28/11/07

Πεταλούδα σε πηγάδι

«ΦΥΣΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ» του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, Εκδ. «Το Ροδακιό», σελ. 176, τιμή: 23 ευρώ.

Οι «Τέσσερις τοίχοι», το πρώτο του μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε το 2000, βραβεύτηκε, μεταφράστηκε και ξαναβραβεύτηκε, καθόρισε τις βασικές συγγραφικές εμμονές του και φανέρωσε μια σπάνια λογοτεχνική δύναμη, φωνή και αισθητική.
Οξυδερκής παρατήρηση, πρωτοτυπία στην ιδέα, ιδιαίτερη ανάπτυξη στην πλοκή, μικρές εμφατικές λεπτομέρειες που κάνουν το καθημερινό να βαδίζει στο όριο του υπερβατικού και φανταστικού, κλειστοφοβικοί, ιδιαίτερα γοητευτικοί και παράξενοι ήρωες, και μια αίσθηση του χρόνου που αναγάγουν την ιστορία σε ζήτημα υπαρξιακό.
Στους «Τέσσερις Τοίχους» ο Περικλής Ροδάκης, η κυνηγημένη ιστορία, ένα παράξενο σπίτι και μια σπάνια ποικιλία μελιού, πλοκή εν είδει παλίμψηστου, αποδεικνύουν την σπάνια ικανότητα του συγγραφέα να παρατηρεί όσα όλοι εμείς έχουμε μάθει να αγνοούμε ή να προσπερνάμε. Όπως «η Αινώ» το ξενοδοχείο στο επόμενο μυθιστόρημά του "Ο φιλοξενούμενος». Κεντρικό θέμα, μια παράξενη ιστορία μασονίας, όπου μια ομάδα διανοουμένων προσπαθεί να εξακριβώσει παρατηρώντας ανθρώπους με κάθε τίμημα τι ακριβώς είναι η ομορφιά, η ευφυία, το ταλέντο.
Το καινούργιο του βιβλίο «Φυσικές Ιστορίες» περιλαμβάνει έντεκα διηγήματα που συνδέουν τα ανθρώπινα με την φυσική τους υπόσταση. Οι ήρωές του, υποκείμενα και ταυτοχρόνως αντικείμενα ενός περιρρέοντος κόσμου τον καθορίζουν και καθορίζονται με άδηλους τρόπους, τελικά, απ’ αυτόν. Την εικονογράφηση υπογράφει η Ευφροσύνη Κ. Δοξιάδη.
Στην πρώτη ιστορία «Η μυστική ρίζα» μια μυθική γιαγιά κληροδοτεί στον συνονόματο εγγονό της (Μάνθος που στην πραγματικότητα είναι Ανθός από το Ανθή) την ιδιαίτερη και ακατανόητη συνήθειά της να θάβει αντικείμενα «για να ρουφάνε την ευλογία του εδάφους» κι όταν ξεθάβονται να έχουν γίνει «καλύτερα». Το αποτέλεσμα, από ένα θαμμένο βιβλίο, ένα φυτό ουρανοκατέβατο.
Στην δεύτερη ιστορία «Λόφοι στο χαρτί», η παράλληλη πορεία δύο ζωγράφων να ζωγραφίζουν αχειροποίητους «λόφους» με το βλέμμα, αλλά χρειάζεται απόλυτη προσήλωση και αφοσίωση όλο αυτό. Διότι η ιδιοφυία χάνεται έτσι και την αφήσουμε.
Στην τρίτη ιστορία «Η Καρέκλα στο διάδρομο», μέσα από μια καρέκλα που στέκεται στο ίδιο σημείο για χρόνια, αναδεικνύεται η ψυχή των πραγμάτων.
«Τ’ ασπρούδια’ στην τέταρτη είναι κάτι σατανικά, ακατανόητα, εκδικητικά δέντρα.
«Οι σφήκες» στην πέμπτη αποδεικνύονται, επίσης, απειλητικές και εκδικητές και μπούμερανγκ στην εμμονή του βασικού ήρωα.
«Η λίμνη» στην έκτη είναι ένας ολόκληρος υποβρύχιος κόσμος. Που δύσκολα ξεχνιέται και… ταξινομείται, ακόμα και στην μνήμη ενός που ο χρόνος ή ο ίδιος έχει αποφασίσει πια να ξεχάσει και να ξεχαστεί.
Οι «Ερρικα και Ζοζέτ» στην έβδομη είναι μια γυναίκα και ένας σκύλος που ζουν και σχεδόν πεθαίνουν μαζί. Εστω, όταν χαθεί πια και η πράσινη φούστα της Ερρικας.
«Η φωλιά» στην όγδοη είναι επίσης «μια κακή φωλιά» απ’ την οποία ουδείς βγαίνει αλώβητος.
Η ένατη ιστορία «Πεταλούδα σε πηγάδι» αφορά έναν καταστροφέα κήπων και μια μεσόκοπη που αποφασίζει παράδοξα να τον εκδικηθεί.
Η δέκατη ιστορία, «Μια μεταμόρφωση», αναφέρεται σε έναν άνθρωπο που έγινε δέντρο.
Η ενδέκατη ιστορία «Το φως, το σκοτάδι» είναι τα «παιχνίδια της νύχτας», μια σειρά από νυχτερινές συναντήσεις ανθρώπων που συναντιούνται μέσα από ένα περιοδικό. Και οι εναλλαγές που συνυπάρχουν στην ανθρώπινη ψυχή.
Πατώντας εξάλλου στο όριο φανταστικού και πραγματικού, ο συγγραφέας αυτό ακριβώς εξερευνά και φωτίζει, την ανθρώπινη ψυχή, το αθέατο, που περιβάλει κι αυτή, και τα πράγματα, και την φύση. Με έναν τρόπο «αφύσικο», τελικά, κατά βάση, και υπερβατικό. Διότι η δύναμη της φύσης και της βούλησης, ο έρωτας και η εκδίκηση, τα σημάδια του χρόνου, η ηδονή και η οδύνη, η νομοτέλεια που διέπει φύση και ανθρώπινη ζωή, είναι από τα αναλλοίωτα του κόσμου τούτου, ακόμα κι όταν στην άδηλη μορφή τους την αθέατη, μας διαφεύγουν.
Έντεκα διηγήματα, απρόβλεπτα και απρόσμενα, αφύσικα, γοητευτικά και υπερβατικά.


