8/1/08

Η πνευματικότητά μας είναι πρωτίστως σωματική, η ηθική μας δεν έπαψε ποτέ να αφορά το σώμα

"ΠΑΡΑΒΟΛΗ" του Κωνσταντίνου Δ. Τζαμιώτη, Εκδ. «Καστανιώτη», σελ. 144, τιμή: 10.40 ευρώ.

«Το ανθρώπινο σώμα είναι μια αινιγματική κατασκευή κάποιου ευφυούς αρχιτέκτονα που γνωρίζει το αθέατο, που αγαπά το άγνωστο. Η εξωτερική του μορφή, λιτή, σχεδόν απλοική σ’ αφήνει ανυποψίαστο όχι τόσο γι’ αυτά που περιβάλλονται όσο γι’ αυτά που κρύβει μέσα του.
Εδώ στο απόλυτο κατοικούν οι δαίμονες και οι άγγελοι. Πιθανότατα εδώ κρύβεται και ο δημιουργός τους. Ένα σώμα κατέχει μυστικά που μοιάζουν τρομερά για όποιον θεωρεί το φως του ήλιου κάτι δεδομένο».
Έγραφε ο Κωνσταντίνος Δ. Τζαμιώτης στη «Συνάντηση» το 2002 και μετά από τρεις νουβέλες, και στην τέταρτη την «Παραβολή» τέσσερα χρόνια μετά, το ζητούμενο είναι και πάλι το σώμα: «Η πνευματικότητά μας είναι πρωτίστως σωματική, η ηθική μας δεν έπαψε ποτέ να αφορά το σώμα μας, να αποθεώνει ή να αποκρύπτει τις ανάγκες του, τις βασικές του λειτουργίες».
Το σώμα, το άλλο σώμα «ας μη γελιόμαστε, το σώμα μας χωρίς τα σώματα των υπολοίπων δεν αξίζει τίποτα, απολύτως τίποτα» και «η συνάντηση» βεβαίως. Στη πρώτη νουβέλα, στη «Συνάντηση» που δεν θα συμβεί ποτέ, στην «Παραβολή» μια σειρά από συναντήσεις που κινούνται ανάμεσα σε αλήθεια και ψεύδος, που είναι και δεν είναι συναντήσεις.
Στην «Παραβολή» η εμμονή στο σώμα και στο δικαίωμα στη ζωή, θα γίνει, τελικά, εφιάλτης. Εκείνο που πειραματιζόταν ο Α.Μπ.Κασάρες (προφητεύοντάς το σχεδόν) στην «Εφεύρεση του Μορέλ», στη νουβέλα του Τζαμιώτη είναι πλέον αναμφισβήτητο γεγονός.
Η εταιρεία υπάρχει, ο Χ.Α.Ρόντας (Χάροντας) «ειδικός παραλήπτης» και «ρυθμιστής» είναι ο κεντρικός ήρωας, ο πρωταγωνιστής, και τα ολογράμματα των εκλιπόντων πιο υπαρκτά, τι λέω, πιο «ζωντανά» κι απ’ αυτούς καθ’ εαυτούς τους ζωντανούς και παρόντες.
Στην ιστορία όλα αρχίζουν από ένα οικογενειακό δείπνο, εορταστικό. Το μενού λεπτομερές και εξαιρετικό, οι κινήσεις (όπως αρέσκεται ο Τζαμιώτης) κομψές και μετρημένες, μελετημένες. Το ότι σ’ αυτό το δείπνο κάτι δεν πάει καλά και τι ακριβώς δεν πήγε, ο αναγνώστης θα το αντιληφθεί στην επανάληψη. Το ότι δηλαδή ο πατέρας μιλάει, μιλάει, γελάει, γελάει, αφηγείται, εκεί όπου τριγύρω του γίνεται «το σώσε».
Στο δεύτερο κεφάλαιο παρακολουθούμε τον Χ.Α.Ρόντα «ειδικό παραλήπτη» και «ρυθμιστή», για το χατίρι της εύθραυστης κόρης να κλείνει με τον πατέρα τη συμφωνία. Να παραλαμβάνει τα απαραίτητα: προσωπικά αντικείμενα, γραπτά, ηχητικά, φωτογραφικά ντοκουμέντα, επειδή «ο κόσμος ανήκει πρωτίστως στη σφαίρα του πιθανού» και «επεκτείνεται πέρα από κάθε ανθρώπινη βεβαιότητα».
