23/2/09

Εξόριστοι, ούτως ή άλλως!

«ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ» του Μπέρνχαρντ Σλινκ, Μετάφραση: Αλέξανδρος Κάιμπελ, Εκδ. «Κριτική», σελ. 248, τιμή: 16 ευρώ.

«Ζούμε εξόριστοι. Αυτό που ήμασταν και θέλαμε να παραμείνουμε και ίσως αυτό που είχαμε προορισμό να είμαστε, αυτό το χάνουμε. Ωστόσο σε αντάλλαγμα βρίσκουμε κάτι άλλο. Ακόμη κι όταν νομίζουμε ότι έχουμε βρει αυτό που ψάχνουμε, στην πραγματικότητα είναι κάτι άλλο».
«Ίσως αυτό είναι που ξεχωρίζει τον τρομοκράτη. Δεν αντέχει να ζει εξόριστος. Θέλει να φτιάξει με τις βόμβες την πατρίδα που ονειρεύεται».
Με το βιβλίο του «Διαβάζοντας στη Χάννα» να κάνει το κινηματογραφικό ντεμπούτο και να θέτει ζητήματα που άπτονται της ύπαρξής μας και της νεώτερης ιστορίας (η γερμανική ενοχή απέναντι στους εβραίους) ο συγγραφέας Μπέρνχαρντ Σλινκ στο καινούργιο του μυθιστόρημα αγγίζει ένα έτερο φλέγον ζήτημα, εκείνο του ένοπλου αγώνα. Της κρατικής βίας που γεννά βία και της ανθρώπινης εξορίας από την γη της Επαγγελίας των ονείρων μας.
Η ιστορία αρχίζει με την αποφυλάκιση του Γιοργκ (μέλος της αντιεξουσιαστικής ομάδας Μπάαντερ- Μάινχοφ) μετά από είκοσι χρόνια. Η αδελφή του, επιθυμώντας να «γιορτάσει» την έξοδό του και να φροντίσει την επανένταξη, του ετοιμάζει ένα Σαββατοκύριακο στην εξοχή με παλιούς φίλους.
Ένα Σαββατοκύριακο, όμως, το οποίο εντέλει αρκεί για να γνωρίσει ο αναγνώστης τον Χένερ, επιτυχημένο πια δημοσιογράφο. Την Ίλζε, δασκάλα που ονειρεύεται να γίνει συγγραφέας και προσπαθεί να το κάνει. Τον Ούλριχ, επιχειρηματία οδοντοτεχνίτη. Την Κάριν, μειλίχια επίσκοπο πια όπως οφείλει. Τον δικηγόρο Αντρέας και τον Μάρκο, νεαρό που ευελπιστεί να ξαναδεί τον ήρωά του να επιστρέφει στον αγώνα. Τις οικογένειες των φίλων καθώς και την Κριστίνε, την αδελφή του Γιοργκ φυσικά, με την φίλη της Μαργκαρέτε που έχει επιστρέψει στον τόπο γέννησής της και απολαμβάνει τα ελάχιστα διότι «ο καθένας έχει τη ζωή που επιθυμεί», και «άλλοι φεύγουν, άλλοι παραμένουν για πάντα και κάποιοι άλλοι επιστρέφουν».
Το Σαββατοκύριακο αυτό θα σταθεί καθοριστικό και αποφασιστικό, σαν ομαδικό ψυχαναλυτικό ντιβάνι για να ξεπηδήσουν όλες οι πληγές, όλες οι μνήμες, τα μικρά ή μεγάλα μυστικά και οι προδοσίες. Όλοι μέσα στον χρόνο έχουν γίνει ήδη αλλιώς και έχουν ζήσει μια ζωή ερήμην ή τη ζωή ενός άλλου. Αλλά ακόμα κι εκείνοι που έχουν ζήσει «την δική τους ζωή», «για ένα άδειο πουκάμισο- διαπιστώνουν σήμερα- για μιαν Ελένη».
Και μέσα σε όλους αυτούς και ένα νεαρό παιδί, που αποδεικνύεται ο άγνωστος γιος του τρομοκράτη, έτοιμος «να δικάσει» - όπως όλα τα παιδιά του κόσμου- τον πατέρα: «Είχατε θυμώσει με τη γενιά των πατεράδων σας, με τη γενιά των δολοφόνων, αλλά γίνατε κι εσείς ακριβώς το ίδιο. Θα ‘πρεπε να ξέρεις τι σημαίνει να είσαι παιδί δολοφόνου, κι έγινες πατέρας δολοφόνος, ο δικός μου πατέρας δολοφόνος. Έτσι όπως φαίνεσαι και μιλάς, δε μετανιώνεις για τίποτε απ’ όσα έχεις κάνει. Το μόνο που σε στενοχωρεί είναι ότι η υπόθεση πήγε στραβά και ότι σ’ έπιασαν και πήγες φυλακή. Δε στενοχωριέσαι για τους άλλους, στενοχωριέσαι μόνο για τον εαυτό σου».
Και μέσα σε όλα αυτά και η Ίλζε με το μυθιστόρημα που αποτελεί ενδεχομένως μιαν εκδοχή της όντως ζωής, διότι αφορά τον φίλο τους τον Γιαν, κατά τον Γιοργκ «τον καθαρότερο όλων». Κατά την ιστορία, αυτόχειρα- φυγά από την καθημερινή του ζωή, για να μπορέσει απερίσπαστος να αφοσιωθεί στον αγώνα:
«Σκεφτόταν τη ζωή που τον περίμενε. Μια ζωή φυγάδα και χωρίς κάποιο μέρος, όπου θα μπορούσε να ελπίζει ότι θα φτάσει να ξεκουραστεί». Κι όμως «ένιωθε ανάλαφρος και ελεύθερος. Τέρμα πια στους ψεύτικους συμβιβασμούς της παλιάς του ζωής. Επιτέλους ζούσε μες στην αυταπάρνηση, στην απολυτότητα, στη μοναδικότητα του αγώνα. Ήταν ελεύθερος, δε χρωστούσε σε κανέναν, δεν είχε υποχρέωση σε καμιά αγάπη, σε καμιά φιλία, σε κανένα σεβασμό, το μόνο του καθήκον ήταν ν’ αφοσιωθεί στην αποστολή. Τι ευτυχία, τι μεθύσι ελευθερίας!».
Και μέσα σ’ όλα αυτά και «η παρηγοριά» από τον Ούλριχ:
«Είμαι ο μεγαλύτερος της παρέας, και ούτε εγώ ξέρω κάποιον που να πραγματοποίησε στη ζωή του όλα τα όνειρα. Αυτό δεν σημαίνει ότι η ζωή δεν αξίζει τίποτε. Η γυναίκα μπορεί να είναι καλή ακόμη κι αν δεν είναι ο μεγάλος έρωτας, το σπίτι μπορεί να είναι ωραίο, ακόμη κι αν δεν έχει δέντρα ολόγυρα, και το επάγγελμα μπορεί να είναι αξιοσέβαστο και με καλό εισόδημα, παρόλο που δεν αλλάζει τον κόσμο. Όλα έχουν κάποια αξία κι όμως μπορεί να μην είναι αυτό που ονειρεύτηκες. Αυτός δεν είναι λόγος ν’ απογοητευτείς ούτε λόγος να εκβιάσεις κάτι».
Ένα ψυχαναλυτικό, «πολιτικό», αγρίως υπαρξιακό σαββατοκύριακο που τα εμπεριέχει όλα: την ιστορία και την πολιτική, την τρομοκρατία και την καθεστηκυία τάξη, τον έρωτα και την μοναξιά, την πατρότητα, την οικογένεια και τη φιλία, τους ρόλους με τα ασαφή όρια, την ανθρώπινη ψυχή, την επανάσταση, τη νοσταλγία για μιαν Εδέμ και την ανθρώπινη μοίρα. Την ενοχή και το ιστορικό χρέος. Το σωστό και το λάθος που αλλάζουν χρώμα ανάλογα με την οπτική γωνία. «Το νόημα» που έχει ή δεν έχει «αυτή η σκατοζωή». Διότι «η ζωή του καθενός πρέπει να έχει κάποιο νόημα».
Ένα βιβλίο 248 σελίδων αντάξιο της Χάννα («Διαβάζοντας στη Χάννα»).Μια ιστορία ίσως και της αυτής συλλογιστικής.


ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ-
ΕΡΓΑ ΤΟΥ:
Ο Μπέρνχαρντ Σλινκ γεννήθηκε το 1944 στο Μπίλεφελντ της Γερμανίας και μεγάλωσε στη Χαιδελβέργη και στο Μάνχαιμ. Είναι καθηγητής του Δημοσίου Δικαίου και Φιλοσοφίας του Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Χούμπολντ του Βερολίνου και δικαστής.
Έγινε παγκόσμια γνωστός με το μυθιστόρημά του που κυκλοφορεί στα Ελληνικά με τίτλο «Διαβάζοντας στη Χάννα» (Κριτική 1998) και έγινε bestseller σε όλο τον κόσμο, σημειώνοντας ιδιαίτερη επιτυχία στην Ευρώπη, την Ιαπωνία και την Αμερική.
Τα αστυνομικά του μυθιστορήματα «Απόδοση δικαιοσύνης», «Ο γόρδιος φιόγκος», «Τα ίχνη του χρήματος», εξαιρετικά δείγματα αστυνομικής πλοκής που έχουν τιμηθεί με λογοτεχνικές διακρίσεις, καθώς και η συλλογή διηγημάτων «Ερωτικές αποδράσεις» κυκλοφορούν επίσης στις εκδόσεις «Κριτική».
Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε 43 γλώσσες, ενώ το «Διαβάζοντας στη Χάννα» μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη με τίτλο «Σφραγισμένα χείλη».

16/2/09

H ίσαλος γραμμή της ζωής μας

«ΘΑΜΜΕΝΑ ΜΥΣΤΙΚΑ» της Ρουθ Ρέντελ, Μετάφραση: Ερρίκος Μπαρτζινόπουλος, Εκδ. «Μεταίχμιο», σελ. 384, τιμή: 19 ευρώ.