Ο Άνθρωπος, το μεγάλο βιβλίο που πρέπει διαρκώς να μελετάμε

«Ο ΦΙΛΟΞΕΝΟΥΜΕΝΟΣ» του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, Εκδ. «Το Ροδακιό», σελ. 248, τιμή: 22 ευρώ.
«Ηταν αξιοθαύμαστο να βλέπεις πώς άρχιζαν τα πρόσωπά τους ν’ αλλοιώνονται μόλις βρίσκονταν μαζί».
Ένας συλλέκτης, ένας σκηνοθέτης, μια ηθοποιός, μια φωτογράφος και ένας χρυσοχόος- ποιητής, μεταλλάσσονται σε ένα ιδιότυπο και παράδοξο, μυστικοπαθή όμιλο 45άρηδων διανοουμένων, όταν είναι μαζί.
Κοινός στόχος τους «Ο Ανθρωπος, το μεγάλο βιβλίο που πρέπει διαρκώς να μελετάμε».
Χώρος «μελέτης», ένα απόμακρο, κρυμμένο από τα αδιάκριτα μάτια αλλά εν τούτοις κεντρικό αθηναικό ξενοδοχείο «Η Αινώ», που αποτελεί και ιδιοκτησία του ενός.
Αντικείμενο μελέτης, στην παρούσα φάση που παρακολουθεί και ο αναγνώστης, ένα νεαρός φοιτητής αρχαιολογίας.
Η επιλογή του έγινε από μια τηλεοπτική εκπομπή. Ο φοιτητής απάντησε στην ερώτηση για το Phi- Beta-Kappa, αποδεικνύοντας ότι γνωρίζει εκείνη την μασονικής υφής φοιτητική παρέα που ιδρύθηκε το 1776 σε ένα αμερικανικό κολέγιο της Βιρτζίνια, που ονομάστηκε έτσι από τα αρχικά της φράσης «Φιλοσοφία Βίου Κυβερνήτης», και ήταν δεμένη με όρκο μυστικότητας.
Με όρκο μυστικότητας είναι δεμένη και η ομάδα των τεσσάρων. Εξάλλου, είναι και η μυστική θεότητα «Αινώ» (εξ ου και το όνομα του μικρού ξενοδοχείου) που εκδικείται όποιον προδίδει τα μυστικά της.
Με τον δικό του μυστικό «δένουν» οι τέσσερις και τον νεαρό φιλοξενούμενο. Τον οποίο παρατηρούν σαν το μυγάκι μέσα στον χώρο του ξενοδοχείου, για τους δικούς τους ανεξιχνίαστους σκοπούς.
Η παρατήρηση, όμως, από κάποια στιγμή θα γίνει αμφίδρομη. Διότι θα αρχίσει και «ο φιλοξενούμενος» να ξεφλουδίζει ό,τι δικά τους. Και ξεκινώντας από τις κρύπτες του χώρου, θα φτάσει μέχρι τους προηγούμενους φιλοξενούμενους και τα κρυμμένα μυστικά των μελών του Ομίλου.
Ο συγγραφέας θα δώσει την ευκαιρία στον αναγνώστη με τον τρόπο που χειρίζεται την ιστορία του να παρακολουθήσει όλη αυτή την ημιπαράνομη, μυστικοπαθή διαδρομή από την κλειδαρότρυπα. Μέχρι που να απομείνουν όλοι γυμνοί διότι «τα μυστικά μας είναι η περιουσία μας». Και επειδή, όπως υπογραμμίζει «Για σκεφθείτε έναν άνθρωπο που δεν έχει μυστικά’ που τα πάντα γι’ αυτόν είναι γνωστά και που δεν έχει να κρύψει τίποτα. Τι μπορείς να περιμένεις από ένα τέτοιο ρηχό άνθρωπο; Σα να μην έχει πρόσωπο. Ένα σπίτι χωρίς συρτάρια».
Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί μέχρι το τέλος, να κρατάει κρυμμένα χαρτιά. Διότι, όπως επισημαίνει, «Είμαστε όλοι ζωντανοί. Κι όσο οι ήρωες μιας ιστορίας παραμένουν ζωντανοί, ποτέ δεν μπορείς να πεις με σιγουριά ότι τελείωσε οριστικά κι η ιστορία τους».
Ο συγγραφέας θα κατορθώσει, παρ’ ότι δηλώνει «θιασώτης της μονιμότητας, έως και της πλήρους ακινησίας», να δώσει το ατμοσφαιρικό ξενοδοχείο ως χώρα των θαυμάτων. Αποδεικνύοντας ότι μιλούν καμιά φορά κι οι τοίχοι, ότι τα μυστικά διαθέτουν τη δική τους μυστηριώδη κραυγή.
