6/8/14

“Λίλιθ” της Ελένης Γκίκα, Εκδ. “Καλέντης” γράφει ο Αντρέας Κούνιος στην “Αλήθεια” της Κύπρου

Αλλά θα είναι σαν να παραδέχεται ότι ήδη το βρήκε
Τα έχασα. Αλήθεια σας λέω, τα έχασα. Η Ελένη Γκίκα καταγράφει, με τη βοήθεια μεγάλων στοχαστών της ανθρωπότητας, ιδιαιτέρως λογοτεχνών που μετέτρεψαν το σκοτάδι της ψυχής τους σε εκθαμβωτικό φως, τα μυστήρια του έρωτα, με ό,τι σημαίνει πια, στους καιρούς μας, ο έρωτας. Και ποιος έρωτας, εδώ που τα λέμε; Ο σατανικός; Ο αγγελικός; Ο έρωτας που προσφέρει ζωή; Ο έρωτας που προσφέρει θάνατο; Εκπληκτικής ωριμότητας κείμενα ποιητών και πεζογράφων μεταμορφώνουν το ευφυέστατο, σαν αίνιγμα, και αγωνιώδες, σαν θρίλερ, μυθιστόρημα της Γκίκα σε δοξολογία της ωριμότητας με την οποία προίκισε ο Θεός, αλήθεια, όμως, ποιος Θεός; εμβληματικές μορφές της γραφής που βυθίστηκαν, εθελοντικά, στον ζοφερό ωκεανό της ύπαρξης. Ή της ανυπαρξίας - είναι ζήτημα ερμηνείας. Βέβαια, για να μην περιοριστώ στα δάνεια επιφανών προσωπικοτήτων του πνεύματος, η γραφή της Γκίκα είναι όμορφη, όσο και η ανεμώνα που μόλις φυτρώνει στην όχθη του ποταμού. Η ηρωίδα της, σπαρακτικά ειλικρινής, ανασύρει από τα έγκατα της μνήμης της, αλλά και από τα σπλάχνα της Γης, εικόνες, πρόσωπα, στιγμιότυπα, αγάπες, μίση, βιτριολικές στιχομυθίες και, τελικά, τα πάντα καταλήγουν στην κεντρική πηγή που δεν είναι άλλη από τη γνώση. Μα, άμα το σκεφτείς καλύτερα, και η γνώση κρύβει πειρασμούς. Η γνώση κι αν κρύβει πειρασμούς.
Πραγματικά, μην στερήσετε από τον εαυτό σας αυτό το σαγηνευτικό ταξίδι στον αντιφατικό, εξ ου και συναρπαστικό, κόσμο της λογοτεχνίας.
«Πρωτεϊκή, γήινη και αστρική, υπακούοντας αθέλητα σε μια αλλόκοτη παράκληση, που κατά βάθος υπήρξε για κείνη διαταγή, η Λίλιθ θα ανακαλύψει μυστηριωδώς σε ένα παλαιοβιβλιοπωλείο σαράντα έξι ερωτικές επιστολές, και η τοξίνη των λέξεων θα της αλλάξει έκτοτε τη ζωή. «Από γράμμα σε γράμμα», θα αγγίξει την άβυσσο, θα βυθιστεί στο σκοτάδι της αμφιβολίας, θα αναζητήσει την ασφάλεια της δικής της ανασκαφής, μα τελικά θα γίνει η Μ. Θα θελήσει να μάθει, θα πονέσει, θα ερωτευτεί· και θα αρνηθεί. Και μπορεί να σωθεί».
Σκονισμένα βιβλία που, ίσως, μένουν αζήτητα στο ράφι, ξεθωριασμένοι στίχοι που, όμως, λάμπουν σαν γαλαξίες, χυμώδεις αναφορές για την απώλεια γενικά, το θάνατο ειδικά, το στροβίλισμα του έρωτα, τις αναζητήσεις που σκοντάφτουν επάνω σε φυσικά εμπόδια, τις φιλοδοξίες που ακυρώνονται από ηθικά εμπόδια και, πλάι σ' αυτά, η θεμιτή περιέργεια της κεντρικής ηρωίδας η οποία θα αναζητήσει, την άγνωστη των επιστολών και, φυσικά, και τον παραλήπτη τους.
