14/9/09

Η διαρκής επανάσταση του Τομάζι Ντι Λαμπεντούζα

'Εγινα κατανοητός?

Από φιλότιμο και μεγάλη επίγνωση, έγραψε όταν ήταν ήδη εξήντα χρονών. Απ' την τυφλότητα των ιθυνόντων, έγινε γνωστός μετά θάνατον. Εξάλλου, δεν χρειάστηκε και πολύ, υπήρξαν αρκετά τα δυο τελευταία χρόνια. Ανίατα άρρωστος κι έγραφε έναν “Γατόπαρδο” που αποτέλεσε το κλειδί της Ιστορίας. Λέγοντας εκείνο το απλό αλλά τόσο αλτρουιστικά γενναίο “Αν θέλουμε να μείνουν όλα όπως είναι, τότε πρέπει όλα ν' αλλάξουν. Έγινα κατανοητός;”
Φυσικά και δεν έγινε κατανοητός. Κι όμως κι εκείνος, όπως ο προπάππος του ο ήρωας, ήτο Πρίγκηψ και τα έχασε όλα. Το πατρικό των 300 δωματίων στάχτη από το βομβαρδισμό, τα φέουδα, λάφυρα στους νεόπλουτους. Ένα δεν θα 'χανε ποτέ, αυτό που ήταν, τον εαυτό του.
Γι' αυτό και ο σχεδόν άστεγος Τζουζέπε Τομάζι, δούκας της Πάρμας και πρίγκιπας Ντι Λαμπεντούζα, ακριβώς στο μεταίχμιο της Ιστορίας και της Ζωής (πέθανε τον επόμενο χρόνο) συγκέντρωσε σε ένα μυθιστόρημα “Ο Γατόπαρδος” και σε μια αυτοβιογραφική συλλογή αφηγημάτων “Η Σειρήνα και άλλα διηγήματα”, τα άπαντα “ενός ανθρώπου που από τη ζωή είχε καταλάβει τα πάντα”.
Αδυσώπητα διορατικός, ποιητικός και “με ένα υπαρξιακό αίσθημα που ήταν ταυτόχρονα στωικό και απεριόριστα φιλάνθρωπο”, αντιμετώπισε ειρωνικά και διεισδυτικά, τα παρακμιακά, αναγκαία γυρίσματα της Ιστορίας.
Για μας που σαν “Τα τυφλά γατάκια” του όλη μας η ζωή είναι ένας Χορός, όπως εκείνος ο αξέχαστος κινηματογραφικός στον “Γατόπαρδο” που μας χάρισε ο πρίγκιπας του σινεμά Λουκίνο Βισκόντι. Δυο νέοι ερωτευμένοι, ανίδεοι στα γυρίσματα της ζωής, χορεύουν χωρίς να βλέπουν τα αμοιβαία τους ελαττώματα και δίχως ν' ακούν τις προειδοποιήσεις της μοίρας. Δυο εφήμερα κι ανύποπτα πλάσματα που χαίρονται και την παραμικρή αχτίδα φωτός, “πώς θα μπορούσε κανείς να τα βάλει μ' εκείνους που αναπόφευκτα κάποια μέρα θα πεθάνουν;”
Ο Ντον Φαμπρίτσιο του βιβλίου, προπάππος, αλλά κι ο ίδιος ο Τζουζέπε Τομάζι, μέσα στην πάμφωτη σάλα του μεγάλου χορού θ' αναγνωρίσει ότι “η σκέψη του θανάτου, τελικά, τον ηρεμούσε, ενώ τον τάραζε η σκέψη του θανάτου των άλλων”. Γι' αυτό και σκέφτηκε πως “η ενδόμυχη άγνοια αυτής της υπέρτατης παρηγοριάς είναι ο κύριος λόγος που οι νέοι λυπούνται και πονούν με μεγαλύτερη οξύτητα απ' ό,τι οι γέροι που, για τους τελευταίους “η έξοδος κινδύνου είναι πιο κοντά”.
Με “το φαινόμενο Λαμπεντούζα” και τον “Γατόπαρδο”, δεδηλωμένα αριστοκρατικό κι αθεράπευτα επαναστατικό, κατανόησα, τελικά, την εποχή και την παρακμή μας.

(Δημοσιεύτηκε στο Έθνος της Κυριακής)

ΥΓ. Διακοπές με τον... Πρίγκιπα, έκανα φέτος. Διαβάζοντας τα ίδια και τα ίδια, ξανά και ξανά. Και ξαναβλέποντας παλιές ταινίες. Τώρα, όλα τόσο στο πόδι, τόσο “γιατί έτσι”, τόσο “για την υπογραφή”... αλλά δίχως βαριά σκιά, ούτε έρωτας, ούτε επανάσταση, ούτε τέχνη. Αλλά ο μη υπάρχων, τί σκιά??? Υπάρχει, για να αφήσει και ίχνη?