Μ’ αυτόν τον τρόπο θα μας οδηγήσει στον πανέμορφο Αλβέρτο, στην ταλαντούχα αριθμομνήμονα πιανίστα, στον επιζήσαντα ενός αεροπορικού δυστυχήματος, σε έναν πρωταθλητή σκακιού, σε εκείνη τη γυναίκα με τις παράξενες οπτασίες…
Φτάνοντάς μας μέχρι τη λύση του γρίφου, «την καρδιά του θέματος» στη δική του περίπτωση: «Η έπαρση της γνώσης, η λαχτάρα της γνώσης, το μικρόβιο της γνώσης, η γελοιότητα της γνώσης, όλα αυτά… η μανία για γνώση στη βαθύτερη προσωπικότητα ενός «μικρού παιδιού». Γιατί, ξέρεις, συνέχεια «μικρό παιδί» σε αποκαλούν στις σημειώσεις τους. Είσαι ο νεώτερος φιλοξενούμενος που είχανε ποτέ», θα του αποκαλύψει ένας από τον «Ομιλο».
Ο τρόπος που χειρίζεται το θέμα του είναι τρόπος ζωής. Διότι στο τέλος νοιώθεις ότι την ζεις την ιστορία, κι όχι ότι την διαβάζεις. Οι εκπλήξεις διαδέχονται η μια την άλλη, και οι χαρακτήρες εμπεριέχουν την αντίφαση της ύπαρξης. Όλα δικαιολογούνται, τα πάντα μοιάζουν να έχουν την εξήγησή τους. Κι είναι τόσο πολύ αληθοφανή… Ώστε την ψάχνεις την θεά «Αινώ» στο τέλος.
Ο συγγραφέας φροντίζει ακόμα να σε μυήσει και στα μυστικά του. Πως γράφεται, δηλαδή, η ιστορία. «Επραξα σοφά να μην αποκαλύψω τα πάντα στο τετράδιο, να φυλάξω ορισμένα πράγματα στο μυαλό μου και μόνο». Ακόμα κι όταν πρόκειται αλληγορικά, μόνο για γράμμα.
Το αποτέλεσμα, ένα θρίλερ της ύπαρξης. Μια ιστορία τρόμου που επισημαίνει το τι ακριβώς σημαίνει, τελικά, να παρακολουθείσαι. Να είσαι το πειραματόζωο ενός… Ι.Χ. θεού. Κι η αποθέωση της «σε βάθος» παρατήρησης. Διότι συνήθως τα βλέπουμε όλα θαμπά, και εν κινήσει. Ο Χατζηγιαννίδης, όμως, το κατορθώνει και τα ξεφλουδίζει τα υλικά. Αποσυναρομολογεί τα πάντα κι ανακαλύπτει τον μηχανισμό τους.
Ένα ευφυές και γοητευτικό μυθιστόρημα.


«ΌΤΑΝ ΚΛΕΙΝΕΙΣ ΤΟ ΤΕΤΡΑΔΙΟ, Η ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΙΑ ΣΟΥ ΧΑΝΕΤΑΙ»

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΙΔΗΣ, μια κουβέντα

Τα βιβλία του, ένα σύμπαν που σου αποκαλύπτεται. Με την ψυχή των πραγμάτων σε διαρκή αναγνωστική θέα. Με τους χώρους, είσοδο μυστική στο επέκεινα. Με τους ήρωες να ανακαλύπτουν ό,τι η ανθρώπινη φύση αγνόησε με τον χρόνο. Ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης μια ιδιαίτερη συγγραφική περίπτωση, εντυπωσίασε με το πρώτο του κιόλας βιβλίο: «Οι τέσσερις τοίχοι». Μεταφράστηκε, ξεχώρισε, βραβεύτηκε και δεν βρέθηκε καθόλου τυχαία φέτος στην ευρεία λίστα για το Foreingn Fiction Award 2007 (βραβείο για τα είκοσι καλύτερα μεταφρασμένα μυθιστορήματα που κυκλοφόρησαν από βρετανικούς εκδοτικούς οίκους). «Ο Φιλοξενούμενος» και οι «Φυσικές Ιστορίες» που ακολούθησαν, από «Το Ροδακιό» όπως πάντα, ενίσχυσαν την αρχική εντύπωση: ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης είναι σε θέση τελικά- γράφοντας- να βλέπει εκείνο που μας διαφεύγει. Για την δική του ακριβώς θέα στο αθέατο, βρεθήκαμε στο σπίτι του. Συζητώντας για τα πάντα. Και πάνω απ’ όλα, από πού έρχεται μια ιδέα. Τι γίνονται οι ήρωες πριν και μετά το μυθιστόρημα. Και βεβαίως για το αν υπάρχει αθέατη πλευρά φύσης που μας διαφεύγει. Αν τα βιβλία μπορούν να γίνουν σωτήρια ή επικίνδυνα και αν η ιδιαίτερη συγγραφική ματιά είναι ευτυχία ή δυστυχία.

