15/10/07

Κάθε ζαριά καταλύει το τυχαίο!

ΜΑΡΙΑ ΜΗΤΣΟΡΑ, μια φίλη απ’ τα παλιά

«Τα πιο αποκαλυπτικά ταξίδια τα έχω κάνει μέσα σε ανθρώπους», ισχυρίζεται. Αλλά η χάρη της έχει φτάσει από τον Πολικό Κύκλο έως την Αιτή. Κι απ’ το Πεκίνο μέχρι τη Νικαράγουα των Σαντινίστας, τον Ορινόκο και τη Σάντα Φε ντε Μποκοτά. Το γράψιμο είναι και δεν είναι γι’ αυτήν επιλογή. Την παίρνουν «οι άνεμοι ενός άγνωστου ωκεανού», γράφοντας.
Εχει την αίσθηση ότι «είμαστε σαν τα αγάλματα, φτιαγμένα από νερό. Πάντα οι ίδιοι και πάντα άλλοι». Κι έτσι είναι η ίδια. Η ζωή και η γραφή της. Η Μαρία Μήτσορα, μύθος της εφηβείας μου και μια από τις σημαντικότερες ελληνίδες συγγραφείς που επιστρέφει. Ατμοσφαιρική, ποιητική, μαγική και μαγεμένη, ταυτοχρόνως. Επαναστατική και άφθαρτη μέσα στο χρόνο. Αφάνταστα αισιόδοξη, μεσ’ στο ολοκαίνουργιό της βιβλίο που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Πατάκη». «Καλός Καιρός/ Μετακίνηση».
Ο καλύτερος καιρός, για τη Μαρία Μήτσορα.
Την θυμάμαι σα να ‘ναι τώρα έτσι πως έβγαινε παράξενη και αγέρωχη από το σπίτι της, στη Δημοχάρους τότε. Η γάτα της μονίμως σε φλερτ με τον Ερρίκο του «Αντί».
Συναντηθήκαμε… έχει καμιά σημασία πόσα χρόνια μετά; Στη Δεινοκράτους, τώρα. Στα μαύρα και τώρα, εδώ κι αλλού. Με τις λέξεις να κάνουν ταχυδακτυλουργικά κόλπα στα χέρια και το βλέμμα στραμμένο εκεί όπου το δικό μας, ενδεχομένως και να μη φτάσει ποτέ.
«Η αύρα σου μου λέει ότι θα έρθει η στιγμή που θα ανοίξει και πάλι ο καιρός και οι δρόμοι και οι φράσεις, πως θα βρεθεί η λέξη- κλειδί, που έρχεται, που προστάζει, που αποσαφηνίζει, και θα κάνει να υπάρξει κι άλλο καλοκαίρι.
Δε θα πεθάνουμε ούτε από κρύο ούτε από μοναξιά ούτε από τις καταστροφές του πολέμου αλλά ούτε και από ασάφεια». Υπόσχεται. Για περισσότερα, βέβαια, στην κουβέντα μας και στις σελίδες…

- «Αν το αιτούμενο είναι να σου αποκαλυφθεί το πραγματικό σου πρόσωπο, πρέπει να είσαι έτοιμος να παίξεις οτιδήποτε». Ζωή και ασφάλεια να υποθέσουμε, δεν βαδίζουν χέρι- χέρι…

- Ας μη μιλάμε για ασφάλεια. Ας μιλήσουμε για τα ελλείμματα που κινούν την ανθρώπινη ιστορία. Εχουμε ανασφάλεια όταν εγκλωβιστούμε σε ένα έλλειμμα. Διαφορετικά ένα έλλειμμα είναι πρόκληση.

- Γράφοντας, «είσαι έτοιμος να παίξεις οτιδήποτε»;

- Όχι, υποχρεωτικά. Άλλοι παίζουν επειδή η ίδια η δυναμική του παιχνιδιού τους εκπληρώνει. Άλλοι, επειδή η ζωή τους είναι αδιανόητη χωρίς τα ωφέλιμα του παιχνιδιού. Ποντάρουμε οτιδήποτε, στην περίπτωση που το παιχνίδι έχει γίνει ζήτημα ζωής ή θανάτου.

