30/3/11

Μια ανατομία της σκιάς που είμαστε


ΚΑΘΡΕΦΤΕΣ” του Γιάννη Ευσταθιάδη. Εκδ. “Ύψιλον”, σελ. 101. € 12.23


Ο καθρέφτης είπε αυτό που έπρεπε να πει... Απλώς εσείς δεν μπορέσατε να τον ακούσετε... Εγώ είδα τον άνθρωπο που ψάχνετε, και μπορώ με λεπτομέρειες να σας τον περιγράψω”...

Αναζητώντας την απάντηση σε μια ερώτηση που δεν τολμήσαμε, ο Γιάννης Ευσταθιάδης, μετά τις αριστουργηματικές “Πορσελάνες” του όπου αναδείκνυε την ψυχή των πραγμάτων, αναζητά την ουσία του εαυτού. Σε μια ενδιαφέρουσα συλλογή με τον δικό του τρόπο, ακόμα ακατάταχτο. “Καθρέφτες” ο τίτλος του βιβλίου και στις 94 σελίδες του, το παιχνίδι της σκιάς και του φωτός, της αλήθειας και του ψεύδους, του εαυτού και της αντανάκλασης, της ζωής και του θανάτου, με όλους τους πιθανούς τρόπους. Ατμοσφαιρικά, πρωτοπρόσωπα ή τριτοπρόσωπα, με διαλόγους ή μονολόγους, με αστυνομικό μανδύα, θεατρικό ή ποιητικό, άκρως υπαρξιακά, με καλοζυγισμένες λέξεις, στίξεις, παύσεις, υπαινιγμούς, σιωπές, αναζητούν την πεμπτουσία της ύπαρξης και της τέχνης και το μεγάλο τελικά αίνιγμά της.

Υπηρετώντας με “ταπεινοφροσύνη και σεμνότητα”, κρυστάλλινη δεινότητα την γλώσσα, ο ποιητής – συγγραφέας χαρίζει χρόνο και χώρο στο αδιευκρίνιστο ανύπαρκτο, φωτίζοντας με γλωσσικές διαστάσεις το ανείπωτο και φευγαλέο: “Τα αορίστου χρόνου βλέμματα, τα παρατατικά του χαμόγελα, οι υπερσυνέλικες τύψεις του, έχουν αποθηκευτεί – σαν διαδοχικές επιστρώσεις παρελθόντος- πάνω στην ψυχρή γυάλινη επιφάνεια του καθρέφτη”.

Με μότο, φράση του Ίταλο Καλβίνο για του καθρέφτη τη μη βεβαιόητα, το βιβλίο ξεκινά τριτοπρόσωπα αναγνωρίζοντας στον καθρέφτη το “ανακλώμενο παρόν” και την ειλικρίνειά του σε σχέση με την φωτογραφική απεικόνιση. Ο καθρέφτης, σωσίας της μοναξιάς, αλλά και σκοτεινός, αινιγματικός, μπορχεσικός σωσίας, ως το τέλος.

Εξάλλου, ο συγγραφέας του ακολουθώντας φίνες εμμονές των προκατόχων του, στη συνέχεια συνομιλεί και μέσω κινηματογραφικού “Καθρέφτη” με τον Ταρκόφσκι, σε έναν πρωτοπρόσωπο μονόλογο. Η “Επάνοδος” τριτοπρόσωπη σου επιτρέπει “να δεις άζωστο τον εμφύλιο εαυτό” σου.

Κομβικά σημεία, εκτός τη μουσική που είναι πανταχού παρούσα (ως αναφορά, στη γλώσσα και στο κείμενο) και την διακειμενικότητα των κειμένων (Καθρέφτης του Ταρκόφσκι και “Το ρόδο του Παράκελσου” καθώς και τον καθρέφτη αυτόν καθ' εαυτόν του Μπόρχες), το αίνιγμα του χρόνου (κηροσβέστης, ο χρόνος του Καφάβη αλλά και ο νηπενθής χρόνος του ανθρώπου και ο αρμονικός του συντακτικού και της γραμματικής), ο γρίφος της ύπαρξης, η μοναξιά, η πραγματικότητα και το όνειρο, η πίστη, η ψευδαίσθηση και ο λαβύρινθος (ακόμα μια αναφορά στον Μπόρχες).

Κινηματογραφικός ενίοτε (περιγράφοντας ξενοδοχεία, τόπους χρόνους), ψυχαναλυτικός και σπαρακτικά ειλικρινής “ζητά την εχεμύθεια του αόρατου” την ίδια στιγμή που αμφισβητείται ως η εικόνα και το είδωλο, ο ίδιος ο συγγραφέας την προσεγγίζει και την υπονομεύει.

