21/1/13

Μείνε στην αγάπη



Δημοτική Βιβλιοθήκη Κορωπίου
20 Ιανουαρίου 2013
Από τη Φλώρα Μωραϊτου
Σκέψεις διαβάζοντας το βιβλίο της Ελένη Γκίκα
«Η Γυναίκα της Βορινής Κουζίνας»
« …πώς δεν τα αντέχω τα τινάγματα
του μέσα βίου έξω
Αυτοί οι στίχοι της Κικής Δημουλά μοναδικής στην κατάδυση στη γυναικεία ψυχή και στην έκφραση των υπαρξιακών αγωνιών ανακλήθηκαν αβίαστα και αυθόρμητα καθώς προχωρούσε η ανάγνωση της «Γυναίκας της Βορινής Κουζίνας» της Ελένης Γκίκα.
Γιατί αυτό κάνει μέσα από τις δυο ηρωίδες της , που συναντιούνται στον καθρέφτη και τελικά είναι μία με τα πολλά της πρόσωπα. Ίσως η κάθε Γυναίκα. Ένα επώδυνο τίναγμα του μέσα βίου έξω , μια βασανιστική ενδοσκόπηση , ένα ξεγύμνωμα της γυναικείας ψυχής που δημοσιοποιεί μέσω της λογοτεχνικής γραφής τις αγωνίες ,τις ανασφάλειες, τη μοναξιά, τις ματαιώσεις και τις διαψεύσεις, τα τραύματα και τις ελλείψεις της παιδικής και της ενήλικης ζωής που βιώνεται μισή και ανολοκλήρωτη.
-«Η επίγνωση πως κάτι βαθύ και ουσιαστικό, εντέλει της ξέφυγε, κι αυτή η αίσθηση του μισοτελειωμένου – μια μισή κίνηση ,άραγε, όλη μας η ζωή;»- ή μήπως μια απάτη η ζωή ,όπως το μυθικό Ζαραντάν το αλλόκοτο και τερατώδες νησί, που σε παρασέρνει στο βυθό;» αναρωτιέται η συγγραφέας.

«Ένα βιβλίο πρέπει να λειτουργεί σαν τσεκούρι για την παγωμένη θάλασσα εντός μας», παραθέτει την άποψη του Κάφκα η συγγραφέας, μεταξύ πληθώρας άλλων παραθεμάτων πολλών συγγραφέων και ποιητών-κάτι που άλλωστε αποτελεί σημείο αναγνωρίσεως της Ελένης Γκίκα και δηλωτικό της ζωής της μέσω των βιβλίων ,της χάρτινης, όπως η ίδια την αποκαλεί.
Δεν θα έλεγα «τη Γυναίκα της βορινής κουζίνας» τσεκούρι . Νυστέρι, μάλλον. Είναι ένα βιβλίο όχι ευχάριστο, όχι ευκολοδιάβαστο, μάλλον στενάχωρο, γιατί λέει αλήθειες πικρές , δύσκολα ομολογημένες,
Γιατί σκαλίζει συνειδήσεις, ξυπνά εφησυχασμούς, σπάει την κρούστα της φαινομενικά τακτοποιημένης και κοινωνικά αποδεκτής ζωής. Θα την έλεγα και καθρέφτη αμείλικτο, γιατί βάζει τον αναγνώστη της ώριμης ηλικίας, όταν αρχίζει τους απολογισμούς και την τακτοποίηση των λογαριασμών ,απέναντι στο δικό του καθρέφτη που μαγικός και άτεγκτος ανασύρει εικόνες από το παρελθόν επιμελώς θαμμένες και αποκαλύπτει τις ρυτίδες και τις ρωγμές του παρόντος, τις δικές του ματαιώσεις, τα δικά του κενά , τις δικές του αγωνίες και απώλειες .τα δικά του μισά για αυτά που έκανε και δεν έκανε, αυτά που έζησε και δεν τόλμησε να ζήσει, που ξαφνικά βλέπει «τον ξένο και τον εχθρό στον καθρέφτη».

Εντέλει με ένα τρόπο αντιφατικό ,ένα βιβλίο που δεν είναι ευχάριστο λειτουργεί ανακουφιστικά και καθαρτικά στο βαθμό που νιώθεις ότι όλα αυτά και ένα σωρό ερωτήματα μικρά και μεγάλα για το ακατανόητο, το ανεξήγητο και το παράλογο της ζωής, η εναγώνια αναζήτηση ενός νοήματος που ταλανίζουν την ύπαρξή του τη μικρή ,είναι αγωνίες και ερωτήματα και άλλων πολλών, ανθρώπων απλών και ανθρώπων του πνεύματος που έχουν αναλώσει τη ζωή τους στην αναζήτηση, στη μελέτη και τη γραφή .