- Και δομικά ολόκληρο το βιβλίο είναι ένας έρωτας ζαριά- ζαριά. Δεδομένου του γεγονότος ότι «κάθε ζαριά καταλύει το Τυχαίο», κυρία Μήτσορα, έχετε γράψει για ένα μοιραίο έρωτα;

Στο «Καλός καιρός/ Μετακίνηση> γράφω για έναν έρωτα που είναι πλήρης. Κανένας έρωτας δεν περιγράφεται και δεν καταγράφεται ως μοιραίος εάν δεν περιέχει την καταστροφή τουλάχιστον του ενός. Έγραψα για έναν έρωτα που είναι το αναπόδραστο ενδεχόμενο της ζωής δύο ανθρώπων, που μέχρι πριν από λίγο δεν συνέκλιναν.

- Είναι ο έρωτας «Περιπέτεια της ψυχής»; Και σ’ έναν έρωτα μπαίνουμε αθέλητα ή ηθελημένα;

- Φυσικά ο έρωτας, αυτός ο αυτοδίδακτος σοφιστής σε οδηγεί σε περιπέτεια της ψυχής. Εσύ, διαλέγεις τις μάσκες σου, παίζεις τις ταυτίσεις του.

- «Την αγαπούσε κιόλας και τη χρειαζόταν, γι’ αυτό θα την έβρισκε». Ο,τι επιθυμούμε, βρίσκουμε;

- Δεν πιστεύω ότι βρίσκουμε όλα όσα επιθυμούμε. Αν είμαστε τυχεροί, βρίσκουμε ένα μεγάλο μέρος τους. Αν σε μια οποιαδήποτε φάση της ανθρώπινης εξέλιξης, εκπληρωνόταν απόλυτα η Επιθυμία, θα σταματούσε ίσως και να υπάρχει ζωή. Γιατί η ζωή είναι εξέλιξη, μέσα από προκλήσεις που υπάρχουν ανάμεσα στον άνθρωπο και στον προορισμό του. Προορισμός του ανθρώπου δεν είναι μόνο το θέλω του.

- «Ποτέ δε σου γράφω για να σκοτώσω το χρόνο, αλλά για να τον κάνω πολύτιμο». Εσείς γιατί γράφετε, κυρία Μήτσορα;

- Σίγουρα γράφω προσπαθώντας να σκοτώσω τον Χρόνο. Τουλάχιστον να τον νικήσω, μέσα στα μέτρα των δυνατοτήτων μου. Σίγουρα γράφοντας μετατρέπω τον χρόνο σε κάτι ουσιωδέστερο, κατ’ αυτήν την έννοια και πολύτιμο.

- Τι έχει αλλάξει και τι έχει παραμείνει όμοιο και απαράλλαχτο από τα διηγήματα «Αννα, να ένα άλλο» μέχρι το μυθιστόρημα «Καλός καιρός/ μετακίνηση»;

- Υπάρχει πάντα η περιήγηση στο εσωτερικό και στο εξωτερικό τοπίο. Στο «Καλός καιρός/ Μετακίνηση» όμως η πόλη εμφανίζεται διαλυμένη, πολιορκημένη θα έλεγα, από το 3ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο κοινωνικός ιστός είναι σαθρός, το μόνο που κρατάει τα πράγματα σε στέρεη σχέση, είναι η αγάπη και ο έρωτας. Οι χαρακτήρες των προηγούμενων βιβλίων, ήταν τέτοιοι, που μιλούσαν για το ανθρώπινη περιβάλλον της πόλης, σαν ό,τι τελικά και υπερθετικά θα εξελιχθεί στο «Καλός καιρός/ Μετακίνηση».

- Υπάρχει έμμονη ιδέα γραφής; Ξέρετε, αυτό που λέμε ένα βιβλίο γράφουμε για μια ζωή, έναν πίνακα ζωγραφίζουμε, μια μουσική σύνθεση πασχίζουμε να ολοκληρώσουμε… εσείς έχετε εμμονές; Είναι αδιακρισία να ρωτήσουμε ποιες είναι;

- Η πόλη είναι το δοχείο των πιθανοτήτων. Έχω μια εμμονή με το εξωτερικό και εσωτερικό τοπίο, σαν κάτι που περιέχει πιθανότητες.