«Στο τηλέφωνο - παραδόξως την ξαναπαίρνει - το έχει αποφασίσει ήδη. Δε θα του πει. «Λοιπόν; Ανακάλυψες κάτι καλό; Εκείνο το βιβλίο το έψαξες; Μου το βρήκες; Πήγες στον Φρανκ Ντόελ, και δεν είχε τίποτε ο παλαιοπώλης να σου πει;» Πίνει μια γουλιά νερό. «Είσαι εκεί;» τον ακούει. Ξαναπίνει και πνίγεται. «Καλά, σ' αφήνω. Ακόμα δε θέλεις να μου πεις». Τον ακούει να την παροτρύνει να μείνει, να πάρει τον χρόνο της - δεν είναι μόνο στο ναό του Ποσειδώνος της η ανασκαφή. Για εκείνη που ξέρει, το παρελθόν δεν είναι ούτε τετελεσμένη ούτε μη αναστρέψιμη εποχή. Μόλις κλείνουν θέλει να βάλει τα κλάματα. Την ασφαλίζει το αναπότρεπτο! Την έχει σώσει το τετελεσμένο. Το «ό,τι έγινε έγινε» και πώς αλλάζει; Εκτός κι αν εννοεί την επανάληψη της αιώνιας σκηνής. Αλλά είναι θέμα του υποκειμένου αν θα την ξαναζήσει. Δεν είναι αντικείμενο το υποκείμενο, και δε θα με κάνεις εσύ, θα 'θελε να του πει. Αλλά θα είναι σαν να παραδέχεται ότι ήδη το βρήκε. Αυτό που εκείνος ήδη το ξέρει κι αυτή για την ώρα σχεδόν το αγνοεί (σ.σ.93-94).
*Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΚΑΛΕΝΤΗΣ. Σελίδες: 662.

Γύρισα κι έκλαψα. Με λυγμούς
«Πόσες φορές θα σου το πω, άλλαξα! Έγινα άλλη κι άλλαξα ζωή!» Κι εκείνος εκεί να επιμένει, «Όμως, τα ρούχα σου χορεύουν». Δεν «ξαναπαίζω φλάουτο με την σπονδυλική μου στήλη» θα 'θελα να του πω. Ό,τι είναι να γράψω θα βρίσκεται σ' εκείνο που ήδη έχει συντελεστεί. «Μεγάλωσα πια, πώς να στο πω! Το θεωρώ, άκομψο; παράταιρο; ανόητο; πώς να στο πω πια το περιφρονώ σαν είδος για να σου γράψω ερωτικό! Δεν το μπορώ! Και έρωτας με παραγγελιά γίνεται; δεν γίνεται!» «Δεν ερωτεύτηκες ποτέ;» «Ναι, τα χαλάσματα και τα μάρμαρα». «Και την Αιώνια Επιστροφή; Πώς μπόρεσες να την γράψεις τότε;» «Δεν ήταν έρωτας αυτό, ήταν η αρρώστια του έρωτα». «Υπάρχει έρωτας για σένα που να μην είναι αρρώστια;» «Υπάρχει λογοτεχνία για σένα που να μην είναι αγορά;» «Δεν το καταλαβαίνεις; Δεν θα ναι 'ρομάντζο από σένα, θα είναι πληγή». «Προτιμώ πια τις πληγές της γης απ' τις δικές μου, εξάλλου είναι πιο σοφές αυτές της ιστορίας. Ξαναδιαβάζω Μεσαίωνα, κάτι μου κάνει μια ιστορία με μάγισσες και Ιεροεξεταστές». «Κι οι εραστές μάγοι είναι». «Κι εσύ ανήκεις στους Ιεροεξεταστές». «Είπες ναι;» «Κατάλαβέ το, ένας έρωτας είναι ζωτικό ψεύδος για αφελείς, σε ποιον θα είχε να πει κάτι μια ερωτική ιστορία;» Γύρισα κι ήμουν ράκος. Δυστυχώς τον εκτιμούσα πολύ. Σπάνιο μέταλλο εκδότη, ποτέ δεν έπεφτε ποτέ έξω, μόνο μαζί μου, και δεν μπορώ - ποτέ μου δεν μπόρεσα- και να την καταλάβω αυτή την εμμονή. «Μέχρι Ιστορικό Μυθιστόρημα», του το ξεκαθάρισα. «Άντε, μήπως θα 'θελες και Ιστορικό παραμύθι;» Από το Δοκίμιο και τις αρχαιολογικές ανασκαφές είναι σα να 'χω κάνει δέκα φορές τον γύρο της γης. Θυμάται εκείνο το αρρωστημένο κάποτε, και να πεις πώς πούλησε; Είδηση δεν το πήραν! Μόνο αυτός! Κι άλλος κανείς! Αυτός που ξέρει την ιστορία προτού την καταλάβει ο ίδιος της ο συγγραφέας! Εκείνος που γνωρίζει τι θα του γράψεις και πώς από πριν! Εκείνος που το παίζει και είναι ένας μεγάλος Θαυματοποιός, «αυτό θα γράψεις!» κι είναι χρησμός, αυτό για τους συγγραφείς του είναι πάντα μια αλλόκοτη προφητεία (σ.σ.26-27).