Εξάλλου ο Σαίξπηρ ήδη το έχει πει: «ζούμε ένα όνειρο μέσα σε όνειρο». Κι ο Μπόρχες, την επαναληπτικότητα και το ότι «ίσως και να ‘μαστε το όνειρο κάποιου άλλου», επίσης.
Κι αυτή την διπλή, τελικά, «πραγματικότητα» ο Τζαμιώτης γνωρίζει και την υφαίνει αριστουργηματικά. Με τρόπο λιτό, ακριβή, μετρημένο, καλοδουλεμένο, καλοκαρφωμένο. Όπως τα βήματα του Ιωσήφ Κρέιν στη «Συνάντηση» και οι μελετημένες κινήσεις του Χ.Α.Ρόντου στην «Παραβολή».
Τα ολογράμματα δεν θα τον προδώσουν ποτέ, από τον ατελή πραγματικό κόσμο θα προκύψουν οι εκπλήξεις: η μητέρα που πνίγεται κυριολεκτικά σε μια μπουκιά την ώρα που όλη η οικογένεια απολαμβάνει τον ολογραμματικό πατέρα, ο ίδιος ο Χ.Ρ.Ρόντας «ειδικός παραλήπτης» και «ρυθμιστής» που θα γίνει ολόγραμμα υπηρετώντας την δική του «ρυθμιστική» ιδέα. Και μέσα σε όλα αυτά: η οικογενειακή αποξένωση (ο καθένας που επιμένει να λέει τα δικά του), ο έρωτας (τόσο μοναχικός, η επαναλειπτικότητα του αυνανισμού με διαφορετικό ολόγραμμα κάθε φορά, αλλά ποια η διαφορά;), «τα ζωτικά ψεύδη», το πένθος, η μνήμη, το ακατανόητο και το δέος, το… σπλαχνικό, τελικά, του θανάτου. Το λάθος που έρχεται εκεί που δεν το περιμένει κανείς: από την ανθρώπινη ψυχή. Τα όρια του πραγματικού και του φανταστικού που είναι τόσο πολύ συγκεχυμένα. Το παρελθόν, σαν κινούμενη άμμος, που αλλάζει διαρκώς αναλόγως την δική μας οπτική θέση.
Και πάνω απ’ όλα, οι εσωτερικοί μονόλογοι, οι έντονα υπαινικτικοί διάλογοι των βασικών ηρώων κάθε φορά, σε όλα τα βιβλία, εν τέλει, του συγγραφέα: του Ιωσήφ Κρέιν με τη συνείδησή του στη «Συνάντηση», μονόλογος επιβίωσης κυριολεκτικά του ήρωα μέσα στη φυλακή στο «Βαθύ πηγάδι», του συγγραφέα και του ζωγράφου για την τέχνη και για την εμμονή στον «Βαθμό Δυσκολίας», του Χ.Α.Ρόντα (Χάροντα) με όλους: πελάτη – πατέρα, βοηθό, και τέλος με τη γυναίκα των ονείρων του (προτού γίνει ο ίδιος το… όνειρό της).
Το ανικανοποίητο και η αυτοικανοποίηση, εξάλλου, διαθέτουν τον ίδιο μεγάλο βαθμό μοναξιάς. Μοναδική ελπίδα διαφυγής «οι εχθρικοί άλλοι» («η κόλασή μου είναι οι άλλοι», δεν είπε ο Σαρτρ;) «Ας μη γελιόμαστε, το σώμα μας χωρίς τα σώματα των υπολοίπων δεν αξίζει τίποτα, απολύτως τίποτα», θα γράψει ο Τζαμιώτης. Καθώς, επίσης και ότι: «Η επικαρπία ενός ξένου σώματος θα είναι πάντοτε το πιο ακριβοθώρητο αγαθό του λειψού κατά τα φαινόμενα κόσμου. Αυτό είναι το μυστικό της ύπαρξής μας, το κυρίαρχο της ζωής, το πολυτιμότερο έπαθλο που μπορεί να διεκδικήσει κανείς, τελικά ή μόνη απτή απόδειξη των τεράστιων ατομικών δυνατοτήτων μας». «Σώματα, ανθρώπινα σώματα, για να ακριβολογώ τα σώματα των άλλων στην υπηρεσία των αναγκών μας».