- Αλήθεια, πώς θα χαρακτηρίζατε το καινούργιο σας μυθιστόρημα; Ερωτική ιστορία; Υπαρξιακή; Μια ιστορία αυτογνωσίας…

- Είναι ένα ερωτικό μυθιστόρημα και συγχρόνως μια αλληγορία για την νίκη της ζωής πάνω στον θάνατο. Αλληγορία για την ζωή της πόλης, όπως αυτή στις μέρες μας, περνάει σε μια φάση προθανάτιου ρόγχου απ’ τον εγκλωβισμό των πιθανοτήτων.

- Ο έρωτας εκτός από περιπέτεια ζωής, είναι αυτογνωσία;

- Είναι αυτογνωσία. Η γνώση που έχει ο άνθρωπος σχετικά με τον εαυτό του, αφορά και τις δυνάμεις που διαθέτει. Ανάμεσα στα στάδια, ανάμεσα στους μετασχηματισμούς, συνειδητοποιεί αυτήν ακριβώς την δύναμή του.

- Το άλλο μισό μας- πιστεύετε, υπάρχει κυρία Μήτσορα; Και εν τοιαύτη περιπτώσει μια φορά αγαπάμε έτσι δυνατά στη ζωή μας; Αν και οι εραστές του βιβλίου σας αγαπήθηκαν δυνατά και πολύ και σε άλλες ζωές. Πιστεύετε ότι είναι καρμικές κάποιες σχέσεις; («Εχουμε αγαπηθεί με τόσους τρόπους, που μόνο προσωρινά τους ξεχάσαμε, από τότε που για ένα λόγο ανεξήγητο υποχρεωθήκαμε ν’ αλλάξουμε πρόσωπα και σώματα, ονόματα και τόπους»)

- Αυτό είναι ένα τεράστιο φιλοσοφικό ζήτημα. Η κοινωνία κάνει αναγκαιότητα την αναζήτηση και την εύρεση του άλλου μισού. Αυτό όμως που είναι κοινωνικά συμφωνημένο ως ωφέλιμο, σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι εξαντλεί τις ανθρώπινες δυνατότητες, ούτε ότι προσδιορίζει την ανθρώπινη μονάδα. Εδώ μπαίνει και η φαντασία. Το κάρμα, αν υπάρχει, για μένα σαν έννοια λειτουργεί καθησυχαστικά. Για άλλους λειτουργεί ανησυχητικά.

- Κι αν δεν είμαστε διαθέσιμοι; Υπάρχει περίπτωση να περάσει το άλλο μισό μας και να μην το πάρουμε είδηση; («Να σε θυσιάσω γιατί φοβάμαι το θαύμα όσο και το θάνατο»)

- Αυτό έχει σχέση, με την εσωτερική αφή, με την εσωτερική όραση.

- «Ηθος ανθρώπου δαίμων, ο χαρακτήρας είναι η μοίρα, αυτό ισχύει για όλους». Είναι αδιακρισία να σας ρωτήσουμε να μας πείτε κάποιες φορές που ο χαρακτήρας σας έχει πάρει διαστάσεις μοιραίες;

- «Ηθος Ανθρώπου Δαίμων». Έχω κι εγώ, όπως όλοι, μια μοιραία σχέση με τον εαυτό μου.

- Το γράψιμο έχει να κάνει με τον χαρακτήρα μας; Και κατά πόσο παίζει ρόλο η επιλογή;

- Κατ’ αρχήν οι επιλογές δεν είναι το μόνο που περιγράφει τον χαρακτήρα μας. Μπορεί να ζούμε μια πολύ απλή ζωή και να έχουμε μια πολύ άγρια φαντασία. Σίγουρα όμως από τις επιλογές που κάνουμε γράφοντας διαφαίνονται στοιχεία του χαρακτήρα μας.
Το χάρισμα του γραψίματος απαντά σ’ ένα κάλεσμα από το άγνωστο. Γράφοντας τυχαίνει να αισθάνομαι ότι με παίρνουν οι άνεμοι ενός άγνωστου ωκεανού. Π.χ. το τελευταίο κεφάλαιο του «Καλός Καιρός/ Μετακίνηση», το έγραψα σχεδόν καθ’ υπαγόρευση, από έναν άλλο, άγνωστο εαυτό μου.