5/8/14

Κριτική για το βιβλίο «Λίλιθ από γράμμα σε γράμμα» της Ελένης Γκίκα, εκδ. «Καλέντης» από την Τούλα Τίγκα

Η Λίλιθ κι εμείς στην κρύπτη των λέξεων και των βιβλίων.  
Γράφει η Τούλα Τίγκα.

Η αναγνωστική μου συνήθεια έγινε ανάγκη όταν εισέβαλε ξαφνικά σε ένα από τα μεσημέρια του Ιουλίου μου η «Λίλιθ»! Έτσι δεν συμβαίνει πάντα με ήρωες και ηρωίδες , βιβλία και συγγραφείς που μας κατακτούν από τις πρώτες σελίδες; Και η Ελένη Γκίκα την ξέρει καλά αυτή την τέχνη: να μας κατακτάει με τη γραφή της μόλις βρεθούμε μπροστά στους ήρωές της .
Λέω για το πρόσφατο βιβλίο της Ελένης Γκίκα από τις εκδόσεις Καλέντης «Λίλιθ, από γράμμα σε γράμμα» που με ακολουθεί από το Πήλιο εδώ στην Τήνο και θα με ακολουθεί για πολύ κι αφού τελειώσει το καλοκαίρι και οι μετακινήσεις μου. Από γράμμα σε γράμμα , από ξάφνιασμα σε ξάφνιασμα, από θάλασσα σε θάλασσα και από μέρα σε μέρα, στις αποσκευές μου και στη σκέψη μου αυτό το βιβλίο .
Η Λίλιθ, ένα μυθολογικό σύμβολο και οι μύθοι που ακολουθούν το όνομά της. Η Λίλιθ που αγαπάει τις ανασκαφές «για να βαδίζει αντίστροφα προς τα πίσω και να μαντεύει εκείνο που δεν θα αλλάξει» αλλά και τις ανασκαφές εντός της «για να βρει τα κτερίσματα των χαμένων ερώτων της, των λαθών της και των προγόνων». Η Λίλιθ που έχει ένα σπίτι με τοίχους από βιβλία και πιστεύει πως «όλα είναι εκεί μέσα, στην κρύπτη των βιβλίων» και που προσπαθεί να «τακτοποιήσει το χάος της ερωτικής φουρτούνας της ακόμα μία φορά - ελπίζοντας πάντα για τελευταία φορά».
Ο εκδότης της τής ζητά να γράψει μια ερωτική ιστορία. Αρνείται αρχικά, αλλά ενδίδει στο τέλος γιατί εκείνος επιμένει - εκείνος που είναι ένας άνθρωπος σημαντικός στον εκδοτικό χώρο αλλά αθέατος στις σελίδες του βιβλίου. Απών όμως γοητευτικός μέσα από τους στίχους που της στέλνει, μέσα από τα μηνύματα που αφήνει στον υπολογιστή της με αναφορές σε βιβλία και ποιήματα , μέσα από την παρουσία του στη σκέψη της και την επιμονή του να τη βάλει να γράψει μια ερωτική ιστορία, αυτή, τη Λίλιθ, για την οποία «ο έρωτας είναι πληγή».
Τη στέλνει στο Λονδίνο να αναζητήσει την άκρη του νήματος και το θέμα της ιστορίας της. Και τα βρίσκει σε ένα πακέτο επιστολές μιας Μ. μιας άκρως ερωτευμένης κοπέλας που γράφει ερωτικές επιστολές – 46 τον αριθμό - σε έναν Γ. έναν άνδρα πανίσχυρο που γίνεται τόσο σημαντικός γι αυτή ώστε επί χρόνια κυριαρχεί στη σκέψη της, αλλάζει τη ζωή της - και ας τον έχει συναντήσει ελάχιστες φορές.
Ώσπου διαβάζοντας τα γράμματά της η Λίλιθ δίνει ένα πρόσωπο σ’ εκείνο το κορίτσι και τέλος ταυτίζεται και η ίδια μαζί του …
Δεν είναι μόνο οι ήρωες που τους λατρεύεις , δεν είναι η γραφή που σε γοητεύει , δεν είναι ο έρωτας και ο θάνατος – οι δύο πόλοι της ζωής –που δίνονται τόσο καταλυτικά σ’ αυτό το βιβλίο, είναι κυρίως το ταξίδι στον κόσμο του έρωτα και της Λογοτεχνίας.
