16/2/10

ο άνθρωπος έχει στην καρδιά του μέρη που δεν υπάρχουν ακόμη και όπου εισέρχεται ο πόνος για να μπορέσουν να υπάρξουν

“ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΜΙΑΣ ΣΧΕΣΗΣ” του Γκράχαμ Γκρην. Πρόλογος: Αναστάσης Βιστωνίτης. Μετάφραση: Τρισεύγενη Παπαντωνίου. Εκδ. “Μεταίχμιο”, σελ. 293, € 17
“Ένα από τα πιο αληθινά και συγκινητικά μυθιστορήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας”, έγραψε για το βιβλίο ο Ουίλιαμ Φόκνερ. Οι περισσότεροι το γνωρίσαμε το 1999 ως ταινία. Σκηνοθεσία, ο Νιλ Τζόρνταν. Πρωταγωνιστούσαν οι Ρέιφ Φάινς και η Τζούλιαν Μουρ. Αλλά “Το τέλος μιας σχέσης” που έγραψε ο πολυγραφότατος βρεττανός συγγραφέας Γκραχαμ Γκρην (1904) το 1951, είχε ξαναγίνει ταινία με τους Ντέμπορα Κερ και Βαν Τζόνσον το 1955. Μια ιστορία μοιχείας που ξεπερνά κατά πολύ τα στενά και προκαθορισμένα όρια της παρανομίας. Πίσω της, πίστη, Θεός, πόλεμος, η πολυδιάστατη έννοια της θυσίας.
Ο Μόρις Μπέντριξ, συγγραφέας νεόκοπος ερωτεύεται με πάθος την παντρεμένη Σάρα η οποία μετά τους βομβαρδισμούς του Λονδίνου από την γερμανική αεροπορία, εξαφανίζεται. Δυο χρόνια μετά, και συναντώντας τυχαία τον σύζυγο, ο Μπέντριξ θα αναγκαστεί να επανέλθει εμμονικά σε εκείνη την παθιασμένη ιστορία. Θα την παρακολουθήσει, θα μιλήσει στον άντρα της, θα επανέλθει στο πάθος τους, θα βιώσει μέσα από τον παράφορο έρωτά της την ύστατη θυσία. Θα αλλάξει κι ο ίδιος, βαδίζοντας το ίδιο ακριβώς τελευταίο πράσινο μίλι.
Δεξιοτέχνης της τεχνικής ο Γκράχαμ Γκρην, αρχίζει εντυπωσιακά αυθαιρετώντας από την... μεσαία σελίδα της ιστορίας. Εξάλλου “μια ιστορία δεν έχει αρχή ή τέλος. Επιλέγουμε αυθαίρετα τη στιγμή της εμπειρίας από όπου θα κοιτάξουμε προς τα πίσω ή προς τα εμπρός. Λέω “επιλέγουμε” με την άστοχη έπαρση του επαγγελματία συγγραφέα, ο οποίος – στις σπάνιες περιπτώσεις που τον παίρνουν πραγματικά στα σοβαρά- έχει επαινεθεί για την τεχνική του ικανότητα. Επιλέγω ωστόσο όντως με τη θέλησή μου εκείνη τη σκοτεινή και βροχερή νύχτα του Ιανουαρίου του 1946 την εικόνα του Χένρι Μάιλς, ενώ διασχίζει λοξά το ποτάμι βροχής στο Κόμον, ή μήπως αυτές οι εικόνες επιλέγουν εμένα;”
Αυτοβιογραφική έως κάποιο σημείο η ιστορία του, έζησε κι εκείνος μια παρόμοια σχέση, κινδύνευσε κι ο ίδιος στους βομβαρδισμούς του Λονδίνου και έστω ως αιρετικός καθολικός, βασανίστηκε και στα “Η δύναμη και η δόξα” και “Η ουσία της υπόθεσης”, με τις ίδιες θεολογικές απορίες, επιβεβαιώνει το ήδη ρηθέν: “Αλλά στους πεζογράφους πρώτης γραμμής τα πρόσωπα των βιβλίων τους είναι λίγο ως πολύ περσόνες των ίδιων, ακόμα και ως αρνητικές εκδοχές τους. Πάνω στις αντιθέσεις, στις αντιφάσεις και τις διαφορές είναι άλλωστε οικοδομημένη η παγκόσμια λογοτεχνία”, όπως σημειώνει στον κατατοπιστικό πρόλογό του, ο Αναστάσης Βιστονίτης. Το επιλεχθέν μότο του βιβλίου, “ο άνθρωπος έχει στην καρδιά του μέρη που δεν υπάρχουν ακόμη και όπου εισέρχεται ο πόνος για να μπορέσουν να υπάρξουν” (Λεον Μπλουλ), επιβεβαιώνει τον υπερβατικό προορισμό του βιβλίου. Με φωτεινό ως το τέλος “το ανεξήγητο της ζωής μυστήριο”. Μια ιστορία πολύ περισσότερο ανοιχτή και αινιγματική από τα φαινόμενά της. Το Καλό και το Κακό δεν είναι σαφές, ο έρωτας και η θυσία, ενίοτε, δεν είναι καθόλου ασυμβίβαστα. Και το Θείο, Φως και Φωτιά, αναλόγως.

ΥΓ. Και αποδεικνύεται αυτό περίτρανα από τον πρόλογο του καλού συγγραφέα ούτως ή άλλως, Αναστάση Βιστονίτη. Αντιμετωπίζοντας τη Σάρα ως καθολική θρησκόληπτη, χάνει εν τέλει κατά πολύ από το τεράστιο μέγεθός της η δική της εξαίσια ερωτική θυσία. Τρεις φορές έχω δει την ταινία. Την πρώτη, με λυγμούς ακατάπαυστους. Συνήθισα ύστερα. Όπως ο άνθρωπος έχει αυτοεκπαιδευτεί για “να συνηθίζει”, κόβοντας και ράβοντας τα συμβάντα κατά τις αντοχές του ή το συμφέρον του. Αλλά μεγαλειώδης υπαρξιακά ερωτική η ιστορία.