- «Ζαριά/ Το αξίωμα της επιλογής». Η ζωή μας έχει νομοτελειακές διαστάσεις;

- Είμαστε εγκλωβισμένοι στην κοινωνική σύμβαση της υπάρξεώς μας. Όπως λέει και ο Εμπειρίκος, στο «σεσημασμένο δέρας» της υπάρξεώς μας.

- «Ζαριά/ Ο Μαγικός Κύκλος». Εσείς έχετε βρεθεί σε τέτοιους μαγικούς τόπους; Αλήθεια ποια η σημασία του τόπου στην ιστορία;

- Κάθε τόπος έχει και μια μαγική διάσταση. Είναι πάλι θέμα εσωτερικής όρασης. Όλοι έχουμε νοιώσει στην μέση του πουθενά.

- Του χρόνου; Ο σωστός χρόνος κατά πόσο καθορίζει ανθρώπους και σχέσεις;

- Πρέπει να αφηνόμαστε στην εξέλιξη που φέρνει ο Χρόνος και όχι να αντιστεκόμαστε, ακόμα και αν είναι καταλυτικός.

- «Ηταν ο μόνος που αναγνώρισε την κρυμμένη Έλλη». Γινόμαστε άλλοι ανάλογα με τον απέναντι;

- Υπάρχουν άνθρωποι που απελευθερώνουν άγνωστες δυνάμεις μέσα μας. Μ’ αυτή την έννοια υπάρχουν και μοιραίες συναντήσεις.

- Έχετε πάει στη κινέζικη πόλη Γου Φέι; Τι είναι για σας τα ταξίδια; Μετά από ένα ταξίδι επιστρέφετε αλλιώς; Ποιο ήταν για σας το πιο αποκαλυπτικό σας ταξίδι;

- Τα πιο αποκαλυπτικά ταξίδια τα έχω κάνει μέσα σε ανθρώπους.

- «Υπάρχει μια κατηγορία δώρων που δεν μπορούμε να κάνουμε στον εαυτό μας. Πρέπει να τα χαρίσουμε σε κάποιον άλλο, για να τα παραλάβουμε από αυτόν». Να επιμείνουμε λίγο σ’ αυτά τα δώρα; Είναι κι αυτό το «τελικά, ό,τι δίνεις έχεις, ό,τι κρατάς το χάνεις».

- Στον έρωτα χαρίζουμε αυτό που δεν έχουμε, για να μας το επιστρέψει ο άλλος μετουσιωμένο. Συγχρόνως, όμως, είμαστε πάντα υπεύθυνοι γι’ αυτούς που θα μας αγάπησαν, όπως λέει και ο Eluard. Ένα βιβλίο που φωτίζει πτυχές του εαυτού μας, ναι, είναι ένα δώρο.

- «Όταν σε φτάσω και καταφέρω να σε αγγίξω πραγματικά, τότε μόνο θα συμβεί αυτό που θα με μεταμορφώσει». Εκτός από τον έρωτα, μια ιστορία μπορεί να μας μεταμορφώσει;

- Έχω συχνά την αίσθηση, ότι είμαστε σαν αγάλματα, φτιαγμένα από νερό. Πάντα οι ίδιοι και πάντα άλλοι.

- Αλήθεια, όταν δεν γράφετε, εσείς, που βρίσκεστε; Να πούμε πώς είναι η τελετουργία γραφής για να βγουν, τελικά, αυτές οι ατμοσφαιρικές, μαγικές ιστορίες;

- Όταν δεν γράφω, είμαι για τον εαυτό μου μια Χαλιμά, που διηγούμαι ιστορίες. Γι’ αυτό ποτέ δεν πλήττω. Άλλοτε πάλι, χάνομαι μέσα στους άλλους απορροφώντας, το φως τους, τις χειρονομίες τους, ψυχικές και υλικές, όλα αυτά που κάποτε μπορεί να αποτυπώσω σ’ έναν απ’ τους ήρωές μου. Είμαι γενικά πολύ αφηρημένη.

- Την αγαπάτε την Αθήνα, έτσι δεν είναι; Κανείς άλλος δεν έχει γράψει τόσο ποιητικά για την Αθήνα…

- Η ερώτησή σας έπρεπε να είναι, Αν αγαπώ την Αθήνα; Με την Αθήνα είμαι δεμένη, με την Αθηναική της διάλεκτο, αλλά και με τον τρόπο που είναι κάποιοι δεμένοι με τον τόπο του εγκλήματος.

