17/6/11

Το κάτοπτρο και το πρόσωπο

Εγώ είμαι το κάτοπτρο και το πρόσωπο

που καθρεφτίζεται πάνω του.

Εγώ είμαι το τραγούδι

κι ο ίδιος ο τραγουδιστής.

Εγώ είμαι η αρρώστια

και η γιατριά της.

Εγώ το καθαρό νερό και το ξεχειλισμένο κύπελλο”.


Κάποια στιγμή στη ζωή τους, θα διαβάσουν Ρουμί.

Θρησκευτικό θα τον βρει η μία, ερωτικό και παθιασμένο, αλλόκοτο η άλλη, με αποστροφή.

Επέλεξαν τ' άκρα. Κι όλα, άκρα τούς μοιάζουν. Αλλιώτικα, ξεκάθαρα, διαχωρισμένα, σαφή.

Κλείστηκαν εκεί μέσα κι έτσι πορεύτηκαν. Από επιλογή, είπαν, για μια ζωή.

Όμως αυτό τον Δεκαπενταύγουστο κάτι δεν τους ταιριάζει. Ανάσα, ματιά, καρδιά, λειψή.

Ούτε που ξέρω αν υπάρχουνε δυο κόσμοι.

Το μόνο που γνωρίζω εγώ είναι ο Ένας.

Έναν μονάχα αναζητώ

Έναν μονάχα ξέρω

Έναν μονάχα βρίσκω

Και εξυμνώ Έναν”...

Έναν καταριέμαι, από μέσα μου, κάθε μεσημέρι και κάθε πρωί.

Τα βράδια, μια φωνή έρχεται μέσ' στον ύπνο τους από το πουθενά και όλα τα σαρώνει:

Ήμουν τρελός κι αγριεμένος

Μου είπε: “Σε θέλω ήρεμο”.

Ηρέμησα.

Μου είπε: “Σε θέλω τρελό κι αγριεμένο”//

Περιπλανιόμουνα εδώ κι εκεί

Μου είπε: “Σε θέλω ακίνητο”.

Έμεινα ακίνητος.

Μου είπε: “Σε θέλω περιπλανώμενο”.


Βυθίζονται σε μια ήσυχη, ακίνητη, ακατανόητα αγριεμένη ζωή, επιλογή.


Αλλά δεν κράτησα ημερολόγιο από κείνο τον καιρό...”


Ποτέ της δεν κρατούσε ημερολόγιο πριν απ' αυτό...


ΥΓ. Όμορφες μέρες. Λαμπίκο. Το πρόσωπο και το κάτοπτρο, ένα. Κι ίσως βρεθεί το πρόσωπο.