«Η ζωή δεν είναι παρά μια διαδικασία μετατροπής ζωηρών μικρών κουταβιών σε ψωριάρικα παλιόσκυλα, και ο άνθρωπος τίποτε άλλο παρά ένα όργανο μετατροπής του κόκκινου κρασιού Σιράζ σε ούρα».
Με αστυνόμους και επιθεωρητές που συνομιλούν ανταλλάσσοντας ατάκες από τον Ισαάκ Ντίνεσεν (Κάρεν Μπλίξεν) όπως αυτό- απόσπασμα που θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως… η κεντρική ιδέα του βιβλίου, η Ρουθ Ρέντελ κτίζει με αφάνταστη μαστοριά ένα, στη βάση του, βιβλιοφιλικό θρίλερ.
Η αγάπη της προς τα βιβλία, εξάλλου, πασιφανής:
«Η οργή έχει και τα προνόμιά της, όπως λέει ένας ήρωας του Σαίξπηρ» (φράση από τον Κόμη του Κεντ στον βασιλιά Ληρ).
«Η δόξα είναι το κεντρί που το αθώο πνεύμα ανυψώνει» (στίχος του άγγλου ποιητή Τζον Μίλτον).
Όλα διαδραματίζονται σε μια επαρχιακή κωμόπολη στην βρετανική εξοχή και ξεκινούν από μια… ρομαντική παράνομη βόλτα στο δάσος, του Τομ Μπέλμπουρι με την Χάνι, σκυλί ιδιοφυές που διέθετε το… χάρισμα να ανιχνεύει μανιτάρια γένους Tuber, ήτοι τρούφες που συνήθως μοσχοπουλούσε. Αλλά αυτή τη χρονιά, το χωράφι του γερο Γκρίμπλ, επιφύλαξε εκπλήξεις. Ένα… ανθρώπινο χέρι αντί τρούφας!
Ο επιθεωρητής Γουέξφορντ και η ομάδα του θα χρειαστεί να τραβήξουν πολλά, μέχρι να βγάλουν μιαν άκρη.
Ο σημερινός κάτοχος του χωραφιού, Τζον Γκριμπλ, αρνείται πεισματικά απ’ την αρχή να συνεργαστεί. Κι η τάφρος που είχε ανοιχτεί, προσμένοντας για να χτίσει τα τέσσερα κτήρια, κλείστηκε εδώ και πολλά χρόνια εν μια νυκτί, μετά την άρνηση που έλαβε ο ιδιοκτήτης του από την πολεοδομία.
Οι γείτονες, μοιάζουν σχεδόν να αγνοούν και να τον αγνοούν. Και τα αρχεία των εξαφανισμένων μετρούν μόνο έτη επτά, ενώ ο θαμμένος σκελετός έντεκα χρόνια.
Και σα να μη φτάνει αυτό, ανακαλύπτεται κι έτερο πτώμα (επτά ετών) στο παράσπιτο, μέσ’ στο κελάρι.
Ο Τζον και η Κάθλιν Γκριμπλ δηλώνουν άγνοια θυμωμένοι με τους πάντες.
Οι Τριντάουν, ένα περίεργο… ζεύγος μετά δυο συζύγων (η τέως κυρία Τριντάουν συνυπάρχει αρμονικότατα με την νυν κυρία Τριντάουν) και ο ετοιμοθάνατος διάσημος συγγραφέας είναι μια κάποια λύση, εφόσον γειτονεύουν με το χωράφι και μοιάζουν να μην… αγνοούν τα πάντα, τουλάχιστον οι δυο κυρίες απ’ τις οποίες ξεφεύγουν πολλά.
Οι πρώτες αχτίδες φωτός θα ξεχυθούν τυχαία από μια… εφημερίδα.
«Εξαφανίστηκε χωρίς ίχνη» ο τίτλος. Και ο υπότιτλος: Ο χαμένος πατέρας. Προδημοσίευση από το βιβλίο της Σελίνα Χέξαμ για τον εξαφανισμένο εδώ και έντεκα χρόνια, πατέρα.
Η συγγραφέας ξετυλίγει τον μίτο της ιστορίας με δεξιοτεχνία. Πατώντας από αίνιγμα σε αίνιγμα και μυστήριο σε μυστήριο, ενώνει πόλεις, επαρχίες, γεγονότα, πρόσωπα και εποχές.
Στο μεταξύ, οι «ένοχοι» ανακαλύπτονται ενώ είναι ήδη… νεκροί ή με το ενάμιση πόδι ήδη στην ενοχή ή στο επέκεινα. Αόρατα νήματα συνδέουν με τρόπο αριστοτεχνικό τους πρωταγωνιστές (η κόρη του Γουέξφορντ θα παίξει στον «Χαμένο Παράδεισο» του Τριντάουν) και μέσα σε όλα αυτά, θα τεθεί και το μείζον ζήτημα της κλειτοριδεκτομής των Σομαλών που ζουν στην Βρετανία.
Ο… χαμένος παράδεισος θα αποδειχθεί τελικά, το… χαμένο κλειδί και η λύση που ήταν κυριολεκτικά κάτω από τη μύτη τους, θα φανεί λίγο πριν από το τέλος.
Στο μεταξύ, ο αναγνώστης θα έχει απολαύσει: την γριφώδη και ατμοσφαιρική αφήγηση. Τους αντιφατικούς και πολυδαίδαλους χαρακτήρες. Διλήμματα εθνικότητας, παράδοσης και προβληματισμούς μιας πολυπολιτισμικής κοινωνίας που ηθελημένα ή αθέλητα συμβιώνει. Συγγραφικούς και ηθικούς περιορισμούς και το ζήτημα της πνευματικής κλοπής και ιδιοκτησίας. Συγγραφικές εμμονές, έρευνες και παραλλαγές γύρω από το αυτό θέμα.
Το αποτέλεσμα, μια ιστορία που κινείται σε δυο επίπεδα: στο παρόν και στα κρυμμένα μυστικά που ξεθάβονται σαν αρχαία χώρα.
Η συγγραφική μαεστρία αφορά ακριβώς το… τράβηγμα του πέπλου: αργά και έξυπνα, σχεδόν ιδιοφυώς, με επίκεντρο πάντα τα ανθρώπινα πάθη και λάθη. Την επιβίωση και την δόξα, την διαδικασία αυτής καθ’ εαυτής της γραφής. Εφόσον τα πάντα στριφογυρίζουν σε μια ήδη… γραμμένη, χαμένη ιστορία.
Κι όσο για το ζητούμενο, θα απομείνει η αλήθεια. Τόσο πολύ δαιδαλώδης και πολυσύνθετη κι αυτή! Ζούμε εξάλλου σε μια εποχή που όλο και εκλείπει το άσπρο-μαύρο.
Κι όσο για την αλήθεια, αντικρίζει το φως του ήλιου, πάντα:
«Η μέρα που εκείνος έφυγε παραμένει πολύ ζωντανή στο μυαλό μου και όχι μόνο επειδή ήταν η μέρα που έχασα τον πατέρα μου. Ήταν επίσης η μέρα που χάραξε μια γραμμή ανάμεσα στα ευτυχισμένα και ανέμελα παιδικά μου χρόνια και στην υπόλοιπη ζωή μου, μια συγκεκριμένη γραμμή που κόβει τη ζωή μου στα δυο. Ήμουν δώδεκα και τώρα είμαι είκοσι τριών. Γι’ αυτό και γράφω τις λέξεις αυτές, εξαιτίας αυτού του ενδιάμεσου ορίου, κι επειδή, όπου κι αν είναι τώρα κι οτιδήποτε κι αν του έχει συμβεί, νομίζω ότι δικαιούται μερικά λόγια».
Ένα βιβλίο που αποδεικνύεται ο καλύτερος… επιθεωρητής. Όπως και ένα άλλο βιβλίο πριν από χρόνια αποδείχτηκε το… δόλωμα.

