25/11/08

Σαν τα πρόσωπα των παιδιών, ολότελα ανοιχτός στο ενδεχόμενο

Εμμονές, γρίφοι και άσσοι στο συγγραφικό μανίκι του Δημήτρη Μαμαλούκα.

Ούτε να το ’ξερα όταν αποφάσιζα για τον τίτλο μου! Οι κρυμμένοι άσοι στο μανίκι του συγγραφέα Δημήτρη Μαμαλούκα!
Και να, στη «Μοναξιά της ασφάλτου» ο Δημήτρης Μαμαλούκας δια εμμονής Πετράρχη επιστρατεύει πια όλα του τα χαρτιά. Τράπουλα Ταρώ της Λάουρας που στοιχειώνει και καθορίζει τη ζωή του Πετράρχη: Έρωτας, Θάνατος, Φυγή, Μοναξιά…
Αποδεικνύοντας ότι ως συγγραφέας ο Δημήτρης δεν είναι καθόλου τυχαία περίπτωση. Διότι- παρ’ ότι σε κάθε βιβλίο του γίνεται ένας άλλος, κι αυτό είναι το εντυπωσιακό- διαθέτει στέραιη συγγραφική ραχοκοκαλιά και σ’ αυτήν καταφεύγει, διαθέτει δική του προσωπική σκιά.
Βασικά διαθέτει και μια απίθανη και απύθμενη φαντασία ο Δημήτρης. Από ένα πρόσωπο, μια λέξη, μια φράση μπορεί να σου φτιάξει ένα έπος, μια σάγκα, μπορεί να σε εκτοξεύσει στο φεγγάρι πατώντας σταθερά κάπου στη γη.

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά τους.
Ξεδιπλώνοντας πρώτα απ’ όλα την κάθε του φίνα, τελικά, εμμονή.

ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ:
«Άνθρωπος χωρίς μυστικά είναι ένας κενός άνθρωπος», φράση ήρωά του που έγινε μότο στην «Χαμένη βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα» αλλά αποτελεί και ένα βασικό του χαρακτηριστικό.
Ερωτικής φύσεως το μυστικό στο «Όσο υπάρχει αλκοόλ».
Υπαρξιακό, στον «Μεγάλο θάνατο του Βοτανικού»,
Μια ιστορία Εκδίκησης, στην «Απαγωγή του εκδότη».
Εκδίκηση και παλιοί λογαριασμοί στην «Χαμένη Βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα».
Απωθημένα, οικογενειακά μυστικά και παλιές πληγές στη «Μοναξιά της ασφάλτου».
Το ζήτημα είναι ότι ουδείς είναι όπως φαίνεται ή εκείνος που δηλώνει στις ιστορίες του Μαμαλούκα. Όλοι είναι «αυτό» αλλά και το αμαρτωλό ή το βεβαρημένο τους παρελθόν.

ΤΟ ΤΥΧΑΙΟ:
Σ’ έναν κόσμο όπου «όταν ο Θεός ρίχνει τα ζάρια του κανένα δεν ρωτάει αν παίζει» επιλέγει να στήσει ο Δημήτρης Μαμαλούκας, συνήθως, το μυθιστορηματικό του σκηνικό. Σκιαγραφώντας κατ’ αυτό τον τρόπο απολύτως και ρεαλιστικά τη σύγχρονη πραγματικότητα. Κατά συνέπεια ο Δημήτρης Μαμαλούκας γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι ΚΑΙ πολιτικός.
Με την Ιταλία πανταχού παρούσα – ακόμα και στην Αθήνα στο «Η μοναξιά της ασφάλτου»- να σου κλείνει το μάτι.
Στο πρώτο του μυθιστόρημα «Όσο υπάρχει αλκοόλ», η δράση (εσωτερική και εξωτερική) διαδραματιζόταν σπρωγμένη από τις συγκυρίες εξ’ ολοκλήρου εκεί.
Στον «Μεγάλο Θάνατο του Βοτανικού» η Ιταλία απουσίαζε αλλά η θεά Τύχη αποφάσιζε, τελικά, για τα πάντα.
Στην «Απαγωγή του Εκδότη», εκτός από Ιταλία έπαιζε και Λευκάδα αλλά κι εκεί, ακόμα και το πιο καλοστρωμένο σχέδιο, σωριαζόταν ως πύργος από τραπουλόχαρτα από κάτι που ο ήρωας δεν θα μπορούσε καν να το έχει φανταστεί.
Στη «Χαμένη βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα» εκτός από Ιταλία, εμφανίζονται και οι παράλληλες ιστορίες, μόστρι και βιβλιόφιλοι, και το καθοριστικό τυχαίο σημαδευόταν ανεπανόρθωτα και καθόριζε η αλληλεπιρροή.
Στη «Μοναξιά της ασφάλτου», παράλληλες ιστορίες, τυχαίο, συγκρούσεις και αλληλεπιρροή βρίσκονται πια στο υψηλότερό τους σημείο. Κι όταν ζορίζουν τα πράγματα στο τέλος, και η Ιταλία που υπόσχεται, σώζει, η Επιστροφή.

ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ:
Μάουρο Ρόσι, Πάολο Ποστελίνι, Ντεμέτριο Λούκας στην «Απαγωγή του εκδότη», Μόστρι και Μόστρα στην «Χαμένη Βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα», Πετράρχης και Λάουρα στη «Μοναξιά της ασφάλτου», τα ονόματα για τον Δημήτρη Μαμαλούκα αποτελούν, επίσης, μια φίνα εμμονή! Σε ένα παιχνίδι με ιταλούς τερματοφύλακες στο πρώτο, που γίνεται στο δεύτερο παιχνίδι εννοιολογικό για να καταλήξει στον Πετράρχη και την Λάουρά του, σχεδόν μεταφυσικό στο τελευταίο του βιβλίο. Πετράρχης δίχως Λάουρα, γίνεται; Δεν γίνεται! Κι αυτό είναι και ευφυές και γοητευτικό.

ΟΙ ΕΡΩΤΕΣ:
Οι έρωτες στα βιβλία του Δημήτρη σαν κομήτες, φωτοβολίδες, βραχύβιοι αλλά καθοριστικοί, εμμονικοί.
Στο «Όσο υπάρχει αλκοόλ» καθορίζουν την ιστορία.
Στον «Μεγάλο Θάνατο του Βοτανικού» θυσιάζονται, παρ’ ότι θα μπορούσαν να διασώσουν και να λυτρώσουν.
Στην «Απαγωγή του εκδότη», εκδικητικοί (Ντεμέτριο Λούκας, Κάρλα), συμβατικοί (Κάρλα, Αντόνιο Τζουλιάνι), με τον σχεδόν απραγματοποίητο των δύο αστυνομικών, τον μόνο υγιή.
Στη «Χαμένη Βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα», όσο κρατά μια αστραπή: Νικόλας Μιλάνο – Ντανιέλλα και Μονίκ.
Στη «Μοναξιά της ασφάλτου», και πάλι της Μιράντας θα είναι η ερωτική εμμονή. Στοιχειωμένος από το φάντασμα της Λάουράς του, ο Πετράρχης θα την αναζητήσει εις μάτην παντού.

ΤΟ ΑΝΕΞΙΧΝΙΑΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ:
Βεβαρημένο παρελθόν και παλιά τραύματα πια, διαθέτουν οι πάντες.
Τα δυο αδέλφια στον «Μεγάλο Θάνατο του Βοτανικού».
Ο Πάολο Καστελίνι, Μάουρο Ρός ή Ντεμέτριο Λούκας στην «Απαγωγή».
Ο Νικόλας Μιλάνο «είμαι ένας μπάσταρδος» και όχι μόνο, στη «Χαμένη Βιβλιοθήκη».
Και στη «Μοναξιά της ασφάλτου» ο Πετράρχης βεβαίως με το μεγάλο μυστικό-τραύμα της μητέρας, η Δέσποινα με το αριστοτεχνικό «χάθηκε», ο Αμίρ με τον νεκρό Σαχ.

ΟΙ ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ:
Και βεβαίως επειδή ο Δημήτρης Μαμαλούκας, σε μια πινακοθήκη παρά τα όσα απίθανα συμβαίνουν, σκιαγραφεί την εποχή, οι περιθωριακοί και οι αλλοδαποί, οι φτωχοδιάβολοι βρίσκονται πανταχού παρόντες.
Στον «Μεγάλο Θάνατο του Βοτανικού» είναι μια πόρνη.
Στην «Απαγωγή του εκδότη» ο κωφάλαλος γίγαντας Μπέπε.
Στην «Χαμένη βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα» ο Πίνο και
Στη «Μοναξιά της ασφάλτου» ο Αμίρ. Απολύτως αθώοι, σαν res, αλλά τόσο μοιραίοι! Χτυπούν και χτυπιούνται, τυφλά. Το απόλυτο θύμα ακόμα κι όταν εγκληματεί. Το πιόνι. Κάτι που εφάπτεται και της γυναικείας μοίρας, όσον αφορά τις ιστορίες, εν πολλοίς.