Βιβλίο απαιτητικό με πυκνότητα σκέψεων και συναισθημάτων, ζητά την αδιάλειπτη προσοχή του αναγνώστη και ελέγχει το εύρος των λογοτεχνικών του αναγνωσμάτων και όχι μόνο . Με γλώσσα καλοδουλεμένη, με λόγο μεστό και περιεκτικό, που υπαινίσσεται και υπονοεί ,όπως η ποίηση περισσότερα απ’όσα λέει. Κάθε φράση του σε βάζει σε διαδικασία
σκέψης και προβληματισμού, άλλοτε συμφωνώντας και άλλοτε διαφωνώντας και αμφισβητώντας:
Άραγε «Μαθαίνεται η αγάπη;»
Και σίγουρα «Με ό,τι ζήσαμε ζούμε» και
«Είμαστε ότι ζήσαμε και ότι μάθαμε»
«Ζόρικος δρόμος ο χρόνος», ποιος το αμφισβητεί;
Και θέλει θάρρος για να παραδεχτείς ότι «τα μεγαλύτερα ψέματα στον εαυτό μας τα λέμε»
Και δυστυχώς «η ζωή αποκτά το πλήρες νόημά της, όταν κοντοζυγώνει ο θάνατος»
Και πόσα «λάθη καμωμένα σωστά»
«τις δυστυχίες μας μόνοι μας τις φτιάχνουμε»; κάποιες ναι και άλλες όχι


Βάζει θέματα πολλά , γνωστά ,αλλά στην πράξη δύσκολα ,γιατί η τέχνη της ζωής απαιτεί πολύ ταλέντο.
-Για τα καθοριστικά για την ενήλικη ζωή μας παιδικά χρόνια με τις οσμές τις εικόνες και τους ήχους και το ανικανοποίητο παιδί που κουβαλάμε μέσα μας όλη μας τη ζωή ,όπως η Αρσινόη και η Ράνια.
-Για την αναντικατάστατη μητρική αγάπη και αποδοχή, που αν δεν υπάρξει στο τρυφερό ξεκίνημα της ζωής σημαδεύει ως έλλειψη, αναπηρία ψυχική και εναγώνια αναζήτηση όλη τη ζωή παιδική και ενήλικη.
-Για την συμφιλίωση με την δυναμική ,σίγουρη, αυστηρή και ψυχρή μάνα που δεν ήξερε να αγκαλιάζει, όταν αντιστρέφονται οι ρόλοι .
-Για το έλλειμμα και το ανολοκλήρωτο για ένα παιδί που δεν αποκτήθηκε, από επιλογή και μιας ζωής που δε βιώθηκε αληθινά αλλά σε μια χάρτινη φυλακή, όπως την έζησε η Αρσινόη .
Και από την άλλη το κενό και η αίσθηση αχρηστίας,
όπως τη βιώνει η Ράνια ,η γυναίκα της βορινής κουζίνας, που ανάλωσε τη ζωή της σε μια κουζίνα ,βασίλειο και φυλακή της ,και τώρα ζει τον αργό θάνατο του γάμου της, «μέσα από την απουσία της παρουσίας» και την απουσία των παιδιών που αφήνουν τη φωλιά και ακολουθούν δρόμους που δεν κατανοεί και αδυνατεί να ελέγξει.Και νιώθει ότι υπήρξε λίγη και αποτυχημένη και ότι αναλώθηκε από επιλογή σε μια ζωή χωρίς νόημα.

-Αλλά και για τη νέα γενιά, μιλάει, τη χαμένη γενιά της κρίσης, τους τρομαγμένους και γιαυτό εξαγριωμένους έφηβους, όπως ο Ορφέας ,ο γιος της Ράνιας, που μέσα στην παραζάλη και τη σύγχυση ξεχύνονται στους δρόμους για να βρουν το δίκιο και το δικαίωμα στο όνειρο , ένα νόημα, για να νικήσουνε τον τρόμο τους, για να εκδικηθούν την κερδισμένη γενιά ,την αδηφάγα, καταστρέφοντας και αυτοκαταστρεφόμενοι.

Κάθε γυναίκα κάποιο κομμάτι της ,κάποια πτυχή της ζωής της θα αναγνωρίσει στη γυναίκα της βορινής κουζίνας. Και είναι σίγουρο ότι δεν υπάρχει γυναίκα που να μην έχει κλάψει στην κουζίνα της –( άλλωστε τα ψιλοκομμένα κρεμμύδια είναι πάντα ασφαλές άλλοθι).

