22/12/08

Θα είμαι όλοι ή κανείς…

ΚΡΥΩΝΩ ΚΑΠΩΣ, ΦΟΒΑΜΑΙ ΛΙΓΟ…
αλλά παρ’ όλα αυτά, αφού σηκώθηκα από τον καναπέ, ελπίζω πολύ!
Παίκτης και πιόνι, στην ίδια σκακιέρα.
Θα είμαι όλοι ή κανένας’ θα είμαι ο άλλος.
Οι άνθρωποι μπορούν κι αυτοί να υποσχεθούν, γιατί μες στην υπόσχεση υπάρχει κάτι της αθανασίας.
Αυτά σκέφτομαι κι αυτή η φασαρία, αντί να με φοβίζει, τελικά, με παρηγορεί.
«Τα μόνα πράγματα που αντέχουνε στον χρόνο είναι εκείνα που δεν υπήρξαν ποτέ», ισχυρίζεται στις «Αιωνιότητες» ο μεγάλος μου αγαπημένος, αλλ’ όμως σκέφτομαι αντέχουν στον χρόνο, όσα δεν πουλήθηκαν και δεν αγοράστηκαν ποτέ: ο ουρανός, η θάλασσα, το φεγγάρι, ο ήλιος, το χώμα, το βουνό, η γη, ο έρωτας, η γέννηση, η παιδικότητα, το ποίημα, η επίγνωση, η ελπίδα, η μοναξιά, η ζωή.
«Δεν υπάρχουν παράδεισοι άλλοι από τους χαμένους παραδείσους», επιμένει στους «Κατόχους του χτες». Αλλά ελπίζω ότι η Εδέμ είναι κάπου κρυμμένη. Ό,τι υπήρξε δεν γίνεται παρά να υπάρχει (το λέει και η Φυσική, «Θεωρία των χορδών»).
Δεν είναι θαύμα μέσα στη μόλυνση ένα λουλούδι; Ο ήλιος που ανατέλλει και δύει, όμοια κι απαράλλαχτα σαν χθες;
Το χτες είναι τώρα κι αυτή η φορά μπορεί να είναι η τελευταία φορά. Η λέξη Πάντα, μπορεί να είναι απαγορευμένη στους ανθρώπους, αλλά έχει κάτι απ’ τους ημίθεους το δικό μας εφήμερο και διαθέτει έναν ηρωισμό… να χτίζεις στην άμμο σα να ‘ναι στην πέτρα. Να ζεις το θαύμα στα νέα παιδιά. Στο αεί μεταβαλλόμενο τώρα, διαρκές θαύμα, με κανόνες άγνωστους και όρους, για μας που παραμεγαλώσαμε πια.
«Το θαύμα έχει το δικαίωμα να επιβάλει τους όρους του».
Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε εμείς είναι να είμαστε σε θέση να το δούμε επειδή, για να το δεις, πρέπει να το μπορείς.
Ευκαιρία τώρα που αλλάζει πλευρό ο χρόνος και ο καινούργιος έφτασε ολόφρεσκος, ανοιχτός στο ενδεχόμενο και αθώος σαν το μωρό, να γίνουμε ο παλιός, παιδικός, ανοιχτός εαυτός μας, να γίνουμε ο άλλος. Διαφορετικά, αντίλαλος, λήθη, τίποτα, κανείς.
Καλό 2009 για όλους, λοιπόν. Φέτος που έφτασα πια τα πενήντα και δεν μπορώ να ξεχωρίσω ποιος απ’ τους δυο μας υπογράφει αυτό εδώ.
ΥΓ: «Ποιος απ’ τους δυο μας γράφει αυτό το ποίημα, έχοντας έναν πολλαπλό εαυτό, μα ένα και μοναδικό σκοτάδι; Και, τελικά, τι σημασία έχει τ’ όνομά μου, όταν η μοίρα μας δεν ξεχωρίζει πουθενά;» (Μπόρχες «Το ποίημα των δώρων»).