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ-
ΕΡΓΑ ΤΗΣ:
Η Ρουθ Ρέντελ γεννήθηκε το 1930 στην Αγγλία.
Θεωρείται η κορυφαία εν ζωή βρετανίδα συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων.
Κάθε νέο της βιβλίο εξαντλείται με το που θα κυκλοφορήσει.
Έχει γράψει πάνω από 50 μυθιστορήματα και έχει βραβευτεί επανειλημμένα για το έργο της (βραβείο Edgar Allan Poe, Gold Dagger, Sundy Times Literaty Award).
Το 1997 της απονεμήθηκε ο τίτλος της βαρόνης.
Από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο» κυκλοφορούν τα έργα της:
«Η κουρτίνα της μνήμης»,
«Πικρό τέλος»,
«Το ροτβάιλερ».

9/2/09

Μόνο γράφοντας θα σωθεί

«ΆΝΘΡΩΠΟΣ ΣΤΟ ΠΗΓΑΔΙ» του Μάνου Ελευθερίου, Εκδ. «Μεταίχμιο», σελ. 267, τιμή: 16 ευρώ.

«… Πρέπει να τιμήσει τις αναμνήσεις του. Να τιμήσει εκείνους που του χάρισαν τόσες εικόνες και τόσες λέξεις. Τώρα φοβάται. Φοβάται περισσότερο το φόβο του. Κι ενώ είναι λυσσασμένος και πεινασμένος για λέξεις και εικόνες, γι’ αυτόν δεν έγραψε ποτέ. Κι όμως, αυτά θα τον σώσουν. Μόνο γράφοντας θα σωθεί. Και πώς θα βγει από το πηγάδι;»
Στη σελίδα 160 του βιβλίου, έτσι τάχα μου αδιάφορα αφημένο, μπορεί μέσα σ’ αυτές τις φράσεις και να βρίσκεται το κλειδί.
Εξάλλου ο συγγραφέας και ποιητής Μάνος Ελευθερίου για μια ολόκληρη ζωή αυτό ξέρει να κάνει, αυτό κάνει: γράφει και σώζεται.
Το ίδιο ακριβώς πράττει και ο ήρωάς του, ο Ηλ, σαραντάρης συγγραφέας ο οποίος ξαφνικά όταν αποφεύγοντας μια σαύρα και θαυμάζοντας κάποια ερείπια, πέφτει μέσα σε ένα πηγάδι. Υπογράφει με το νου του ιστορίες για να μπορεί ν’ αντέξει, θυμάται για να σωθεί.
Το καινούργιο μυθιστόρημα του Μάνου Ελευθερίου «Άνθρωπος σε πηγάδι» είναι ένα εντελώς διαφορετικό από τις προηγούμενες δουλειές του, αλληγορικό, εσωτερικό μυθιστόρημα. Παρά το περιρρέον εξωτερικό σασπένς. Ο συγγραφέας θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα θρίλερ με σκηνές διάσωσης, αγώνα δρόμου σωτηρίας. Αλλά η πρόθεσή του δεν ήταν καθόλου αυτή.
Από τις πρώτες σελίδες μας πληροφορεί ότι:
Ο ήρωάς του ο Ηλ πήγαινε στις ολιγοήμερες διακοπές βαρυγκωμώντας.
Έκανε λάθη και παραλείψεις καθοριστικές (ξέχασε κινητό, κατέβηκε μεσ’ τα χαλάσματα και τα μαύρα σκοτάδια…)
Πέφτει στο πηγάδι σχεδόν από την πρώτη στιγμή: παρατηρώντας τα αρχαία ερείπια (κοιτάζοντας πίσω συνήθως χάνουμε τη ζωή μας), προσπαθώντας να σεβαστεί, αποφεύγοντάς την μια πολύχρωμη σαύρα).
Η πτώση, δείχνει να έχει επίσης μεγάλη σημασία, με όλα αυτά τα σαρκώδη φύλλα των φυτών που αφ’ ενός την προξενούν (εκεί γλίστρησε μη βλέποντας το στόμιο στο πηγάδι) και αφ’ ετέρου οι τεράστιες ρίζες των δέντρων, που τον κάνουν να ελπίζει και την καθυστερούν.
Εάν δεν είχε χτυπήσει το πόδι του, ενδεχομένως και να μπορούσε να σκαρφαλώσει, να δραπετεύσει, εάν κατόρθωνε να βγάλει με τα νύχια και με τα χέρια του τις πέτρες απ’ τα τοιχώματα, ενδεχομένως και να κατόρθωνε πατώντας πάνω τους να ανασηκωθεί…
Αλλά αυτό που πρωτίστως ενδιαφέρει τον συγγραφέα δεν είναι τόσο η ρεαλιστική σωτηρία του ήρωα όσο η κάθοδος στο πηγάδι και η παραμονή. Το πηγάδι που δεν είναι η πρώτη φορά λογοτεχνικά βεβαίως που τον απασχολεί. «Το μυστικό πηγάδι» είχε για τίτλο της η ποιητική του συλλογή που κυκλοφόρησε το 1983 από τις εκδόσεις «Γνώση».
Ένα πηγάδι ως ύψιστη πρόβα θανάτου που, επίσης, τον προβληματίζει και λογοτεχνικά τον απασχολεί. Και στον «Καιρό των χρυσανθέμων» και στο «Η γυναίκα που πέθανε δύο φορές».
Το πηγάδι (που το συναντάμε ως σύμβολο και στον Μουρακάμι, ιδιαίτερα στο «Κουρδιστό πουλί» όπου ο ήρωας μπαινοβγαίνει για να λύσει τα αινίγματα της ψυχής) λειτουργεί στο μυθιστόρημα του Μάνου Ελευθερίου σαν καθαρτήριο αλλά και σαν ντιβάνι ψυχανάλυσης. Όπου φόβοι, διλήμματα, λάθος κινήσεις, παρελθόν, αλλά και άνθρωποι που τον πόνεσαν ή τον ευεργέτησαν μοιάζει να ξαναπαίρνουν τη θέση τους στον χάρτη της ψυχής. Αυτό που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι η φαντασία του δημιουργού. Οι μισοτελειωμένες κινήσεις, όλες αυτές οι ιστορίες που δεν έγραψε, οι ιδέες που τους μέλει να αιωρούνται αενάως αδέσποτες (εάν δεν σωθεί τελικά) στον κόσμο των ιδεών. Τα μυθιστορήματα και τα διηγήματα που δεν ξέθαψε και τα οποία επικαλείται τώρα – μέσα από το πηγάδι- σαν μάντρα ή προσευχή. Γράφοντας διαρκώς με το νου του για να μη τρομάζει (σαν τα παιδιά που όταν φοβούνται μονολογούν ή τραγουδούν), για να μπορέσει, εν τέλει, ν’ αντέξει, να μη φοβηθεί τόσο πολύ.
Το τέλος, βεβαίως, ευφυώς το αφήνει ανοιχτό. Με χιόνι ζεστό ως επακόλουθο θανάτου αλλά και πολύωρης ορθοστασίας μέσα στο νερό και στις ίδιες του τις ακαθαρσίες. Κι όσο για το όνομα του ήρωά του, μας παραπέμπει ενδεχομένως στο Μιχαήλ ή Γαβριήλ, αλλά και Εμμανουήλ γιατί όχι; Που είναι το ίδιο το όνομα του συγγραφέα.
Στο μεταξύ, έξω από το πηγάδι μαίνεται η άλλη ζωή: οι φίλοι και οι γνωστοί που τον αποχαιρέτησαν και οι άλλοι οι οποίοι τον περιμένουν. Άραγε θα σκεφτούν όπως κι αυτός; Και τελικά ο Ηλ θα σωθεί;
Μια αλληγορική μυθιστορία ζωής και θανάτου, που μέσα στον εγκλεισμό του ήρωα στο πηγάδι εγκλωβίζει, εμπεριέχει αλλά και απελευθερώνει μια ολόκληρη ζωή: τη ζωή του εγκλωβισμένου. Τη λογοτεχνική ύπαρξη των ηρώων του στο κεφάλι του. Τον γρίφο της ζωής και τον γρίφο της γραφής.


ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ-
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ:

Ο Μάνος Ελευθερίου γεννήθηκε στην Ερμούπολη.
Έχει εκδώσει τρία μυθιστορήματα, εννιά ποιητικές συλλογές, πέντε τόμους με πεζά, τρία λευκώματα και τέσσερις τόμους για το θέατρο στην Ερμούπολη τον 20ο αιώνα, 1901-1921, καθώς και την ανθολογία «Ερμούπολη, μια πόλη στη λογοτεχνία» (Μεταίχμιο, 2004).
Τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2005 για το μυθιστόρημά του «Ο καιρός των Χρυσανθέμων» (Μεταίχμιο, 2004).
Επίσης από τις εκδόσεις «Μεταίχμιο» κυκλοφορούν το μυθιστόρημά του «Η γυναίκα που πέθανε δυο φορές» (2006) και η συλλογή διηγημάτων «Η μελαγχολία της πατρίδας μετά τις ειδήσεις των οκτώ» (2009).
Ποίηση: «Συνοικισμός», «Μαθήματα μουσικής», «Τα ξόρκια»,
«Αγρυπνία για το σκοτεινό τρυγόνι στην εκκλησία του προφήτη Ελισσαίου», «Τα όρια του μύθου», «Το μυστικό πηγάδι», «Αναμνήσεις από την όπερα», «Το νεκρό καφενείο», «Η πόρτα της Πηνελόπης».

3/2/09

Η λογοτεχνία αποτελείται από έμμονες ιδέες

Ο «Υγρός Χρόνος» της Ε. Γκίκα, για την ουτοπία της ζωής

Η λογοτεχνία αποτελείται από έμμονες ιδέες

O «Yγρός χρόνος» είναι ένα παράξενο μυθιστόρημα, που τρομάζει αλλά μαζί και γαληνεύει. Ίσως γιατί σκάβει βαθιά στην ψυχή των ανθρώπων.

Της Τέας Βασιλειάδου

Ημερησία 31/1/2009

Μαζί της δεν είσαι ποτέ σίγουρος. Δεν ξέρεις αν βαδίζεις στην πραγματικότητα ή το όνειρο ή κάπου ανάμεσα.Σε χώρους χωρίς χώρο. Tο ίδιο και με τα αισθήματα. Aφθονία. H ουσία είναι πως η Eλένη Γκίκα, δεν γράφει αλλά βιώνει. Δεν είναι συγγραφέας ή ποιήτρια.Zει ποιητικά. Zει ανάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα και το κυριότερο. Δεν χάνεται.Oύτε και οι ήρωες των βιβλίων της χάνονται. Ή μάλλον όταν χάνονται γνωρίζουν πώς να βιώσουν στο απροσδιόριστο παρόν τους.Στο τελευταίο της βιβλίο «Yγρός Xρόνος» (εκδόσεις AΓKYPA) -ένα μοναδικό σε ύφος, στιλ, περιεχόμενο και γλώσσα μυθιστόρημα- το θέμα του έρωτα και της αγάπης επανέρχεται.Tου έρωτα που βασανίζει και της αγάπης που παρηγορεί. Oι ήρωές της φοβούνται… Φεύγουν ή μένουν και επικοινωνούν με «υγρές σελίδες» για να κρατήσουν κρυφό το κοινό παρελθόν – μυστικό. Ένα μυστικό που ξεπερνάει τον φόβο και τον θάνατο. Eνα μυστικό που πλανιέται στο υγρό στοιχείο, όπως το μωρό στη μήτρα της μάνας του, όπως η γη κυλάει από την αρχή του χρόνου για να βρει τη ζωή μέσα στο νερό. Στην αρχή των πάντων.