- Στα δυο πρώτα μυθιστορήματά σου ο χώρος είχε σχεδόν πρωταγωνιστική σημασία. Στους «Τέσσερις τοίχους» αυτό το περίεργο οικοδόμημα- αρχιτεκτόνημα, στον «Φιλοξενούμενο» αυτό το παράδοξο σχεδόν αόρατο μικρό ξενοδοχείο. Ο χώρος είναι καθοριστικός στη ζωή και στις ιστορίες μας; Και κατά πόσο ως διάσταση διαθέτει περισσότερα απ’ ό,τι συνήθως είμαστε σε θέση να αντιληφθούμε;

- Δεν μπορώ να μιλήσω γενικά, πάντως ξέρω ότι πολλές φορές μια ιδέα απ’ την οποία μπορεί να ξεπηδήσει ένα ολόκληρο κείμενο, ξεκινά μόνο από την ατμόσφαιρα ενός χώρου. Μπορεί να είναι αυτό το αρχικό, πρώτο έναυσμα. Και μέσα από την ιδιορρυθμία του χώρου, να γεννηθούν και οι μορφές που το κατοικούν. Ας πούμε στον «Φιλοξενούμενο», τα ξενοδοχεία είναι πάντα για μένα ένα πολύ ενδιαφέρον τοπίο. Ίσως λόγω της εντύπωσης ότι έχουν κοιμηθεί άπειροι άνθρωποι. Είναι χώροι φορτισμένοι από τις ανάσες αγνώστων.
Οι «Τέσσερις Τοίχους» βέβαια, ξεκίνησαν απ’ αλλού, αλλά ήταν πολύ σημαντικό να βρω πώς ήταν ο χώρος που κατοικεί ο πρωταγωνιστής.
Και στα διηγήματα, σ’ αυτό το τελευταίο βιβλίο, πολλές ιδέες ξεκινούσαν από τον χώρο. Δηλαδή ακόμα και στην αρχή να μην είναι το έναυσμα για το γράψιμο, σίγουρα γίνεται το καθοριστικό σκηνικό όπου θα παιχτεί η ιδέα.

- Στις «Φυσικές ιστορίες» ο χώρος αλλάζει και είναι η φύση. Αλλά και πάλι σε υπερφυσικές δυνατότητες και διαστάσεις: τα αντικείμενα που όταν θάβονται «ρουφούν την ευλογία του εδάφους», τ’ ακατανόητα «ασπρούδια», «η φωλιά» απ’ την οποία ουδείς βγαίνει αλώβητος, η λίμνη που είναι ένα ολόκληρο σύμπαν… υπάρχει μια αθέατη πλευρά φύσης που μας διαφεύγει;

- Νομίζω ότι η φύση πάντα μας διαφεύγει. Και παρόλο που ο άνθρωπος έχει κάνει τρομερά βήματα κατανόησης και γνώσης πάνω σ’ αυτό το πεδίο, αν σκεφτούμε ότι οι πρωτόγονοι δεν ξέρανε τίποτα από τους νόμους που λειτουργεί το σύμπαν, και πάλι υπάρχει μια διάσταση της φύσης η οποία είναι και σκοτεινή και θα είναι πάντα απροσπέλαστη και μόνο ψυχικά μπορούμε να την προσεγγίσουμε και να την καταλαβαίνουμε. Και ήθελα ακριβώς αυτού του είδους η επαφή του ανθρώπου που είναι σε ψυχικό επίπεδο, να αποτελεί την βασική τροφή για τα διηγήματα.

- Στην δεύτερη ιστορία «Λόφοι στο χαρτί», η παράλληλη πορεία δύο ζωγράφων να ζωγραφίζουν αχειροποίητους «λόφους» με το βλέμμα. Υπάρχουν άγνωστες δυνάμεις και δυνατότητες σε μας; Και τι θα πρέπει να αφήσουμε στο ταμείο για να μπουν αυτές οι δυνάμεις σε λειτουργία;

- Η απάντηση είναι η ίδια με την σκοτεινή πλευρά της φύσης. Κάτι τέτοιο αντίστοιχα υπάρχει και στον άνθρωπο. Μια συμπυκνωμένη μορφή της φύσης. Ένα άγνωστο πεδίο δυνατοτήτων μας.