- «Η περίληψη του κόσμου» θα ήταν άλλη σήμερα;

- «Η Περίληψη του κόσμου» σήμερα, χρειάζεται περισσότερη ελπίδα και αντίσταση. Χρειάζεται επίσης περισσότερη τρυφερότητα για την απώλεια της Φύσης. Ας μην ξεχνάμε, ότι έχει έρθει εν τω μεταξύ το μεταμοντέρνο που όλα τα θρυμματίζει και όλα τα συγχωνεύει για να τα ανακυκλώσει.
Τώρα τα πράγματα είναι λιγότερο απρόβλεπτα. Υπερισχύει συνεχώς ο νέος ορισμός της δημοκρατίας. Όλο και περισσότεροι να συμμετέχουν στην κατανάλωση και όλο και λιγότεροι στην δημιουργία. Χρειάζεται αντίσταση.
Βασιλεύει η προτίμηση για το εύπεπτο.
Ακόμα και το δικό μου τελευταίο βιβλίο διαβάζεται πιο εύκολα. Αφομοιώνω κι εγώ τον καιρό στον οποίο ζω και επιμένω στην Ελπίδα. Σα μια προσευχή γι’ αυτόν τον 3ο Παγκόσμιο Πόλεμο που βρίσκεται ήδη μέσα στον τρόπο της σκέψης μας.

ΥΓ. Ζορίστηκα να βάλω τίτλο, πολλοί με βασάνιζαν. Όπως:
«Την αγαπούσε κιόλας και τη χρειαζόταν, γι’ αυτό θα την έβρισκε» ή
«Ποτέ δεν σου γράφω προσπαθώντας να σκοτώσω τον χρόνο, αλλά για να τον κάνω πολύτιμο».
Ακόμα
«Στον έρωτα χαρίζουμε αυτό που δεν έχουμε, για να μας το επιστρέψει ο άλλος μετουσιωμένο».
Αλλά και
«Τα πιο αποκαλυπτικά ταξίδια τα έχω κάνει μέσα σε ανθρώπους»,
«Έχω συχνά την αίσθηση, ότι είμαστε σαν αγάλματα, φτιαγμένα από νερό. Πάντα οι ίδιοι και πάντα άλλοι».
Θα ήταν υπερβολή να σας ζητούσα να επιλέξετε εσείς τίτλο; Τον τίτλο που ΕΣΕΙΣ θα θέλατε ή θα βάζατε σ’ αυτή τη συνέντευξη; Απ’ όσους προτείνω αλλά και απ’ εκείνους που δεν έχω ποτέ φανταστεί.
Αφιερωμένο σε όλους σας.
Ακολουθεί κείμενο για το βιβλίο της Μαρίας «Άννα να ένα άλλο» που επανεκδόθηκε φέτος από τον «Πατάκη». Το πρώτο βιβλίο της και το έσχατο.


Γράφεις μ’ αυτά που είσαι, γράφεις αυτό που είσαι!