ΤΟ ΣΥΜΒΑΝ
Ένας άνδρας πνίγεται στη θάλασσα και η Mάνια δημοσιογράφος του αστυνομικού ρεπορτάζ πρέπει να καλύψει το συμβάν. Όμως αυτή η γυναίκα «γεμάτη μανία και πάθος» δεν θέλει να γράψει για το γεγονός.Aλλωστε πρόκειται για γεγονός; Eχει πνιγεί ο συγκεκριμένος άνδρας, ο Aγγελος - Aχιλλέας Kομνηνός, ετών 52, γιατρός; Σε ένα περιβάλλον που όλα θεωρούνται δεδομένα και τα πάντα είναι σίγουρα, η Eλένη βάζει την ηρωίδα της να αυτοαναιρείται και να αμφισβητεί τα πάντα εκτός από την αγάπη. Tην απόλυτη αγάπη όπως μπορεί κανείς να τη βιώσει κι όπως αποκαλύπτεται μέσα από το έργο των καταξιωμένων δημιουργών, ποιητών και συγγραφέων. Γύρω από τη Mάνια άλλες γυναίκες, η Σαβίνα, η Λόλα, η Mόνα, η Πετρούλα… κομμάτια θαρρείς της ίδιας της Mάνιας βιώνουν τις πλευρές του έρωτα και του θανάτου και αναζητούν απαντήσεις μέσα στο ποιητικό συμπάν του Pεμπώ, του Πρεβέρ, το Σεμπρούν, του Πεσόα, του Tαμπούκι, του Mπόρχες, της Σύλβια Πλαθ… τόσων που υπάρχουν στο μυθιστόρημα όχι ως ένθετοι αλλά ως οργανικά κομμάτια της πλοκής. Kαι φυσικά ο Aγγελος, αυτός ο μοναχικός πρίγκιπας που πνίγηκε (;) στην καθημερινότητα για να παραμείνει ζωντανός στον «Yγρό Xρόνο». Ένας μοναδικός αντιήρωας, όπως μόνον η Eλένη Γκίκα μπορεί να συνθέτει, γοητευτικός, μελαγχολικός, γενναιόδωρος… και γύρω του οι γυναίκες που κρατούν, η κάθε μια ένα κομμάτι του, η κάθε μια στιγμή μνήμης. Oλες μαζί την υγρασία των αισθημάτων τους.

Η ΑΙΣΘΗΣΗ
Eίναι ιδιαίτερη η αίσθηση που νιώθει ο αναγνώστης των βιβλίων της Eλένης. Σαν παιδί που του χαρίζεται ένας κόσμος χωρίς όρια κι ένα παιχνίδι χωρίς κανόνες. Eίναι λυτρωτικός ο τρόπος που γράφει και λυτρωτικό το αίσθημα που προσλαμβάνεις από τα γραπτά της. Eλλειπτική γραφή, ημιτελής καταστάσεις και ημιτελείς άνθρωποι -δηλαδή πραγματικοί άνθρωποι- στη διάσταση της ιστορίας της. Hρωες κατακερματισμένοι και αβέβαιοι. Λόγος χωρίς φανερή συνοχή που απαιτεί την προσπάθεια του αναγνώστη για να ολοκληρωθεί. Mόνον που ο αναγνώστης δεν χρειάζεται να προσπαθήσει γιατί το κείμενο της Eλένης τον κυριεύει τόσο που μετατρέπεται σε μέρος του κόσμου της. Eτσι αυτοσαρκαζόμενη και αυτοβιογραφούμενη η συγγραφέας κάνει μια τομή στο θέμα του πένθους.O «Yγρός χρόνος» είναι ένα παράξενο μυθιστόρημα, που τρομάζει αλλά μαζί και γαληνεύει. Iσως γιατί σκάβει βαθιά στην ψυχή των ανθρώπων και τους αποκαλύπτει ότι δεν υπάρχει κάτι πιο δυνατό από την αγάπη. Δεν υπάρχει κάτι πιο εύθραυστο από την αγάπη. Kι όλη αυτή η αγάπη και η αλήθεια βρίσκονται στο ξεχωριστό ποιητικό σύμπαν της Eλένης, γιατί -το είπαμε- η Eλένη παραμένει ποιήτρια και ως πεζογράφος. Eτσι βουτάει στο απέραντο γαλάζιο του εσώτερου ανθρώπου… έτσι μετουσιώνει τον πόνο και την αγάπη σε κάθαρση.
Για μια φορά ακόμη, μου έκανε δώρο ένα ζευγάρι χρωματιστά γυαλιά, και είδα τον κόσμο μέσα από το δικό της πολύχρωμο πρίσμα.Tην ευχαριστώ γι’ αυτό.
Μότο: Η Ελένη Γκίκα, δεν γράφει αλλά βιώνει. Δεν είναι συγγραφέας ή ποιήτρια. Ζει ποιητικά. Ζει ανάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα.

ΥΓ1: Ένα χάδι της Τέας Βασιλειάδου σε μια πολύ περίεργη μέρα. Ειδικά για την χρονική συγκυρία, δεν υπάρχουν λόγια για να εκφράσουν το δικό μου ευχαριστώ.

ΥΓ2: ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΠΑΝΕ ΘΕΑΤΡΟ
Ο ΑΓΚΥΡΑ ΠΟΛΥΧΩΡΟΣ διοργανώνει:

Θεατρικοποιημένη μουσική παράσταση με αφορμή
τα βιβλία της Ελένης Γκίκα (δημοσιογράφου, βιβλιοκριτικού και συγγραφέως)
και τις μουσικές της Αναστασίας Παπαδημητρίου
με τίτλο «Υγρός Χρόνος».
Παραστάσεις: Σάββατο 31/1, Κυριακή 1/2, Σάββατο 7/2 και Κυριακή 8/2,
Ώρα: 21:00 μ.μ.,
στον ΑΓΚΥΡΑ ΠΟΛΥΧΩΡΟ, Σόλωνος 124, Αθήνα