- Και πού ακριβώς κατοικούν οι ιδέες;

- Κι αυτό εμπίπτει στον κύκλο των μυστηρίων του ανθρώπινου μυαλού, δεν ξέρω ποτέ πώς κι από πού έρχεται μια ιδέα. Μπορεί από κάτι τελείως άσχετο, μικρό, δηλαδή ας πούμε να τρώμε το καλοκαίρι ένα σύκο, να μπαίνει ένα σποράκι στα δόντια μας και απ’ εκεί σκεφτόμαστε ότι αν αυτό το σποράκι δεν έβγαινε ποτέ, θα μπορούσε ίσως να γίνει ένα φυτό που να μεγαλώνει μέσα στον οργανισμό μας.
Πολλές φορές μια ιδέα η οποία καταλήγει να είναι κάτι, είναι μια αλληλουχία από πολύ μικρές σκέψεις καθόλου ενδιαφέρουσες. Σκαλοπάτι το σκαλοπάτι το μυαλό ανεβαίνει στην κλίμακα της ιδέας και πάνω στο πλατύσκαλο εμφανίζεται ολοκάθαρη. ΄Η πολλές φορές δεν υπάρχει αυτό το κλιμακωτό, υπάρχει αστραπή η ιδέα που έρχεται. Έτσι ήταν νομίζω «Τ’ ασπρούδια». Δηλαδή η ιδέα ενός φυτού το οποίο το τρως και σε πιάνει η μανία να το πολλαπλασιάσεις, να διασπείρεις την ύπαρξή του. Μια ιδέα που μου είχε έρθει στα μαθητικά μου χρόνια, όταν ήμουν ακόμη στο Λύκειο, η πιο παλιά που έχω αποτυπώσει σε βιβλίο. Δεν είχε γίνει βέβαια διήγημα, αλλά μου είχε καρφωθεί από τότε η ιδέα ενός τέτοιου διαβολικού φυτού που να επενεργεί στο θυμικό και ψυχικό σου χώρο και να σε υποβάλει σε πράξεις.

- Το γράψιμο είναι, εν τέλει, θέα στο αθέατο;

- Κατά την απόλυτα προσωπική μου γνώμη το καλό γράψιμο, ναι. Είναι ακριβώς αυτό, ένας εξώστης στον οποίο βγαίνουμε και ρίχνουμε μια ματιά σε χώρους στους οποίους αλλιώς μέσα στην καθημερινότητά μας δεν μπορούμε να το κάνουμε. Τότε έχει νόημα όχι μόνο για μας που δημιουργούμε, αλλά και για τους άλλους που το διαβάζουμε. Όταν μπορεί όχι ακριβώς να φωτίσει- γιατί ποτέ δεν φωτίζεται το αθέατο- αλλά ν’ ανάψει ένα σπίρτο του οποίου θα διαρκέσει η φλόγα του τρία δευτερόλεπτα και ό,τι προλάβεις να δεις μέσα σ’ αυτό το σκοτεινό χάος.

- Και πώς είναι όταν ξεκινά για σένα μια καινούργια ιστορία; Ας πούμε η ακρούλα στους «Tέσσερις τοίχους» ποια ήταν; Ο χώρος; Ο Περικλής Ροδάκης, η κυνηγημένη ηρωίδα, το σπάνιο μέλι…

- Η πρώτη- πρώτη ακρούλα ήταν εάν ο συνδυασμός διαφορετικών φυτών που αποτελούν την τροφή των μελισσών μπορεί να οδηγήσει σε ένα καταπληκτικό μέλι. Κι αυτό είναι το χαρακτηριστικό παράδειγμα της ιδέας που λέμε πως ξεκινάει από κάτι πολύ απλό. Δηλαδή όλο αυτό ξεκίνησε βλέποντας τις ετικέτες στα βάζα των μελιών. Κι αναρωτιόμουν, αν είναι τόσο σημαντικό στη γεύση το από τι φυτά είναι, άραγε παίζοντας με ένα συνδυασμό θα μπορούσε κάποιος να οδηγεί το γευστικό αποτέλεσμα εκεί που θέλει; Σαν ένας ζωγράφος που αναμειγνύει τα χρώματα για να πετύχει ακριβώς την απόχρωση που θέλει; Και μετά ήρθε η ιδέα για το ποιος είναι ο μελισσοκόμος που θα ενσαρκώσει το πείραμα, μετά ήρθε η γυναίκα που ήρθε να τον συνδράμει, μετά ήρθε το παιδί της γυναίκας και η ιστορία όλη που κουβαλούσε πίσω της….

- Ξέρεις γιατί στο ρωτάω, διότι όλη αυτή η ιστορία δεν μοιάζει σαν κάτι που επινοήθηκε, αλλά σαν κάτι που προυπήρχε και ξεσκεπάστηκε…

- Όλες αυτές οι ιδέες, νομίζω, ότι ήταν θαμμένες μέσα μου, ίσως όχι ακριβώς αυτές αλλά η μυρωδιά που έφεραν, το άρωμα των ιστοριών. Και απλώς με ένα πολύ συμπτωματικό τρόπο έβγαινε μια ακρούλα, όπως λες στην επιφάνεια, την οποία τραβώντας την, αποκαλυπτόταν το όλον.

- Στον «Φιλοξενούμενο»; Ήταν το πείραμα ή το… πειραματόζωο; Η πεμπτουσία του ιδιαίτερου ή «η Αινώ»;

- Όλα άρχισαν από την ιδέα του να γίνεται ένας άνθρωπος αντικείμενο παρατήρησης και εξονυχιστικής μελέτης και μάλιστα όχι για κάποιο εξωτερικό του χαρακτηριστικό, αλλά για τον ψυχισμό του. Και πώς πιθανόν μια ομάδα ανθρώπων που είχαν αυτό το ενδιαφέρον, θα μπορούσαν να συλλέγουν σπάνιες πλευρές εξαιρετικών ανθρώπων, προικισμένων ανθρώπων, με σκοπό να καταλήξουν σε ένα απόσταγμα για την ίδια την ουσία της ανθρώπινης φύσης. Μελετώντας σπάνια χαρισματικά άτομα. Αυτή ήταν η αρχική ιδέα.

- «Βλέμμα ισχυρό, λόφοι στο χαρτί». Αυτό για την ζωγραφική. Για την λογοτεχνία, το αντίστοιχο;

- Βλέμμα ισχυρό που ισχύει για όλες τις τέχνες. Γιατί ο τρόπος που βλέπουμε τον κόσμο γύρω μας, αυτός είναι η πιο σημαντική πηγή έμπνευσης.

- «Ωσπου να καταφέρω τελικά να φτάσω στην καρδιά του φρουρίου, εκεί όπου ο Αχονεν κατοικούσε αθέατος». Στον «Φιλοξενούμενο» η αθέατη Αινώ… συγγραφική εμμονή ή δεν… Ο συγγραφέας οφείλει να είναι ωσεί Θεός, δηλαδή πανταχού παρών και αόρατος; Ως παιδί; Είχες επιθυμήσει ποτέ σου να ήσουν αόρατος;

- Αυτή είναι μια από τις λίγες διεστραμμένες ιδέες που δεν μου είχαν περάσει απ’ το μυαλό.

- Στις ιστορίες σου, όμως, ο αθέατος αφηγητής…

- Αυτό το μάτι που ξέρει τα πάντα. Εκεί δυσκολεύτηκα στον «Φιλοξενούμενο», ήταν σε πρώτο πρόσωπο και μου έλειψε αυτό του παντογνώστη που σαν κάμερα βλέπει και ξέρει τα πάντα. Είναι μια δύναμη η οποία σε κάνει να αισθάνεσαι λίγο σαν μικρός θεός που κατασκευάζεις τα πάντα, και ανά πάσα στιγμή ξέρεις το σύμπαν που έχεις πλάσει, βάσει ποιών κανόνων λειτουργεί. Το ξέρεις, το καθορίζεις κιόλας. Και είναι από τα πιο γοητευτικά πράγματα στο γράψιμο. Ότι μπορούμε να κατασκευάζουμε ένα δικό μας σύμπαν το οποίο λειτουργεί βάσει των δικών μας κανόνων και να είμαστε απόλυτα γνώστες όλων όσων τρέχουν μέσα.

- Είναι και μια προσπάθεια να βάζουμε κατ’ αυτό τον τρόπο, τάξη στο χάος.

- Πραγματικά βάζεις τάξη στο χάος. Διότι φτιάχνεις έναν κόσμο που δεν διέπεται από χάος, διέπεται από τους δικούς σου κανόνες. Αλλά βέβαια αυτό δεν έχει εφαρμογή στην πραγματική ζωή, όταν κλείνεις το τετράδιο, η παντοδυναμία σου χάνεται.

- Μετά, τι γίνεται η ιστορία; Οι ήρωες;

- Οι ήρωες παγώνουν στο σημείο που τους έχεις αφήσει. Δεν εξελίσσονται μετά. Είναι παγωμένα πρόσωπα τα οποία σαν φαντάσματα σε κάποιες ταινίες ζουν και ξαναζούν την ίδια ιστορία κάθε φορά που ένας αναγνώστης την διαβάζει. Και δεν υπάρχει ούτε πριν ούτε μετά. Αλλά είναι ωραία να είναι έτσι παγωμένη στο διηνεκές.

- «Όταν ήμουν μικρός, διέθετα πολλά χαρίσματα που όλα σχεδόν τα έχασα, στην πορεία μετά». Τα χάνουμε ή τα βρίσκουμε τα χαρίσματα μέσα στον χρόνο;

- Υπάρχουν αρετές που τις χάνουμε. Δηλαδή την ευκολία που έχει ένα μικρό παιδί να προσλαμβάνει τον κόσμο, την χάνουμε. Η πρόσληψη μετά όσο περνά ο καιρός γίνεται όλο και πιο εγκεφαλική περασμένη μέσα απ’ όσα έχουμε προλάβει να μάθουμε. Κερδίζουμε άλλα πράγματα, όμως, εξίσου σημαντικά. Δυστυχώς στην κάθε φάση της ζωής μας ανακαλύπτουμε ότι έχουμε χάσει και έχουμε κερδίσει άλλα πράγματα, και αυτή η ισορροπία αλλάζει συνέχεια όσο περνούν τα χρόνια. Κι είναι καλό, διότι σημαίνει κι εξέλιξη, αλλιώς θα είμαστε σαν τους ήρωες, δηλαδή παγωμένοι.