Νουβέλα που κινείται ανάμεσα στο φιλοσοφικό δοκίμιο, το φανταστικό, διαθέτει ευφυέστατη σύλληψη και πρωτογενή ιδέα και έρχεται να αποδείξει και να αποκαλύψει το συγγραφικό σύμπαν του Κωνσταντίνου Δ. Τζαμιώτη στο οποίο αντικείμενα – σύμβολα και φίνες συγγραφικές εμμονές πηγαινοέρχονται και επικοινωνούν, όπως «η άνιση πάλη μεταξύ ενός ελέφαντα και μιας ινδικής τίγρης»: στη «Συνάντηση» την συναντάμε ως αναπαράσταση σε λαβή στο μπαστούνι του Ισαάκ Κρέιν και στην «Παραβολή» σε πεσσό. Ακριβώς σαν την άνιση πάλη με την «συνείδηση» («ακαταπόνητος αντίπαλος» γαρ) και με τον άλλον (που μπορεί ενίοτε να είναι και ο άλλος μας εαυτός).
Αλληγορία ζωής για ό,τι είμαστε και ενδεχομένως να μην το μάθουμε ποτέ, για όσα νομίζουμε ότι ζούμε ή δεν ζούμε. Διότι και η φαντασία και τα’ όνειρο, είναι μισή ζωή. Και ο Τζαμιώτης σίγουρα ενδιαφέρων και ιδιαίτερος συγγραφέας.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ
ΕΡΓΑ ΤΟΥ:
Ο Κωνσταντίνος Δ. Τζαμιώτης γεννήθηκε στη Λάρισα το 1970 και σήμερα ζει στην Αθήνα.
Σπούδασε κινηματογράφο.
Εργάστηκε στην τηλεόραση, στη διαφήμιση και στον κινηματογράφο.
Συνεργάστηκε ως αρθρογράφος με εφημερίδες και περιοδικά.
Τα τελευταία χρόνια διευθύνει την πολιτιστική έκδοση «highlights».
Προηγούμενα βιβλία του:
«Η συνάντηση» (Ινδικτος, 2002)
«Βαθύ πηγάδι» (Ίνδικτος, 2003)
«Ο βαθμός δυσκολίας» (Ίνδικτος, 2004).
Το πρώτο του θεατρικό έργο «Ουδέτερη ζώνη» απέσπασε το Γ’ Κρατικό Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου θεατρικού συγγραφέα.
«Η συνάντηση» κυκλοφορεί στα ιταλικά(Effigie, 2004).

ΥΓ1: Ο Κωνσταντίνος Δ. Τζαμιώτης θα έπρεπε κανονικά να είναι για μένα «ο συγγραφέας της χρονιάς» εάν δεν ήμουν τόσο βραδυφλεγής όσο όλοι μας. Το βιβλίο, δυστυχώς, είχε εκδοθεί το 2006 και επειδή πια έχει γίνει τόσο… προιόν, τα βιβλία της χρονιάς (κατά συνέπεια και οι συγγραφείς) για τους επαγγελματίες του είδους θα πρέπει να είναι φρέσκα, σαν τα γιαούρτια. Αλλά επειδή ακριβώς είναι πια προιόντα, υπόκεινται και στους νόμους της αγοράς: ό,τι ακούγεται διαβάζουμε, και κολλάμε απ’ όλες τις αναγνωστικές ιώσεις, κατά συνέπεια και γκρίνια!
Το τίμιο θα είναι να λέμε «τα βιβλία της δικής μου χρονιάς» διότι με όοολη αυτή τη φασαρία και τις άπειρες εκδόσεις, το πιο πιθανό είναι να μας έχει ξεφύγει το σημαντικό (ουδέποτε θορυβούσε).