Μια νέα πρόταση από τις εκδόσεις ΑΓΚΥΡΑ και τον ΑΓΚΥΡΑ ΠΟΛΥΧΩΡΟ για την παρουσίαση λογοτεχνικών βιβλίων, συνδυάζοντας κείμενα, μουσική και τραγούδια.
Με αφορμή την έκδοση του καινούριου βιβλίου της Ελένης Γκίκα με τίτλο «Υγρός Χρόνος», οι εκδόσεις ΑΓΚΥΡΑ οργανώνουν θεατρικοποιημένη μουσική παράσταση που βασίζεται σε μονολόγους των τελευταίων της βιβλίων.
Λίγα λόγια για την παράσταση: Μια γυναίκα και ένας άντρας με καρμικό παρελθόν, συναντιούνται στο Νησί των Λωτοφάγων. Με συνέπειες ανεξέλεγκτες, και το αίνιγμα να ανήκει για πάντα στο παρελθόν ή στον άλλον. Εξάλλου, το ποίημα της ζωής μας είμαστε πάντοτε εμείς. Ακόμα και όταν προσποιηθούμε πως τ’ αγνοούμε. Μια ιστορία ηδονής και οδύνης. Αυτογνωσίας και αναζήτησης. Με ένα φινάλε ανοιχτό σαν ζωή, διαφορετικό για τον καθένα. Μια ιστορία αναπόφευκτη, ερωτικά εμμονική, χρέος.
Τη μουσική και τα τραγούδια της παράστασης που θα παρουσιαστούν για πρώτη φορά σε κοινό, έχει γράψει η Αναστασία Παπαδημητρίου, πάνω σε ποιήματα και στίχους των ποιητών: Νάνου Βαλαωρίτη, Φώτη Αγγουλέ, Λευτέρη Παπαδόπουλου, Ζακ Πρεβέρ (μετάφραση: Γιάννης Θηβαίος), Ελένης Γκίκα, Μάρως Βαμβουνάκη και Άννας Παπαδημητρίου.
Συντελεστές της παράστασης
Δραματοποίηση κειμένων - σκηνοθεσία: Μελίνα Παπανέστορος
Μουσική επιμέλεια: Γιώργος Κωνσταντινίδης
Παίζουν οι μουσικοί: Γιώργος Κωνσταντινίδης (πιάνο-βιολί), Σπύρος Κοντάκης (κιθάρα)
Παίζουν οι ηθοποιοί και οι καλλιτέχνες: Γιώργος Γεωγλερής, Θάνος Πολύδωρας και Αθηνά Χειλιοπούλου
Τραγουδούν: Πένυ Ξενάκη, Θάνος Πολύδωρας, Αθηνά Χειλιοπούλου
Κατά τη διάρκεια της παράστασης θα προβάλλεται φωτογραφικό υλικό σχετικό με την παράσταση της Χαράς Μπιρμπίλη – Παπαδημητρίου.
Φιλική συμμετοχή: Ματίνα Καρρά.
Και όλα, επάνω σε μια ιδέα και υπό την επίβλεψη της Αννας Παπαδημητρίου.
Για περισσότερες πληροφορίες και κρατήσεις στα τηλέφωνα: 210 3837667, 210 3837540, τιμή εισιτηρίου: 15 ευρώ

2/2/09

Όταν το άλεφ συνάντησε την κυρία Ρίτσα Μασούρα

Το γράψιμο είναι μοναχική δουλειά. Εσύ κι ο κανένας. Εσύ και το χάος. Εσύ και η πληγή. Εσύ και ο φίλος που θα ‘θελες εκείνη τη στιγμή αλλά τώρα πού να τον ενοχλείς. Εσύ και το ακατανόητο. Εσύ και η ζωή σου που- τι να την κάνεις τώρα. Εσύ και η απώλεια. Εσύ και ο χρόνος. Εσύ και το αόρατο. Εσύ και το ανείπωτο. Εσύ ως οφθαλμαπάτη, ψευδαίσθηση, εσύ που όμως όταν πονάς τόσο αληθινή.
Το διάβασμα είναι, επίσης, μια περίεργη κατάσταση. Μοναχική, όπως πίστευα, κι αυτή. Εσύ και κάποιος άγνωστος που κάποτε κάπου κάτι έγραψε. Εσύ και ό,τι διαθέτεις, να το προβάλεις, σαν σε καθρέφτη να το κατανοείς τόσο, καθόλου, να μην το κατανοείς.
Το θέατρο είναι παιχνίδι ομαδικό. Εξαρτάσαι ακόμα κι απ’ την ανάσα, το βλέμμα, το άγγιγμα, την μυρωδιά του άλλου. Απ’ την αύρα. Το αποτέλεσμα, σαν το άδηλο και το ανείπωτο, μαγικό.
Ευτύχησα και το έζησα, με το «Πλήθος είμαι» πρώτα το καλοκαίρι. Και μαγεμένη τώρα με τον «Υγρό Χρόνο» το ξαναζώ. Διαπιστώνοντας γιατί είμαι τόσα πολλά χρόνια με την Αναστασία, πόσο ευαίσθητη είναι η Άννα, και πόσο μεγάλωσε η Χαρά. Πώς έγινε και με κατάλαβε τόσο πολύ η Μελίνα, πώς διασώθηκε η φιλία μου με την Ματίνα και τον Γιώργο νικώντας τον καιρό. Πόσο όμορφα παίζουν πιάνο και κιθάρα ο άλλος Γιώργος και ο Σπύρος, τι όμορφη Σαβίνα γίνεται σε κάθε παράσταση η Αθηνά. Πόσο Άγγελος είναι ο Θάνος.
Και πόσοι πολλοί εν τέλει είναι αυτοί που μ’ αγαπούν. Πώς έτρεξαν αμέσως για να μ’ αγκαλιάσουν κοντά μου η Νεφέλη με το ραβδί της νεράιδας, η Ντανιέλα, ο Γιάννης, η Μαρία, ο Μάνος, ο Μανόλης, ο Γιώργος, ο Κώστας, ο Αντώνης, η Μηλίτσα, ο Ερρίκος, το Νατασσάκι, η Θαλασσινή, η Λιάνα, ο Δημήτρης, ο Κωνσταντίνος, η μικρή Αλεξάνδρα, ο Άγης, η Σοφία, ο Άκης, ο Διονύσης, ο Βασίλης που ήρθε από μακριά, η Κατερίνα που μας φροντίζει από το Βόλο, η Ειρήνη, η Φωτεινή.
Αλλ’ η χαριστική βολή είχε το όνομα «τυφώνας Ρίτσα». Η φίλη μου Ρίτσα Μασούρα που αίφνης το Σάββατο τα ξαναθυμήθηκε όλα για να μου ζεστάνει με τη φιλία της την κουρασμένη μου καρδιά.
Ριτσάκι, αυτά! (το κείμενό σου) ή άλλως