Η ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗ ΔΡΑΣΗ:
Η ίντριγκα και η δράση είναι το φόρτε του, το έχω ξαναπεί! Ο Μαμαλούκας έχει την ίντριγκα μέσ’ το κεφάλι του. Κινηματογραφική δράση και ατμόσφαιρα, παντού, σε όλες τις ιστορίες, πρωταγωνιστική, εντυπωσιακή, ζωντανή, καθοριστική.
Στο «Όσο υπάρχει αλκοόλ» με όλο αυτό το απίθανα άσπλαχνο οικοδόμημα και την καταδίωξη στο τέλος.
Στον «Μεγάλο Θάνατο του Βοτανικού» με την αριστοτεχνική ληστεία.
Στην «Απαγωγή του εκδότη» με την απαγωγή και την καταδίωξη στα νερά της Λευκάδας.
Στη «Χαμένη Βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα» με τον εγκλεισμό στην απίθανης σύλληψης βιβλιοθήκη του Σκούρα.
Στη «Μοναξιά της ασφάλτου» στην άσφαλτο. Με την αχλύ και την ομίχλη της πόλης να σε πνίγει, να σ’ εγκλωβίζει, να σε καθιστά ωσεί παρόντα, τόσο αποπνικτική, ανάγλυφη και ζωντανή.

ΟΙ ΕΓΚΛΕΙΣΜΟΙ:
Εξίσου ζωντανή με τους υπέροχους εγκλεισμούς του! Παρόντες σε κάθε ιστορία, διαφορετικοί, καθοριστικοί, πρωταγωνιστικοί.
Στο «Όσο υπάρχει αλκοόλ» είναι ένα οικοδομικό τετράγωνο, γκέτο σχεδόν.
Στον «Μεγάλο Θάνατο του Βοτανικού», ένα γκαράζ.
Στην «Απαγωγή του Εκδότη», εκείνη η περίφημη σπηλιά στη Λευκάδα.
Στην «Βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα» το κελάρι ενός παλάτσο.
Και στη «Μοναξιά της ασφάλτου», διπλή. Για την Μιράντα, το γκαράζ του Πετράρχη. Για τα αθώα θύματα- Λάουρες μια ειδική κατασκευή στη Μάστανγκ του Πετράρχη.
Θα πρέπει δε να τονίσουμε ότι η περίφημη Βιβλιοθήκη του Σκούρα και η διαμορφωμένη καταπακτή στο αυτοκίνητο, μοναδικής ιδιοφυούς σύλληψης «Μαμαλούκειος κατασκευή»! Εύγε, Δημήτρη, λέμε!

ΟΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΑΔΥΝΑΜΙΕΣ:
Όσο για τις προσωπικές Μαμαλούκειες αδυναμίες, εδώ πια τι να πει και τι να πρωτοθυμηθεί κανείς!
Τα τρομερά ρολόγια και διαμάντια του στην «Απαγωγή του εκδότη»;
Τα περίφημα μαλτ και τα βιβλία παντού αλλά ειδικά στην «Χαμένη Βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα»;
Τα αυτοκίνητα με όλο το πάθος ενός παιδιού στη «Μοναξιά της ασφάλτου»; Ο Δημήτρης τ’ αγαπά όλα αυτά και μας τα χαρίζει με πάθος, τα γνωρίζει πολύ και σε βάθος, καλά.

ΤΟ ΑΝΟΙΧΤΟ ΤΕΛΟΣ:
Όπως γνωρίζει καλά πως σ’ αυτή τη ζωή οι ιστορίες είναι τελικά δίχως τέλος! Γι’ αυτό και ως συγγραφέας συμπεριφέρεται ωσεί Θεός, τις αφήνει εντελώς ανοιχτές στο ενδεχόμενο.
Ίσως μόνον εκτός από της «Απαγωγής» τον εγκλεισμό. Αλλά το φινάλε στη «Μοναξιά της ασφάλτου» αριστουργηματικό. Σαν το φίδι που γυρίζει και δαγκώνει την ουρά του κάνει κύκλο με την «Χαμένη Βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα» και διασώζει τον Πετράρχη στην Ιταλία, τελικά.
Ανοιχτό τέλος είχε, επίσης, και «Ο μεγάλος Θάνατος του Βοτανικού», ίδιον και αυτό (όπως και η ατμόσφαιρα) του μεγάλου συγγραφέα. Το φινάλε, δικό μας. Ο καθένας χτίζει όπως και με ό,τι μπορεί. Με ό,τι του επιτρέψει ο χαρακτήρας και οι αναγνώσεις του, με αυτό που είναι.
Πρωτότυπο και ευρηματικό το τελευταίο κεφάλαιο στην «Χαμένη Βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα», νομίζω κάτι το οποίο συγγραφικά δεν έχει ξαναγίνει.