Χρόνια τώρα, δυστυχώς εκ των υστέρων, ζητώ συγγνώμη από έλληνες συγγραφείς που μου ξέφυγαν όταν υπήρξαν πρωτοεμφανιζόμενοι. Και εννοώ μου ξέφυγαν με τα σωστά, και όχι αναφέρθηκα στη δουλειά τους με πέντε γραμμές. Διότι «το καινούργιο» και «το σημαντικό» δεν είναι αυτό που μας χαιδεύει ως αναγνώστες, αλλά εκείνο που μας αντιστέκεται και μας δυσκολεύει. Το «οικείο» αυτομάτως σημαίνει και το παλιό, το φθαρτό, ίσως να είμαι και μυστήριος αναγνώστης. Δεν θέλω να χάνω τον καιρό μου, ούτε να το περνάω «αβρόχοις ποσί» διαβάζοντας. Με ένα βιβλίο δεν θέλω να ξεχνιέμαι, ΔΕΝ ΞΕΧΝΙΕΜΑΙ και ξεχνώ όσα με έκαναν να ξεχαστώ. Είμαι απ’ εκείνους που λογοτεχνία πρωτίστως σημαίνει ύφος, ιστορίες έχουν αφηγηθεί τόσο πολλές, τόσο καλά, τόσο παλιά και επιτέλους όλα έχουνε ειπωθεί, εκείνο που πια μας απομένει είναι ο τρόπος. Ο τρόπος και πέντε χαρακτήρες που θα βασανιστούν απ’ εκείνα που η ανθρωπότης βασανιζόταν πάντα: γέννηση, έρωτας, προδοσία, ελπίδα, μάταιο, θάνατος. Το αίνιγμα που δεν έλυσε ποτέ κανείς αλλά το θέμα είναι και πώς το θέτει κάποιος.
Υπάρχουν, λοιπόν, μέσα στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία κάποιοι που κάνουν θαύματα επ’ αυτού, δεν θα τους αναφέρω… τσουβαληδόν αλλά θα τους ανακαλύψω μαζί σας (και όσους ήδη έχω βρει θα σας τους πω) συν το χρόνω. Το σίγουρο είναι ότι γίνονται θαύματα, αλλά τα θαύματα τα σκοτώνει η ευκολία μας. Διαβάζουμε πια με τρόπο… τηλεοπτικό (ό,τι φτάνει μασημένο στην πολυθρόνα μας). Κι όσοι υποτίθεται είμαστε υποχρεωμένοι να διαβάζουμε πιο προσεκτικά, μας πνίγει όλο αυτό που καταφθάνει στα γραφεία μας καθημερινά. Κατά συνέπεια μου διέφυγε (δικό μου το λάθος) και ο Κωνσταντίνος Δ. Τζαμιώτης. Θα έπρεπε να είναι συγγραφέας χρονιάς με τη «Συνάντηση» που κυκλοφόρησε από την «Ίνδικτο» το 2002.
Αλλά ποτέ δεν είναι αργά για συγγνώμη, ε? Εξάλλου ως βραδυφλεγές άλεφ μου έχει ξανασυμβεί με τον Σπύρο Καρυδάκη. Αλήθεια, εσείς ξέρετε τον Σπύρο Καρυδάκη? (Για τον κύριο Καρυδάκη, όμως, έχω ήδη επανορθώσει, ναι όχι επ’ εδώ).
Συγγνώμη, λοιπόν, σε όσους τ’ αξίζουν και χάθηκαν μέσα στη φασαρία και τα πακέτα. Αυτή η χρονιά, το υπόσχομαι, θα είναι αφιερωμένη σ’ αυτούς!
ΥΓ2: Στον Κωνσταντίνο Δ. Τζαμιώτη (στον οποίο θα επανέλθουμε διότι μαγεύτηκα τόσο που πέρασα με τα άπαντά του «μήνα Τζαμιώτη») έχουν αναφερθεί εξαιρετικά ο φίλος μου Librofilo και ο Δημήτρης Αθηνάκης (αλλά εξακολουθώ να είμαι άλεφ ανάπηρο τεχνολογικά και δεν μπορώ να βάλω παραπομπές).
ΥΓ3: Με φούρια επέστρεψα αλλά είμαι απ’ αυτούς και που γνωρίζω καλά τον τρόμο του άσπρου χαρτιού και υποστηρίζω πως έχουμε σπουδαία λογοτεχνία. Μαζί θα ανακαλύψουμε ό,τι μου ξέφυγε, ό,τι μας ξέφυγε, ναι? Και υποδείξεις δέχομαι! (τις επιζητώ και τις απολαμβάνω).