«ΆΝΝΑ, ΝΑ ΕΝΑ ΆΛΛΟ» της Μαρίας Μήτσορα, Εκδ. «Πατάκη», σελ. 176, τιμή: 11 ευρώ.
«Η Αδριανή ήτανε από αυτούς που πιστεύουνε στην αποκάλυψη, πως κάποτε σκίζονται οι μαύρες μεμβράνες και χωρίς φόβο ο κόσμος σκάει μύτη φρεσκοκομμένος στο τρυφερότερο σχήμα του».
Δεν είναι μόνον η Αδριανή που το πιστεύει αλλά κι εκείνη που εμπνεύστηκε την Αδριανή. Για να της χαρίσει ό,τι περισσότερο πιστεύει και, επειδή ακριβώς το πιστεύει, το επιτυγχάνει μια ζωή.
Πέρυσι που κυκλοφόρησε από τον «Πατάκη» το καινούργιο μυθιστόρημα της Μαρίας Μήτσορα «Καλός καιρός/ Μετακίνηση» αμέσως φάνηκε το πόσο έλειψε ο μαγικός ποιητικός της λόγος από το αναγνωστικό κοινό. Κι εκείνη λες και το ήξερε: επέστρεψε με ένα αφάνταστα «φωτεινό» μυθιστόρημα, εντελώς ανοιχτό στο ενδεχόμενο, με μια ιστορία σαν ζωή. Ένα ερωτικό μυθιστόρημα και συγχρόνως μια αλληγορία για τη νίκη της ζωής πάνω στο θάνατο. «Αλληγορία για τη ζωή της πόλης, όπως αυτή στις μέρες μας, περνάει σε μια φάση προθανάτιου ρόγχου απ’ τον εγκλωβισμό των πιθανοτήτων», όπως σε συνέντευξή μας είχε αποδεχθεί. «Η πόλη είναι το δοχείο των πιθανοτήτων. Έχω μια εμμονή με το εξωτερικό και εσωτερικό τοπίο, σαν κάτι που περιέχει πιθανότητες», είχε παραδεχθεί.
Αυτές τις μέρες, από τις ίδιες εκδόσεις (Πατάκη) επανακυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο: «Άννα, να ένα άλλο», μια συλλογή με διηγήματα με την οποία είχε μπει το 1978 στη ζωή μας (εκδόσεις «Ακμων» τότε) με τρόπο θριαμβευτικό.
Ξαναδιαβάζοντας το βιβλίο (στη νέα, αναθεωρημένη έκδοση), συνειδητοποίησα για ακόμα μια φορά, πως ό,τι έχουμε να πούμε, το λέμε με την μία, από την πρώτη- πρώτη φορά. Και, όπως είπε ο Μάρκες «την ιστορία της ζωής μας και της οικογένειάς μας γράφουμε», την πρώτη αλλά και την έσχατη φορά. Με τρόπο περισσότερο ή λιγότερο εμφανές, ρεαλιστικό, αλληγορικό, και με όσες μεταβιβάσεις τραβά η ψυχή μας. Κατά συνέπεια, παραφράζοντας κάπως φράση του Κριστιάν Μπομπέν θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι «ισχύει στην γραφή ό,τι και στον καλό καιρό: γράφεις μ’ αυτά που είσαι. Γράφεις αυτό που είσαι».
Με αυτά που είναι γράφοντας η Μαρία Μήτσορα, αυτό που είναι κι αυτό που έγινε μας παραδίδει και πάλι. Σκίζοντας πάντα τις ίδιες μαύρες μεμβράνες. Με τον κόσμο να σκάει μύτη αφάνταστα φρέσκος και τρυφερός!
Κι απ’ τα πρώτα της ήδη βήματα, όλες οι βελούδινες και μεταξωτές εμμονές της: Η λατρεία της πόλης (κορίτσια η Αλεξάνδρα, η Σοφία και Αμαλία, τεντώνουν το κορμί τους και ακκίζονται, λαχταριστή πατρίδα η Νέα Σμύρνη όπως μόνο τα παιδικά μας χρόνια μπορούν έτσι να χαρακτηριστούν για μια ζωή). Το παιχνίδι με τις λέξεις (λέξη κι η ίδια, να μεγαλώνει και να μετασχηματίζεται υδάτινη ή αέρινη, σχεδόν). Η διαρκής ροή της ζωής (γράφοντας ευθύς εξαρχής, επιχειρούσε να σκοτώσει τον χρόνο, σίγουρα να τον μετατρέψει σε κάτι ουσιωδέστερο). Η περιήγηση στο εσωτερικό και στο εξωτερικό τοπίο («τα πιο αποκαλυπτικά ταξίδια τα έχω