Στενάχωρη και αδιέξοδη « η Γυναίκα»,ασφυκτική η ατμόσφαιρά της μέχρι λίγο πριν το τέλος. Όμως πλησιάζοντας στο τέλος συντελείται απρόσμενα και ανακουφιστικά ,σαν από θαύμα, άλλωστε «βουτηγμένη στο θαύμα» όλη μας η ζωή» ,μια ανατροπή και σα να βρίσκουν όλα τη θέση τους και το νόημά τους ,ακόμα και αν δεν είναι απόλυτα κατανοητό. Το παρελθόν δεν έρχεται απειλητικό και βασανιστικό αλλά ως γλυκιά ανάμνηση `οι νεκροί ανακαλούνται με τρυφερότητα, τα
όνειρα γαληνεύουν. «Δεν υπάρχει πια χαμένος χρόνος παρά μόνο κερδισμένος. Καθετί έχει το λόγο του και τη μυστική του φωνή»
« ο καθείς εφ’ω ετάχθη και ο καθείς με τα όπλα του» δίνει τον αγώνα του σ’αυτή τη ζωή και μυστηριακά και ανεπίγνωστα υπηρετεί το σκοπό της.
Στο τέλος και η Ράνια , της οικογένειας ,των μαντλέν και του ραβανί και η μοναχική Αρσινόη με τη χάρτινη ζωή της συμφιλιώνονται με τη ζωή τους και την αποδέχονται με το ακατανόητο μυστήριό της και τα αιώνια αναπάντητα ερωτήματά της. Ζουν ήρεμες, σε ειρήνη με τον εαυτό τους και καταλαγιασμένες μέσα στη πλατιά αγκαλιά της πίστης και της αγάπης.Το ίδιο και ο Ορφέας, που κατανοεί ότι η απάντηση δε βρίσκεται στη βία.
Αφήνοντας και στον αναγνώστη μια αχτίδα, μια παρηγορητική προοπτική αποδοχής του ακατανόητου μυστηρίου της ζωής ,για να μπορέσει να τη διανύσει με απαντοχή στις καταφορές της τύχης ,αλλά και να χαρεί της ζωής το «άξιον εστί»,την ευλογία της κάθε μέρας και την ομορφιά και το μεγαλείο των μικρών πραγμάτων, αποδεχόμενος την ζωή όχι ως βάρος δυσβάσταχτο αλλά
ως θείο δώρο, πρόκληση και περιπετειώδες ταξίδι.
Τελειώνοντας από μένα για την Ελένη , της διαρκούς αναζήτησης της Αγάπης , και όλους εμάς που βιώνουμε μικρούς και μεγάλους πόνους, ατομικούς,οικογενειακούς και συλλογικούς, που πλέον διαπλέκονται επικίνδυνα απειλώντας με κλονισμό τις ανθρώπινες σχέσεις και τη συνοχή μας ως κοινωνία ,αντί άλλων ευχών για τη χρονιά που ξεκίνησε και όσες επόμενες μας αξιώσει ο θεός, αυτοί οι αγαπημένοι μου, ιαματικοί στίχοι του Ν.Καρούζου που ένοιωσα να συμπυκνώνουν το τελικό μήνυμα του βιβλίου και προσφέρουν ανακούφιση παρηγοριά και ελπίδα στο άλγος των ψυχών και στην τρικυμία των καιρών :

Ν. Καρούζος
Μείνε
Θα περάσουν αποπάνω μας όλοι οι τροχοί…
Στο τέλος
τα ίδια τα όνειρά μας θα μας σώσουν…

Αγάπη , μείνε στην καρδιά-
αυτός ας είναι ο κανών του τραγουδιού σου.
με την αγάπη
θα σηκώσουμε την απελπισία μας
απ’ το αμπάρι του κορμιού.
(Δεν είναι φορτίο για τη χώρα των αγγέλων
η απελπισία,)
Και ,προπαντός,
Ας μην αφήσουμε την αγάπη
Να συνωστίζεται με τόσα αισθήματα…

Πέρασε ,αγάπη,
αρχόντισσα στην ψυχή μας,
ανώτερη απ’ την ελευθερία,
απάνω απ’τον πατέρα
απάνω απ’τη μητέρα,
απάνω απ’ τη γυναίκα-
απάνω σε όλους μας!

Αγάπη, μένουμε στα χείλη σου
κ’έχουμε γεύση του θεού,
Τα δικά σου χείλη ,αγάπη, δεν κυριεύουν
Οι άκρες τους ρέπουν στο σκοτεινό,
Παίρνουν απ’το φως,
Προσφέρουν στο φως-
Είναι και μέσα μας το φως!

θα μας πατήσουν
Πέλματα πολλά
Στο τέλος
Τα ίδια τα όνειρά μας θα μας σώσουν…

Μείνε στην αγάπη.

---------------------------------------


Κλείνοντας θα θέλαμε η γυναικεία συντροφιά της λέσχης ανάγνωσης να αφιερώσουμε ένα τραγούδι στην Ράνια της Ελένης και σε κάθε άλλη Ράνια, Μαρία, Κατερίνα, Σοφία ,σε κάθε γυναίκα που ανάλωσε και αναλώνει ένα μεγάλο μέρος της ζωής της σε μια κουζίνα, για να κρατάει το σπιτικό ανοιχτό, να συγκεντρώνει την οικογένεια γύρω απ’ το στρωμένο τραπέζι και κρατά την εστία ζεστή. Και με τρόπο απλό και αυτονόητο, δεδομένο για τους οικείους καταφέρνει να κάνει γιορτή κάποιες μικρές στιγμές. Το αφιερώνουμε και στις άλλες των δίσεχτων καιρών, που το παράπονο τους δεν είναι ότι μένει ανέγγιχτο το φαγητό που με τόση αγάπη ετοίμασαν ,αλλά αγωνιούν και αγωνίζονται με τα ελάχιστα , για να κρατήσουν την εστία αναμμένη σε ένα αγώνα επιβίωσης.