Όταν το άλεφ συνάντησε την κυρία Ρίτσα Μασούρα

«Ήθελα πολύ να πω δυο κουβέντες για την Ελένη. Πείτε το απωθημένο. Μ’ έτρωγε μέσα μου.
Η σχέση μας άρχισε ξαφνικά ένα βράδυ μέσα από μια πολύ συνηθισμένη ενδοδιαδικτυακή επικοινωνία, άγνωστες μεταξύ αγνώστων.
Προς στιγμήν λοιπόν, νόμισα ότι το Άλεφ ( αυτό είναι το μπορχικό μπλογκο-όνομα της Ελένης) είναι κάποιο αγοράκι που ξέρει καλά ελληνικά και γράφει όμορφα κείμενα. Απάντησα λοιπόν σε σχόλιό της με μια ανάλαφρη μαγκιά, να μην προδοθώ κιόλας. Οπότε σε δέκατα του δευτερολέπτου έφτασε ένα μέιλ στον υπολογιστή μου με το ψευδώνυμο Ουλρικε που λέγε τα εξής
«Καλησπέρα, κι έτσι,
η ελένη γκίκα από το Εθνος της Κυριακής είμαι. Απολαμβάνω τα κείμενά σας στην εφημερίδα, και μ' αρέσει πολύ και το μπλογκ.....
Αισθάνομαι λίγο σα να κλέβω εκκλησία με το άλεφ. Για λόγους που ούτε σε μένα μπορώ να εξηγήσω, μου ήρθε να το κάνω με ψευδώνυμο. Αλλά σε σας ήθελα να το πω. Εξάλλου είναι γνωστό σ' αρκετούς, δεν το κρύβω. Τα κείμενα είναι τα κείμενά μου στην εφημερίδα. Διαβάζω σαν σπαστικό από παιδί. Μέγα πάθος. Κάθε Σάββατο είμαι στο Πολυχώρο της Αγκυρας (11 με τέσσερις), έχω την επιμέλεια της νεοελληνικής πεζογραφικής σειράς, Ενα χειρόγραφο κάθε νύχτα, μέγα πάθος κι αυτό. Κερνάω καφέ σε ένα μικρό δωματιάκι. Θα χαρώ να σας κεράσω....Καληνύχτα, ελένη γκίκα ή άλεφ προς ώρας (το Ούλρικε, κρίση στιγμής, ηρωίδα του Μπόρχες, μέγα ψώνιο, μάλλον με έχει κουράσει το ονοματάκι μου ή δεν είμαι αρκετά σοβαρή)».
Από κείνο το βράδυ και οι δυο πιάσαμε την άκρη του νήματος μιας φιλίας που αντέχει στο χρόνο, στις αποστάσεις, στην υπερεργασία, στις αμοιβαίες καταθλίψεις , τα παιδικά φαντάσματα, τις δειλίες, τους φόβους μας και τα ζόρια των γυναικών της δικής μας γενιάς. Αντέξαμε και είμαι εδώ για να δηλώσω δημοσίως πόσο τυχερή νοιώθω που η Ελένη με θεωρεί φίλη της και πόσο θα ‘θελα να κλέβω χρόνο από το χρόνο της για να μαθαίνω τη ζωή.
Γιατί αν κάτι καταλαβαίνω, ακολουθώντας τις ανηφοριές και τα στενοσόκακα του νου της, η ζωή δεν μετουσιώνεται σε μεγαλείο αν δεν πονέσεις αρκετά, αν δεν πονέσεις πολύ. Το ‘χε πει και ο Οκτάβιος Παζ, μου το λέει συχνά και η Ελένη μέσα από τις γραμμές των κειμένων.
Το τελευταίο της βιβλίο «Ο Υγρός Χρόνος» - ο τερματισμός και η μυθοπλασία μιας αμφιλεγόμενης για το μέσο καθωσπρεπισμό σχέσης - είναι άρτια δομημένο λογοτεχνικά με μπαρόκ σύμβολα, αληθινές ή πλασματικές θεωρίες του εσωτερισμού και παράλληλα ξεχειλίζει από ερωτισμό, αισθησιασμό, έρωτα και αγάπη, από αυτές που σπανίως κατακλύζουν τον άνθρωπο. Ένα βιβλίο που σε κάνει να αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατό να σου δίνεται αυτό που νομίζεις υπέρτατη ευτυχία και σχεδόν αμέσως να το χάνεις....
Κι αν θα μπορούσα με μουσικούς όρους να περιγράψω την εναλλαγή του αυτομαστιγώματος με την υπέρβαση των αδυναμιών των πρωταγωνιστών, θα έλεγα ότι πρόκειται για Μουσική Δωματίου. Ελάχιστοι άνθρωποι ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους. Ενδεχομένως και χωρίς παράθυρο και χωρίς πόρτα. Ίσως γιατί μόνον όταν είσαι τόσο στριμωγμένος, τόσο αδιέξοδος εσωτερικά, μπορεί να σκεφτείς τις καλύτερες αποδράσεις. Για να καταλήξεις βέβαια βγαίνοντας ότι «Μονάχα ένας άνθρωπος γεννήθηκε και πέθανε σ’ ολόκληρη τη γη. Ο δικός σου αγαπημένος άνθρωπος»....Όλα τ’ άλλα παίρνουν το σχήμα του καλουπιού αργότερα, με τον καιρό....

Η ιερή αταξία της ζωής μας είναι πέρα για πέρα κληρονομική και παραδοσιακή. Χωρίς να καταλαβαίνει από λάθη, η μοίρα μπορεί να είναι ανελέητη, ακόμα και για την παραμικρή απροσεξία.
Ελένη σε ευχαριστώ που μ’ έχεις φίλη.
Ριτς

Ελένη Γκίκα, σ’ ευχαριστώ που σ’ έχω φίλη»


ΥΓ1: Ριτσάκι μου εγώ σ’ ευχαριστώ. Και σ’ αγαπώ.

ΥΓ2: Και για να μη ξεχνιόμαστε, το Σαββατοκύριακο που μας έρχεται οι δυο τελευταίες μας παραστάσεις, κανονικά.
Κι ύστερα, βουτιά πάλι στη μοναξιά μας και στα βιβλία.
Ευχαριστώ όλους που, για μια ακόμα φορά, με αγκαλιάσατε τόσο ζεστά.