κάνει μέσα σε ανθρώπους», έχει ισχυριστεί). Και βέβαια, η οικογενειακή μυθολογία, η ολότελα προσωπική Πινακοθήκη. Με τον υπέροχα «διανοητικώς κίτρινο» αδελφό στο «Ξενοδοχείο των δυτών» να της χαρίζει τον τίτλο και μια από τις ωραιότερες ιστορίες. Μοναδικό δείγμα γραφής, αυτό: <«Εδώ δεν είναι κάθε μέρα κλινική» μου είπε «είναι μονάχα μέρα παρά μέρα, γιατί κάθε μέρα είναι το Ξενοδοχείο των Δυτών». Κάτι έπαθα- κάτι έχασα- καμιά μέρα δεν είναι πια σαν άλλη μέρα. Είναι σαν η άλλη μέρα να κοιτάζεται στον καθρέφτη- κοιμάμαι και ξυπνάω μέσα στον καθρέφτη της προηγούμενης μέρας- κάτω από τόνους Λυπημένου και Αμίλητου Νερού- κι όσο πιο πολύ ρουτίνα γίνονται όλα, τόσο λιγότερα καταλαβαίνω – τότε που δεν ήξερα αν πήγαινα ή αν ερχόμουνα, ήξερα κάτι καλύτερα – γι’ αυτό ζούσα μέσα σε βαλίτσες- ερωτευόμουνα τις γωνίες των δρόμων- όλες μου τις αναπνοές τις έχω ξανα- αναπνεύσει- τυφλά ψάρια θα μου φάνε τα μάτια».
Στο «Πυράκανθο και το σκοτάδι», όλοι όσοι υπήρξαν πριν απ’ αυτήν και την εμπεριέχουν και τους εμπεριέχει. Στον «Μαγευτικό Φακό» οι φίλοι ή οι φίλες που «αρχίσανε να τρώνε τον εαυτό τους με το τσάι τους» (Η μπανιέρα- τσαγιέρα, το μαχαίρι –χέρι, η παλάμη- σαλάμι, στο βάθος – λάκκος).
Στο «Σε πήρε κάποιος Αντώνης», «άνθρωποι που είχα χάσει πριν από χρόνια, γνωριμίες, φιλίες, έρωτες, όλοι της περασμένης δεκαετίας, ξεπηδούσαν συνεχώς μπροστά μου, μέσα στο ίδιο ασανσέρ». Πέφτοντας «ο ένας μέσα στο παρόν του άλλου». Το βιβλίο ολόκληρο «ζω τη ζωή μου σαν να ήταν η ζωή κάποιου άλλου- η ζωή κάποιου δεύτερου- η ζωή κάποιου τρίτου».
Στο «Ποσοστό συμμετοχής» η κηδεία του πατέρα (και ο παρ’ ολίγον από ψάρι, πνιγμός). Στο «Ξαφνικό Δωμάτιο» η Νέα Σμύρνη και η μαμά, «μαμά, θα ήθελες να είσαι δίδυμη αδελφή μου- να σε λένε Αλίκη και να με λένε η Χώρα των Θαυμάτων».
Και ολόκληρο το βιβλίο, ακριβώς αυτό: Η Μαρία Μήτσορα, Αλίκη στην Χώρα των Θαυμάτων. Να μπαινοβγαίνει με τη μαύρη ποιητική παραβολική μαγεία της στα εσωτερικά και εξωτερικά τοπία που την διαμόρφωσαν. Σκιαγραφώντας τη δική της συγγραφική ανθρωπογεωγραφία, ολότελα ανοιχτή: σε ό,τι προηγήθηκε και σε ό,τι επακολούθησε. Και το διαπιστώνουμε ότι εμπεριείχε όλη τη νοσταλγία του μέλλοντος σ΄ αυτό το πρώτο αποκαλυπτικό, συγγραφικό παρελθόν.
Η Μαρία Μήτσορα που ήταν και που έγινε.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ:
Η Μαρία Μήτσορα γεννήθηκε στην Αθήνα.
Σπούδασε Κοινωνιολογία στο Παρίσι (Σορβόννη και Vincennes), όπου κατέθεσε μια εργασία πάνω στη δυναμική των μικρών ομάδων.
Εχει ταξιδέψει από τον Πολικό Κύκλο έως την Αιτή, από το Πεκίνο μέχρι τη Νικαράγουα των Σαντινίστας, τον Ορινόκο και τη Σάντα Φε ντε Μπογκοτά. Εχει γράψει επίσης τα μυθιστορήματα:
«Σκόρπια δύναμη» (Οδυσσέας)
«Περίληψη του κόσμου» (Κέδρος)
«Ο Ηλιος δύω» (Οδυσσέας) και
«Καλός καιρός/ Μετακίνηση» (Εκδ. «Πατάκη»)
Διηγήματά της και ταξιδιωτικά κείμενα έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες.