31/3/08

Εγώ, πάντως, δεν ανήκω πουθενά.Ο έρωτας και η μοναξιά ανήκουν στις παρενέργειες.

«μια άκρη εσύ στο δικό σου δωμάτιο, μια άκρη στο δικό μου δωμάτιο εγώ»

«ΡΑΓΔΑΙΑ ΕΠΙΔΕΙΝΩΣΗ» του Θανάση Χειμωνά, Εκδ. «Πατάκη», σελ. 232, τιμή: 15.50 ευρώ.

«Μήπως όλη αυτή η ιστορία είναι στη φαντασία μου; Μήπως δε μ’ αγαπάει; Μήπως έχει άλλη; Ναι, άλλη, αυτό το απλό πράγμα, που όμως είναι το πρώτο πράγμα που θα πρέπει να υποψιάζονται όλοι οι ερωτευμένοι. Οι ερωτευμένοι… Τι είναι οι ερωτευμένοι; Μέλη κάποιας αίρεσης;»
«Εγώ, πάντως, δεν ανήκω πουθενά. Ούτε σε αίρεση, ούτε σε σύλλογο, ούτε καν σε κάποια παρέα. Δεν έχω κανέναν στον κόσμο. Είμαι μόνη, χωρίς συγγενείς, χωρίς φίλους…»
Διότι στο καινούργιο μυθιστόρημα του Θανάση Χειμωνά όλοι οι ήρωες σ’ αυτό τον άξονα κινούνται τελικά: στην αστική τους μοναξιά, «μια άκρη εσύ στο δικό σου δωμάτιο, μια άκρη στο δικό μου δωμάτιο εγώ». Κι ας υποφέρουν από παράφορο έρωτα κάποιοι, ας στηρίζουν όλο το οικοδόμημα της ζωής τους σε έναν άνδρα άγνωστο, σαν φάντασμα, απόντα σχεδόν.
Το μυθιστόρημα ξεκινά από μια συνάντηση: ένας παλιός, ξεχασμένος συγγραφέας, συναντά στο δρόμο του, καλοκαίρι με καύσωνα, έναν καινούργιο. Ο Αλέξανδρος Γεωργίου σχεδόν το έχει κι ο ίδιος ξεχάσει, ότι κάποτε ξεκίνησε τόσο ελπιδοφόρα, σχεδόν εντυπωσιακά. Και μετά, σιωπή. Σα να μην υπήρχε. Ο νεαρός Βασίλης Οικονόμου, όμως, μοιάζει σα να μην τον έχει ξεχάσει ποτέ. Τον αναζητά επιμόνως, επειγόντως, και επιθυμεί στην καινούργια του ανθολογία να τον συμπεριλάβει οπωσδήποτε!
Δυστυχώς αυτή η συνεργασία δεν θα ευοδωθεί. Ο Αλέξανδρος Γεωργίου αιφνιδίως θα πεθάνει. Και η διαχειρίστρια της πολυκατοικίας, ερωτευμένη θαυμάστριά του εδώ και χρόνια, ανακαλύπτει το τελευταίο χειρόγραφό του με μυστικά που τον στιγμάτισαν για μια ζωή.
Γύρω από το θαμμένο και ξεχασμένο χειρόγραφο και μέσα σε ένα καυτό και καταλυτικό καλοκαίρι σαν παντομίμες φαντασμάτων κινούνται «η τόσο μόνη Έλια» παρότι αγαπά τον Βασίλη έως παροξυσμού, ο Βασίλης που επιμένει να εξαφανίζεται μυστηριωδώς και αγνοεί το πώς θα διαχειριστεί τελικά τα χαμένα χειρόγραφα, η όμορφη και πλούσια φίλη της Έλιας, Δήμητρα, με το βεβαρημένο παρελθόν, η Σβέτα, η αλλοδαπή βοηθός της Έλιας, στο πρόσωπο της οποίας βλέπουμε όλο τον γολγοθά των αλλοδαπών (και σ’ άλλα του μυθιστορήματα, λ.χ. «Σπασμένα ελληνικά» αλλά και «Ανεξιχνίαστη ψυχή» ο συγγραφέας αναφέρεται στην ταλαιπωρία και το βάσανο αυτών των ανθρώπων), η Βίκυ, θεία της Έλιας που επιχειρεί να την πάρει σχεδόν με το ζόρι πίσω στο νησί…
Ανάμεσά τους, η απέραντη ασυνεννοησία του έρωτα, το εύθραυστο τελικά της γυναικείας φιλίας, η διαδικασία αυτής καθ’ εαυτής της γραφής. Ο ανθρώπινος ψυχισμός που ακροβατεί διαρκώς ανάμεσα στην υγεία και την αρρώστια, στη λογική και την τρέλα, το ρευστό παρελθόν και τα καθοριστικά μυστικά που βρικολακιάζουν και απ’ εκείνα φαίνεται να μη μπορεί να ξεφύγει κανείς. Η μοναξιά της πόλης, οι λάθρα βιώσαντες αλλοδαποί, η Αθήνα της μεταολυμπιακής περιόδου, ανεξιχνίαστη κι αυτή σαν τους δυο συγγραφείς.
Εγκιβωτισμένο στο μυθιστόρημα ένα άκρως αλληγορικό κι ενδιαφέρον διήγημα της Δήμητρας που μπορεί να αποτελεί τελικά και το κλειδί, η δική της οπτική διότι ως πιραντελικό πείραμα, θα μπορούσε και να πει κανείς «είναι ό,τι νομίζετε».
Ένα άκρως ενδιαφέρον ψυχολογικό θρίλερ, πολυεπίπεδο, παρά την δηλωμένη σαφήνεια και τους θεατρικούς διαλόγους, άκρως υπαινικτικό, με σιωπές και πτυχές που διαρκώς απολαμβάνεις ν’ ανακαλύπτεις.
Κοινές συνισταμένες του μυθιστορήματος με την «Μπλε ώρα» η αναζήτηση, εδώ συγγραφέας αναζητεί άλλον συγγραφέα, στη «Μπλε ώρα» αδελφός αναζητούσε αδελφό, και η δημιουργία. Ταινία στην «Μπλε ώρα», «Ανθολογία» και χαμένα χειρόγραφα στη «Ραγδαία επιδείνωση».
Σοκαριστικές οι προφητικές διαστάσεις στο διήγημα της Δήμητρας με τη ζωή να ακολουθεί μιμούμενη σκανδαλωδώς την τέχνη. Ίσως να είναι τελικά και ζήτημα υποσυνειδήτου, τα κείμενά μας επιχειρούν στον χρόνο βήματα βιαστικότερα της καθημερινής μας ζωής.
Ο τίτλος του βιβλίου, δάνειο από την γνωμάτευση του γιατρού:
«Προσοχή, δε θα παραλείψετε καμιά δόση, δε θα αλλάξετε τίποτα. Για είκοσι μέρες. Όπως σας είπα, αύριο φεύγω για διακοπές. Εδώ σημειώνω το τηλέφωνό μου, έχω κάνει εκτροπή και μπορείτε να με πάρετε αν κάτι χρειαστείτε. Αν υπάρξει κάποια ραγδαία επιδείνωση…».
Η καλύτερη συγγραφική ώρα, ενδεχομένως, του Θανάση Χειμωνά. Αποκαλυπτικό ως παλίμψηστο βιβλίο: για την δημιουργία, την γραφή, την ανθρώπινη ψυχή. Ο έρωτας και η μοναξιά, ανήκουν στις… παρενέργειες.


ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ:
Γεννήθηκε το 1971 στην Αθήνα.
Σπούδασε Φιλολογία και Κινηματογράφο στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου και Δημοσιογραφία στο Λονδίνο.
Εργάζεται ως αθλητικός συντάκτης.
Πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα με δύο διηγήματα στην εφημερίδα «Τα Νέα» - το πρώτο από τα οποία εντάχθηκε στη συλλογή διηγημάτων «Έρωτας σε πρώτο πρόσωπο» (εκδ. «Κέδρος», 1997).
Το μυθιστόρημα «Ραγδαία επιδείνωση» (εκδ. «Πατάκη», Φεβρουάριος 2008), είναι το πέμπτο του μυθιστόρημα.
Προηγήθηκαν τα μυθιστορήματα:
«Ραμόν», Κέδρος, 1998
«Σπασμένα ελληνικά», Κέδρος, 2000
«Ανεξιχνίαστη ψυχή», Πατάκη, 2003
«Η Μπλέ ώρα», Πατάκη, 2005
Τον Μάιο του 2002 το «Ραμόν» εκδόθηκε στη Γαλλία από τις εκδόσεις «AlterEdit», ενώ το Μάρτιο του 2003 ακολούθησαν τα «Σπασμένα ελληνικά».

ΥΓ. Ευχαριστώ όλους όσοι μου σταθήκατε με την αγάπη σας το Παρασκευοσαββατοκύριακο: Το Κυκλάμινο του βουνού και την Εαρινή Συμφωνία (δεν θα σας το ξανακάνω, θα προσέχω τον εαυτό μου, το υπόσχομαι), τον Γιάννη, την Ντανιέλα και την Μάρω που έσπευσαν κοντά μου, τη Νεφέλη για το «Φεγγαράκι» που μου τραγούδησε και με έκανε καλά, τον Vita Mi Barouak που ήταν πρόθυμος να σπεύσει, την Ρίτσα, Ριτσάκι μόνο να δεις τι βόλτες μας περιμένουν, την Εύα, τον Αντώνη, τον Μπάμπη, τον Γιάννη, την Κατερίνα και την Αναστασία που ανησύχησα αδίκως, τον ioeu, το άλλο Σάββατο κερνάω καφέ οπωσδήποτε, και σας υπόσχομαι, νά, φιλώ σταυρό, θα προσέχω, δεν θα το ξανακάνω! Ρήντερ, τα πρώτα εκατό χρόνια είναι δύσκολα, μετά λέω να ξυπνήσω! Ευχαριστώ για την υποστηρικτική.
Μαμαλούκα, χρωστώ! Ήσουν πολύ συγκινητικός την Κυριακή το βράδυ!
Λοιπόν, σήμερα είναι Δευτέρα, σας αγαπώ πολύ, σηκώνουμε τα μανίκια, αναπνέουμε με όσο οξυγόνο μας έχει απομείνει διότι έχουμε και δουλειά!
Και την άλλη φορά, θα προσέξω! Με τόση αγάπη, δεν γίνεται παρά να προσέχω!
Καλή εβδομάδα και την αγάπη μου στους πάντες!
Κατερινάκι εντάξει? Καθησυχαστική, επαρκώς? (Διότι το Κυκλάμινο του βουνού, επέμενε «βγες και πες ότι είσαι καλά, μας έσκασες πια!» (καλά όχι ακριβώς έτσι, στο πολύ… τρυφερό του!)