Όπως ο Βέρν μας έβαλε κάποτε, έκθαμβους έφηβους , να τον ακολουθούμε μαζί με τους ήρωές του στο «Γύρο του κόσμου σε 80 μέρες», η Γκίκα μας βάζει, έκθαμβους επίσης ενήλικες να την ακολουθούμε στον Γύρο του έρωτα και της λογοτεχνίας σε 662 σελίδες.
Διαβάζοντας τα γράμματα της Μ. προς τον Γ. «που θα τον αγαπάει πάντα και για πάντα» χωρίς να μπορεί ωστόσο να ζήσει μαζί του , η Λίλιθ παλεύει μόνη της χωρίς να ξέρει πού θα φτάσει. Μέχρι που καθώς ταυτίζεται με τη Μ. φτάνει στο σημείο «να μοιράζεται μαζί της τον έρωτα και την απόγνωση». Και γίνεται για ακόμα μία φορά κομμάτια.
Και η Γκίκα με έναν τρόπο θαυμαστό ξεγλιστράει από την ιστορία που αφηγείται και δημιουργεί ρωγμές φωτεινές απ’ όπου μπορεί κανείς να δει τον μαγικό κόσμο, ενίοτε καταστροφικό και καταθλιπτικό, συγγραφέων και ποιητών, φιλοσόφων και ψυχαναλυτών, σκηνοθετών και στοχαστών –μέτρησα πάνω από 50 - μέσα από τη ζωή των ηρώων τους ή τη δική τους. Και δεν μπορείς να πάρεις ανάσα! Καλά λένε πως η ζωή δεν μετριέται με τις ανάσες που παίρνεις αλλά με το πόσες φορές σου κόβεται η ανάσα! Κάπως έτσι κι εδώ .
Από γράμμα σε γράμμα της Μ. προς τον Γ. η Λίλιθ και μαζί της ο αναγνώστης ξεκλειδώνει πόρτες, διεισδύει στα άδυτα της ψυχής και της αγάπης αυτής της γυναίκας αλλά βγαίνοντας από κει , βρίσκεται διαρκώς καταμεσής ενός λογοτεχνικού σύμπαντος που άλλοτε τον θαμπώνει καθώς αστράφτει με το κάλλος του και άλλοτε τον θλίβει καθώς ασθμαίνει από οδύνη και αυτοκαταστρέφεται .
«Η απουσία και το ανέφικτο γίνεται η κινητήρια δύναμη της δημιουργίας» λέει ο Μπόρις Σιρούλκιν – τόσο αληθινό ! Δεν τον ήξερα μαζί με άλλους πολλούς που γνώρισα χάρις σ’ αυτό το βιβλίο και που η Γκίκα με προκαλεί να τους γνωρίσω καλύτερα- δεν είναι τελικά ο ρόλος του συγγραφέα να σε πάει βήματα πιο μπροστά από κει που είσαι; Είναι!
«Για κάποιους ανθρώπους η λογοτεχνία είναι μοίρα !»λέει η Γκίκα μιλώντας για τον Κάφκα .
Ο Ιβάν Κλίμα «Η ζωή είναι θλιβερή εκτός από τις σπάνιες στιγμές που σκάει μύτη η αγάπη». Ο Πεσσόα «Να μην είσαι τίποτα για να μπορείς να είσαι τα πάντα». Ο Ρομπέρτο Μπολάνιο «Η λέξη τέχνη, είναι η λέξη που εξημερώνει τα θηρία» Η Έμιλι Ντίκινσον που «δεν ήξερε πώς να μεγαλώσει»- Διαλέξτε ποιον θα υπηρετήσετε . Εγώ υπηρετώ τη μνήμη». Ο Σοπενάουερ και οι «ματαιώσεις που καθορίζουν τη ζωή μας» και η Σύλβια Πλαθ «που ήταν ολόκληρη ένα σώμα και ήταν προαποφασισμένη να συναντήσει το θάνατο» . Ο Σοφοκλής με τις Τραχίνιες και τον Ηρακλή του που έβγαλε πέρα νικητής και τους 12 άθλους του αλλά νικήθηκε τελικά από τον έρωτα. Ο Ίρβιν Γιάλομ « Όλοι αυτοί που φοβούνται περισσότερο το θάνατο είναι εκείνοι που τον πλησιάζουν με πολύ μεγάλο κομμάτι αβίωτης ζωής μέσα τους»
Η «Πλατιά θάλασσα των Σαργασσών» της Τζιν Ρις σαν συνέχεια της Τζέην Έυρ της Μπροντέ με την Μπέρθα , την τρελή σύζυγο του Ρότσεστερ να πρωταγωνιστεί, νεαρή πανέμορφη Κρεολή κληρονόμος που ζει στην Τζαμάικα και συναντάει τον Άγγλο τζέντλεμαν. Οι ηρωίδες του Καβαμπάτα , της Ογκάουα , του Μουρακάμι με έρωτες που αγγίζουν τα άκρα .
