23/3/09

Αιωνία Επιστροφή...


«ΣΤΟ CAFΕ ΤΗΣ ΧΑΜΕΝΗΣ ΝΙΟΤΗΣ» του Πατρίκ Μοντιανό, Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης, Εκδ. «Πόλις», σελ. 151, τιμή: 16 ευρώ.

«Προσπαθούμε να δημιουργήσουμε δεσμούς… καταλαβαίνετε…»
«Ασφαλώς και καταλάβαινα. Σ’ αυτή τη ζωή που καμιά φορά μας φαίνεται σαν χερσότοπος χωρίς κατευθυντήριες πινακίδες, ανάμεσα σ’ όλες αυτές τις γραμμές φυγής και τους χαμένους ορίζοντες, πολύ θα θέλαμε να βρούμε σημεία αναφοράς, να καταστρώσουμε κάτι σαν κτηματολόγιο, για να μην αρμενίζουμε ακυβέρνητοι»…
Ενδεχομένως «για να μην αρμενίζει ακυβέρνητη» η Ζακλίν Ντελάνκ ή Λουκί, η Ζακλίν του Κενού, έγινε ένα φεγγάρι η Ζακλίν σύζυγος του Ζαν- Πιέρ Σουρό, η Λουκί του cafe Conde, του cafι της χαμένης τους νιότης. Στο ατμοσφαιρικό και κομψό αριστούργημα του Πατρίκ Μοντανό, που διαδραματίζεται στο Παρίσι, τη δεκαετία του ’60.
Μια γοητευτική, αινιγματική, νεαρή -διαρκώς -«φεύγουσα»- γυναίκα, εξαφανίζεται. Στο cafe που συχνάζει σαν πολυφορεμένο ρούχο έχει ξεχάσει μόνο το ψευδώνυμο, ουδείς γνωρίζει. Μονάχα εκείνος ο ιδιωτικός ντετέκτιβ ο οποίος γι’ αψυχολόγητους λόγους, παραβαίνει τις συζυγικές εντολές, και την προστατεύει. Αλλά και ο σύζυγος, αυτός κι αν φαίνεται, παρά το πάθος που της έχει, να την αγνοεί. Οι οικείοι μας ξένοι.
Ο συγγραφέας σκιαγραφεί το σαγηνευτικό, κατακερματισμένο πορτραίτο της ηρωίδας βασιζόμενος στις αφηγήσεις αυτών «των οικείων ξένων», δηλαδή, μιλούν αντ’ αυτής, ο ιδιωτικός ντετέκτιβ, ο σύζυγος, ένας φοιτητής και ένας εκκολαπτόμενος μυθιστοριογράφος. Ενώ σε μερικά ασπρόμαυρα πλάνα, μας χαρίζεται κάπως κι αυτή.
Ο αναγνώστης θα την παρακολουθήσει να στέκει μόνη της στο cafe εν μέσω των άλλων, να περπατά στους δρόμους του Παρισιού, ανήλικη να αλητεύει, ενήλικη να παντρεύεται σχεδόν εν μία νυχτί και να παρακολουθεί συνεδρίες για την «Αιωνία Επιστροφή». Θα την ακολουθήσει να χάνεται ή έστω να κινδυνεύει να χαθεί, θα ελπίσει ότι ίσως να βρήκε ένα χέρι ή έστω μια άκρη, στο πρόσωπο του Ρολάν:
«Φτάσαμε στην Πλατεία Εγκλίζ, μπροστά από το σταθμό του μετρό. Κι εκεί, τώρα που δεν έχω να χάσω τίποτα, μπορώ να το πω: ένιωσα, για μοναδική φορά στη ζωή μου, τι είναι η Αιωνία Επιστροφή. Μέχρι τότε, προσπαθούσα να διαβάσω κείμενα σχετικά με το θέμα. Ήμουν λίγο πριν κατέβουμε τη σκάλα του σταθμού του μετρό Εγκλίζ- Οτέιγ. Γιατί σ’ αυτό το μέρος; Δεν έχω ιδέα, ούτε έχει σημασία. Έμεινα ακίνητος για μια στιγμή και της έσφιξα το μπράτσο. Ήμαστε εκεί, μαζί, στην ίδια θέση, προ αμνημονεύτων χρόνων, και τη βόλτα μας στο Οτέιγ την είχαμε ήδη κάνει σε χιλιάδες προηγούμενες ζωές μας. Δεν χρειαζόταν να κοιτάξω το ρολόι μου. Ήξερα ότι ήταν μεσημέρι».
Αλλά αυτή η συνάντηση δεν της αρκεί γι’ αυτήν εδώ τη ζωή.
Και ο Ρολάν, χαρτογραφώντας τις «ουδέτερες ζώνες» όπου επιζούσαν τρόπον τινά στο κενό, κυριολεκτικά έξω από τη ζωή (ή και μπορεί εκτός πραγματικότητας), σχεδιάζοντας πώς θα έφευγαν, Μαγιόρκα ίσως ή Μεξικό «στην ΚΑΡΔΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ, εκεί όπου ο χρόνος σταματά, και τα ρολόγια δείχνουν πάντα την ίδια ώρα: μεσημέρι», δεν θα προλάβει τελικά.
Θα παραμείνει στις «ουδέτερες ζώνες» να τις περνοδιαβαίνει πάλι και πάλι μέχρι να συναντήσει ξανά τον Γκι ντε Βερ ο οποίος με τον τρόπο του, της είχε κι εκείνος υποταχθεί: «Όταν αγαπάς αληθινά κάποιον, πρέπει να δέχεσαι και το μυστήριό του… Γι’ αυτό τον αγαπάμε, άλλωστε… Ε, Ρολάν;»
Γι’ αυτό και οι πάντες ωθούν προς τα ‘κεί: Ξεδιαλύοντας το μυστήριο της Λουκί, να το περιπλέκουν.
Το βοηθούσε και η Ζακλίν Ντελάνκ ή Λουκί που, από έφηβη είχε μάθει τόσο αριστοτεχνικά να χάνεται στους δρόμους και να δραπετεύει, μέχρι που το κατόρθωσε τελικά, να γίνει η Ζακλίν του Κενού.
Κι όσοι έμειναν πίσω, θα πρέπει πια να μάθουν να ζουν με εκείνο που άφησε, ένα εκτυφλωτικό λευκό κενό που άλλοτε τυφλώνει κι άλλοτε παρηγορεί, όπως συμβαίνει σ’ εκείνους απ’ τη ζωή των οποίων πέρασε ένα τέτοιο εκτυφλωτικό λευκό φως.
Το πορτρέτο μιας γυναίκας που είναι και η αφαιρετική, αλληγορική, τοιχογραφίας μιας εποχής. Μια ιστορία έρωτα και μοναξιάς που είναι στη βάση της, υπαρξιακή. Και οι χαρακτήρες, με αδρές πινελιές, σχεδόν τοξικοί. Η αφήγηση, γεμάτη αμφισημίες, επιστρέφοντας αντικρίζεις το παλίμψιστο μιας αινιγματικής, μοναχικής, σαγηνευτικής ζωής. Στις φωτοσκιάζεις του συγγραφέα κρίνεται (και κρύβεται) το όλον. Η ζωή μιας γυναίκας αλλά και η- χαμένη- μας- νιότη- ζωή.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ-
ΕΡΓΑ ΤΟΥ:
Ο Πατρίκ Μοντιανό γεννήθηκε το 1945 στο Boulogne- Billancourt.
Από το 1967 ασχολείται επαγγελματικά με το γράψιμο.
Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Γάλλους συγγραφείς.
Έχει τιμηθεί με το Μεγάλο Βραβείο Μυθιστορήματος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1972, με το βραβείο Goncourt το 1976, με το βραβείο του Ιδρύματος Pierre de Monaco το 1984 και με το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας Paul Morand, για το σύνολο του έργου του, το 2000.
Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα βιβλία του:
«Η μικρή Μπιζού» (Πόλις), «Ηταν όλοι τους τόσο καλά παιδιά» (Πόλις),
«Νυχτερινό ατύχημα» (Πόλις), «Οδός σκοτεινών μαγαζιών» (Κέδρος),
«Κυριακές του Αυγούστου» (Καστανιώτης),
«Ντόρα Μπρούκνερ» (Πατάκης), «Η χαμένη γειτονιά» (Χατζηνικολή),
«Άνθη ερειπίων» (Οδυσσέας) και «Το άρωμα της Υβόννης» (Λιβάνης).
Έχει γράψει τα σενάρια για τις ταινίες του Λουί Μαλ «Lacombe Lucien» και του Ζ.Π. Ραπενώ «Γοητευτικοί ταξιδιώτες».
Άλλα έργα του: «La Place de l’ etoile», «Vestiaire de l’ enfance», «Voyage de noces», «Un inconnues», «Paris tendresse» (με φωτογραφίες του Brassai), «Un pedigree».





Moha

Υ.Γ. Αγώνας δρόμου. 5' λεπτά πριν κλείσω τον υπολογιστή η αγαπημένη μου Alef, ανεβάζει post... Μετά θα λέει ότι δεν την αγαπάω...!!