερυψούται απειλητικός και αχανής”, η άφεση και το έλεος στα φτερωτά λόγια της ετοιμοθάνατης “Μη θλίβεστε! Ερχόμαστε και φεύγουμε”... συνθέτουν το ολοφώτεινο, ολόμαυρο τραγούδι της όντως ζωής. Καταλύοντας προηγουμένως τα όποια σύνορα, γλωσσικά, χρονικά, ηθικά, κάνοντας την ανθρώπινη διαδρομή από τα Κτελ Κηφισού, την “Προς Κορινθίους” διαδρομή, και την πεπτωκυία αμαρτωλή μας φύση, “λιτανεία”, που μπορεί να αλλάζει πρόσωπα αλλά που ωστόσο παραμένει ίδια και απαράλλαχτη για τα ανθρώπινα, σε ένα βιβλίο ορθάνοιχτο στο ενδεχόμενο σαν αυτή καθ΄ εαυτή την ζωή, το οποίο ουσιαστικά ούτε αρχίζει ούτε τελειώνει...

Ακριβό γλωσσικό εργόχειρο ζωής που διαβάζεται όπως και γράφτηκε: με αχειροποίητη σχεδόν ανάσα που διαρκεί... Ένα βιβλίο που σίγουρα το άξιζε και με το παραπάνω το όποιο βραβείο.


ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ-

ΕΡΓΑ ΤΟΥ:

Ο Μιχάλης Γεννάρης γεννήθηκε το 1981 στην Αθήνα.

Το “Πρίγκιπες και Δολοφόνοι” είναι το πρώτο του μυθιστόρημα.

Βραβεύτηκε με το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα 2011 του περιοδικού “Διαβάζω”.