Ο Φιτζέραλντ με τη Νικόλ Ντράιβερ ηρωίδα του στο «Τρυφερή είναι η νύχτα» και τη Ζέλντα ηρωίδα της ζωής του. Η Λου Σαλομέ η μούσα του Νίτσε του Ρίλκε και του Φρόιντ, η μοιραία γυναίκα ισχυρών ανδρών που έζησε ολόκληρη ζωή με ανησυχίες, τέχνη και απόλαυση απολαμβάνοντας ακόμα και τα γεράματά της .Και η Βιρτζίνια Γούλφ. «Όλοι οι συγγραφείς είναι δυστυχισμένοι. Είναι οι άνθρωποι χωρίς λέξεις που είναι ευτυχισμένοι . Οι γυναίκες στον κήπο του εξοχικού τους σπιτιού».
Στα γράμματα της Μ προς τον Γ που η Λίλιθ διαβάζοντας τα, αισθάνεται πως της έχουν αλλάξει τη ζωή, εναλλάσσεται η τρυφερότητα με την απόγνωση, το ανέφικτο αυτού του έρωτα με την ευλογία μιας αγάπης καταλυτικής . Φράσεις όπως « Πριν δέκα χρόνια σου είπα σ’ αγαπώ. Θα τρόμαζες αν ήξερες πόσο!» Ή «Η τύχη μου στη ζωή είναι που σε γνώρισα . Όλα τα άλλα είναι ανούσια». Και « Ας ερωτευθούμε ή ας απογοητευθούμε, αυτό είναι ζωή … αυτό είναι στιγμή και η στιγμή τα περιέχει όλα»
Μόνον αυτά; Όχι! Δεκάδες φορές τόσα ! Είπαμε, σου κόβεται η ανάσα καθώς τα γράμματα της Μ. γίνονται γέφυρες για να περάσεις σε ένα μαγικό απέναντι και από κει σε ένα άλλο και ένα άλλο για να βρεις ψήγματα του εαυτού σου σε ιστορίες που έγραψαν συγγραφείς και ιστορίες που έγραψε και γράφει η ίδια η ζωή.
Και κάτι ακόμα! Γνωστή η κριτική ματιά της Γκίκα καθώς σχολιάζει , ήρωες, συγγραφείς και βιβλία από στήλες των εφημερίδων. Αλλά εδώ, αυτό το σύνολο των κριτικών σχολίων για τόσους συγγραφείς και τόσα έργα, τα σχόλιά της για τον έρωτα, τη ζωή, το θάνατο , όλη αυτή η συγκεντρωμένη ποσότητα και συμπυκνωμένη ποιότητα σχολιασμών, είναι ένας επιπλέον λόγος για να διαβάσει κανείς αυτό το βιβλίο .
Τι κρίμα να μην μπορώ να μιλήσω καλύτερα γι αυτό το βιβλίο και όπως του αξίζει ! Θέλει γερό μολύβι να γράψει κανείς γι αυτό κι εγώ δεν διαθέτω παρά ένα μικρό μολυβάκι για να υπογραμμίζω ό,τι μου αρέσει και να σημειώνω στα περιθώρια όσα μ’ αγγίζουν ή με πονάνε. Δεν είμαι βιβλιοκριτικός να σας κάνω με τον σωστό τρόπο να το προσεγγίσετε και να το αγαπήσετε. Αναγνώστρια είμαι και ως αναγνώστρια δεν κατέχω την τέχνη των κριτικών . Ξέρω μόνο τι σημαίνει να σε καθηλώνει ένα βιβλίο. Και αυτό δεν μπορώ δυστυχώς να το περιγράψω γιατί είναι από αυτά που τα νιώθει κανείς και δεν εξηγούνται ούτε περιγράφονται.
Άλλωστε , όπως μας υπενθυμίζει η Γκίκα , η Φωτεινή Τσαλίκογλου λέει «Ο κάθε αναγνώστης θα κάνει τη δική του ανάγνωση. Αυτή δεν είναι η μαγική λειτουργία της συνδημιουργίας αναγνώστη και συγγραφέα;» Ναι, αυτή είναι τελικά.
Η Τούλα Τίγκα είναι συγγραφέας.