- Έγραφες από παιδί; Πότε κατάλαβες ότι το γράψιμο είναι η κλίση σου;

- Μπορεί να έγραψα κάτι πολύ λίγα πράγματα. Μετά αυτή η αγάπη κοιμήθηκε για πολύ χρόνο. Ο λόγος μάλλον ήταν επειδή ασχολήθηκα με το θέατρο το οποίο είναι πολύ αδηφάγο και σε ρουφάει, δεν σου αφήνει πολύ ικμάδα να κάνεις άλλα πράγματα. Κι όταν το θέατρο αποσύρθηκε από το προσκήνιο, ίσως ξανανακάλυψα κάτι παλιό, παιδικό, το οποίο όμως και δεν είχε προλάβει να εξελιχθεί ούτε και σαν επιθυμία ούτε και σαν αποτέλεσμα. Ήμουν και ένας άνθρωπος που ποτέ δεν διάβαζα και πάρα πολύ λογοτεχνία. ΄Ένα, δύο βιβλία το χρόνο.
Αν και πιστεύω ότι δεν είναι απαραίτητο να έχεις διαβάσει πάρα πολλά, αν έχεις διαβάσει δέκα, δεκαπέντε, είσαι καλυμμένος. Μετά αν διαβάσεις θα είναι για την ευχαρίστησή σου, αλλά το βασικό το έχεις κερδίσει έστω και με λίγα αναγνώσματα αρκεί να είναι σπουδαία.

- Και πώς είναι όταν γράφεις; Γνωρίζεις τα πάντα από την αρχή; Στα διηγήματα, εντάξει. Στα μυθιστορήματα, όμως, είχες εκπλήξεις;

- Είχα βέβαια και πάρα πολλές, αυτό είναι και η χαρά της δημιουργίας. Να μην έχεις στο νου σου κάτι παγωμένο το οποίο οφείλεις να διεκπεραιώσεις αλλά αυτό να πλάθεται και ν’ αλλάζει και να σου προσφέρει καινούργια κουτάκια τα οποία ν’ ανοίγεις στο δρόμο…

- Κάποιες εκπλήξεις;

- Το όνομα Αινώ, δηλαδή έψαχνα να βρω ένα όνομα το οποίο να είναι πολύ αέρινο, να μην έχει πολλά σύμφωνα. Και ψάχνοντας είπα κάτι σαν Αινώ και άρχισα όπως ο ήρωας να ψάχνω. Δεν υπάρχει τίποτα. Και έτσι πλάστηκε όλη αυτή η ιστορία για το ποια ήταν αυτή η Αινώ.

- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Ξέρεις, αυτό που λένε ότι ένα βιβλίο μια ζωή γράφουμε, εξάλλου πόσους γρίφους ζωής μπορεί να έχει και να λύσει ένας άνθρωπος; Εσύ έχεις συγγραφικές εμμονές;

- Μου το λένε πάντως πως έχω. Το θέμα του εγκλεισμού, το θέμα των ανθρώπων που για έναν λόγο βρίσκονται σε κάποιον περιορισμό…
Είναι φυσικό να υπάρχουν γιατί είμαστε ο ίδιος άνθρωπος. Βέβαια με τον χρόνο αλλάζουμε. Πάντως, βλέποντας κάποια πράγματα ταπεινά και παραμελημένα γοητεύομαι στην ιδέα ότι αυτά θα μπορούσαν να τοποθετηθούν πάνω σε θρόνο και να γίνουν για δέκα σελίδες οι πρωταγωνιστές. Ναι, αυτό με γοητεύει.

- Πώς γίνεται κάποιος να διανύσει «την πυκνότητα των καταστάσεων», να συλλάβει το νόημα ή το μήνυμα του «απερίμεντου», του «απροσδόκητου» και πόσο τα αντιλαμβάνεται όλα αυτά η ψυχή;

- Δεν μπορώ να το βάλω σε τάξη όλο αυτό. Ξέρεις, πολλές φορές λειτουργούμε και λίγο με το ασυνείδητο, γιατί τις δυνάμεις μας τις συνειδητές τις ξέρουμε, αλλά όταν μας αποκαλύπτονται κομμάτια απ’ το ασυνείδητο, αυτό είναι το κέρδος. Ίσως γι’ αυτό δεν μπορώ να στο πω με λόγια.