Τρυφερός, ειρωνικός, εσωστρεφής ωστόσο και κινούμενος ανεπαισθήτως, αναδεικνύει όλες τις πιθανές δυνατότητες ενός καθρέφτη. Ψευδείς, κάποιες φορές, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του κηροσβέστη (Εσπερινοί Αντικατοπτρισμοί) και παραμορφωτικοί στην περίπτωση του καθαριστή στο “Mi nocke triste”: “νομίζεις πως δυο άνθρωποι χορεύουν ρυθμικά, ανεβαίνοντας προς τον ουρανό”. Με την ψευδαίσθηση της συντροφιάς: “Δεν είναι μόνος πια.

Χιλιόμετρα χορού με έναν συνοδό της ζωής του που τον γνώρισε καλά, που τον συνήθισε, σχεδόν τον έχει συμπαθήσει” και με “Οδηγίες χρήσεως” ή ζωής, αμέσως παρακάτω.

Ο χώρος, είτε ξενοδοχείο ημιδιαμονής εφήμερος, είτε ανακριτικό γραφείο με δύο όψεις, είτε καθρέφτης σκοτεινός σαν την Κασσάνδρα ή τον μάντη Κάλχα, επιτρέπει να δεις ταυτόχρονα την βεβαιότητα και την ψευδαίσθηση. Ζητώντας αυτογνωσιακά τα... ρέστα: “Γιατί κατακερματίζεις τα αινίγματά μου;” Εξάλλου “Μια ανατομία της σκιάς που είμαστε”, δεν μας στερεί το ενδεχόμενο του θαύματος. Όλα είναι θέμα προσωπικής προσέγγισης:

Βλέπετε, δεν μπορέσατε δυστυχώς να τον δείτε” είπε ο αλχημιστής στον αστυνόμο: “γιατί δεν ξέρετε να κοιτάτε έναν καθρέφτη... Είστε εγωιστής... αυτάρεσκος... νάρκισσος... Διακατέχεστε από ιδιοτέλεια του βλέμματος. Ήρθατε για να παρατηρήσετε, αλλά τόσο επηρμένος, που στην ουσία θέλατε να δείτε μόνο τον εαυτό σας... κι αυτό κάνατε... Διακατέχεστε από κατάφωρη επιθυμία για επιτυχία... Ενώ ο καθρέφτης επιβάλλει σεμνότητα, απαιτεί ταπεινοφροσύνη... Χρειάζεται να τον προσεγγίσουμε με άκρα γενναιοδωρία και αφιλοκέρδεια για να μας αποκαλύψει τα αινίγματά του...” Αποκαλύπτοντάς μας ταυτοχρόνως και τον τρόπο που προσεγγίζουμε αληθινά την τέχνη. Το αποτέλεσμα, ένα βιβλίο που αντανακλά το πρόσωπό μας. Ο καθένας, όπως αντέχει και έως ότου ανέχεται τον καθρέφτη του. Άκρως ποιητικό και φιλοσοφικό, πυκνό, μελωδικό, αινιγματικά φωτεινό και ιαματικό σαν φάρμακο.


ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ-

ΕΡΓΑ ΤΟΥ:

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946. Έχει εκδώσει ποίηση, πεζά και χρονογραφήματα. Έγραψε κείμενα για τη μουσική στην τακτική στήλη "Αντιστίξεις" της "Καθημερινής", έως τον Ιανουάριο του 2005, καθώς και κείμενα γαστρονομίας και γευσιγνωσίας με το ψευδώνυμο "Απίκιος". Αρθρογραφεί συστηματικά στον περιοδικό Τύπο. Έχει γράψει, μεταξύ άλλων:

Ποίηση:

Τα Ασπρόμαυρα”, “Ποίηση Δωματίου”, “Ενικού Αριθμού”, “Ασκήσεις σε Μονόζυγο”,
Άρση Βαρών”, “Δοκιμαστικοί Σωλήνες”,

Κιβωτός”, “Ποιήματα”, “Στιχουργήματα”.

Πεζά:

Ο Έψιλον Έρως”, “Με γεμάτο στόμα”, “Δωμάτιο παντού”, “Γραμμένα φιλιά”, “Η σαρδέλα θα κολυμπήσει στην κονσέρβα””, “Πορσελάνη”.

Άρθρα- χρονογραφήματα:

Χρονο-graffiti”, “Tragiromedia”.

Δοκίμια:

Το Βιβλίο με τις Αντιστίξεις”, “Το Δεύτερο Βιβλίο με τις Αντιστίξεις”.

Για παιδιά:

Πεινιαουρίσματα”, “Τραγουδί- τραγουδοχέρι” καθώς και ως Απίκιος: “Εγχειρίδιο Γαστρονομίας”, “Πένες σε μελάνι”, “Απίκιος Άπαντα”...


Δημοσιεύθηκε στο Έθνος της Κυριακής