- «Αχ! Θα στέναζε κάποιος θαυμάζοντας’ οι ψυχές των πραγμάτων!» (η καρέκλα στο διάδρομο) Υπάρχουν οι ψυχές των πραγμάτων; Έχεις τέτοια αντικείμενα εσύ; Που να έχουν για σένα μια ιδιαίτερη σημασία;

- Έχω, πώς δεν έχω! Όλοι μας δεν έχουμε τέτοια αντικείμενα; Ή έχουμε για ένα διάστημα. Και μπορεί να μην είναι καν αισθητικά ωραία, να μην τα στολίζουμε ή να μην τα βλέπουμε ή να τα ανασύρουμε απ’ τα συρτάρια μας σπάνια και παρ’ όλα αυτά αρνούμαστε να τα αποχωριστούμε. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτά τα πράγματα έχουν μια θέση στη ζωή μας; Ενώ ένα καινούργιο ολοκαίνουργιο πράγματα έχει την ομορφιά του ατσαλάκωτου αλλά δεν κουβαλάει αυτή την ομορφιά του ανθρώπινου αγγίγματος. Αυτή είναι η ψυχή των αντικειμένων, το ότι έχουν δεχθεί πολλά αγγίγματα. Και είναι κάπως σα να τα εκπέμπουν αυτά πίσω.

- «Όλα τα άλλα τού μοιάζανε ασήμαντα, και άδικα επιχειρούσε η κυρία Αθαν. Να ξυπνήσει ξανά μέσα του ανθρώπινες μνήμες» Τι ασύλληπτη «Μεταμόρφωση» αλήθεια. Όλοι αλλάζουμε πρόσωπο μέσα στον χρόνο;

- Οι τυχεροί ναι, αλλάζουμε. Είναι δυστυχία να μην αλλάζουμε πρόσωπο μέσα στον χρόνο. Και είναι χαρά να ανακαλύπτουμε ότι σε διαφορετικές συνθήκες μπορεί να είμαστε διαφορετικοί άνθρωποι. Αυτό είναι λίγο σαν να εμπεριέχει το «καθ’ ομοίωσιν».

- Είναι η ιστορία που γράφουμε για όσο διαρκεί «Λίμνη»;

- Πραγματικά είναι μια λίμνη! Θα βγούμε μόνον όταν θα έχουμε διανύσει όλη την απόσταση. Μας ρουφάει, μας απομυζά και χαιρόμαστε που είμαστε εκεί, μάλιστα μας φαίνεται και πολλές φορές δύσκολο το να βγούμε απ’ εκεί μετά στο κρύο! Αλλά κι αυτό συμβαίνει. Για να βουτήξουμε στην επόμενη λίμνη, στην επόμενη ιδέα.

- «Ξέρετε τι ήταν εκείνο που με τρόμαξε περισσότερο; Ότι ιθύνων νους της οργάνωσης ήταν ένας τόσο σπουδαίος καλλιτέχνης. Πάντα πίστευα ότι η Τέχνη είναι ύπουλος εξουσιαστής κι ότι οι υπηρέτες της κατέχουν αδιανόητες δυνάμεις, ικανές να μεταμορφώνουν εμάς τους άλλους σε ανίσχυρα, άβουλα πιόνια». Ένα βιβλίο μπορεί να μας μεταμορφώσει; Να μας αλλάξει τη ζωή; Μπορεί να γίνει επικίνδυνο ένα βιβλίο;

- Κάθε σπουδαίο έργο τέχνης και μας αλλάζει τη ζωή και μπορεί να είναι επικίνδυνο και μπορεί να είναι ωφέλιμο, γενικά έχει ισχύ. Και μακάρι στη διάρκεια της ζωής μας να έχουμε ευκαιρίες να αλλάξουμε από έργα τέχνης περισσότερο παρά από μαθήματα της ζωής. Μακάρι να τα μαθαίναμε όλα από έργα τέχνης.

- Τα δικά σου βιβλία τι βιβλία είναι;

- Είναι μάλλον ανώδυνα. Στην καλύτερη περίπτωση αυτό που μπορούν να σε κάνουν είναι να τα βλέπεις με λίγο διαφορετικό τρόπο κάποιες ασήμαντες όψεις της ζωής. Αυτό θα ήταν πολύ μεγάλο κέρδος για μένα αν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν έτσι. Έστω και σε ελάχιστους ανθρώπους.

- Έχεις διαβάσει βιβλία που σου άλλαξαν τη ζωή;

- Νομίζω ότι όλα τα βιβλία που έχω διαβάσει- τα σημαντικά- όπως και οι σημαντικές ταινίες, παραστάσεις- σου αλλάζουν τη ζωή. Όχι ότι την επόμενη μέρα είσαι κάτι άλλο, αλλά σωρευτικά και λίγο- λίγο σε μπολιάζουν με μια άλλη ουσία, σε αλλάζουν ανεπαίσθητα και το καταλαβαίνεις όλο αυτό μόνο στο τέλος.

- Ένας συγγραφέας αντιλαμβάνεται τον κόσμο αλλιώς; Κι αυτό είναι ευτυχία ή δυστυχία;

- Ένας συγγραφέας αντιλαμβάνεται τον κόσμο αλλιώς κι αυτό είναι ευτυχία. Τελεία. Είμαι απόλυτος σ’ αυτό.