Η Μη ΔΙΚΑΙΩΣΗ ΤΩΝ ΗΡΩΩΝ:
Διότι ο συγγραφέας δεν είναι Θεός, ούτε και πάντοτε δίκαιη η ζωή.
Τιμωρία μπορεί να είναι η συγκυρία, οι εμμονές τους ή ο χαρακτήρας τους ωσεί πεπρωμένο (Δέσποινα και Πετράρχης και Ντεμέτριο Λούκας και…)

ΟΙ ΕΜΜΟΝΕΣ ΤΩΝ ΗΡΩΩΝ:
Διότι και οι χαρακτήρες του Μαμαλούκα ως ήρωες- με-σάρκα- και- αίμα-και-οστά, διαθέτουν ψυχή σκοτεινή και αντιφατική, είναι εμμονοληπτικοί.
Ο Ντεμέτριο Λούκας με την εμμονοληπική εκδίκησή του στην «Απαγωγή».
Ο Δημήτρης στο «Αλκοόλ» με την ερωτική του εμμονή.
Ο Μιλάνο με το είμαι-ένας-μπάσταρδος τυχοδιωκτισμό του.
Και ο Πετράρχης, η Δέσποινα, με τις φρουδικές σκοτεινές αποθήκες τους. Αλλά και η Μιράντα ακόμα, με την ερωτική της εμμονή.

Θα ήθελα, τελειώνοντας, να κλείσω με μια διαπίστωση που αφορά όλες τις Μαμαλούκειες ιστορίες και κυριαρχεί:
Γρήγορες, ανατρεπτικές, ατμοσφαιρικές, γοητευτικές και με-κλειστά-χαρτιά-ιστορίες, Και με την ίντριγκα μέσ’ στο κεφάλι του, ασυζητητί!
Δημητράκη μου, κάθε φορά που σε διαβάζω, μού κόβεις το αίμα!
Πού βρίσκεις αλήθεια τόση δράση και βία και αίμα και τρέλα, εσύ ένα τόσο τρυφερό παιδί;
Κυρία Μαμαλούκα (τη μαμά σου ρωτώ), όταν ήταν παιδάκι ήταν… καλό;

ΥΓ. Ο χθεσινός… πανηγυρικός μου. Αφιερωμένος εξαιρετικά στον πρωταγωνιστή με αγάπη και φιλία.


Το πεπρωμένο- χαρακτήρας (Διαφωνεί κανείς; Ο χαρακτήρας είναι το πεπρωμένο μας)

«Η ΜΟΝΑΞΙΑ Της ΑΣΦΑΛΤΟΥ» του Δημήτρη Μαμαλούκα, Εκδ. «Α.Α.Λιβάνη», σελ. 339, τιμή: 17 ευρώ.

«Σ’ αυτή την αφιλόξενη Μητρόπολη όλοι κινούνται πάνω στη σκληρή γκριζόμαυρη άσφαλτο, όπως ο Πετράρχης, ο Τσίκης, ο Αμίρ, η Δέσποινα κι η Μιράντα, τα κυριότερα πρόσωπα αυτής της ιστορίας.
Η μοίρα θα τους πλέξει για πάντα στο μεγάλο, αιώνιο ιστό της. Ή έστω μέχρι το τέλος αυτού του γραπτού».
Εξηγείται ξεκάθαρα στο «Αντί προλόγου» ο συγγραφέας. Δίνοντας μας εξ’ αρχής τα πρόσωπα, αλλά και τους μεγάλους πρωταγωνιστές: την βρώμικη, ποταπή, μισητή Πόλη, την μοναχική γκρίζα Άσφαλτο όπου όλα συμβαίνουν «παραμορφωμένα», «αλλοιωμένα», ενίοτε ως και «εφιαλτικά», και το Τυχαίο. Το Τυχαίο που επαναφέρει το παρελθόν ωσεί παρόν, αμείλικτο και καθοριστικό για το μέλλον.
Το Τυχαίο, εξάλλου, έπαιζε το βασικό ρόλο παντού. Και στο «Όπου υπάρχει αλκοόλ…» όπου οι ήρωες κινούνταν κυριολεκτικά δίχως πυξίδα, και «Στο Μεγάλο Θάνατο του Βοτανικού» όπου το στραβοπάτημα, η κακοτυχιά, θα σταθεί το κομβικό σημείο για την μεγάλη δράση. Αλλά και στην «Απαγωγή του Εκδότη» και στην «Χαμένη Βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα» την δράση σηματοδοτούν και τροφοδοτούν οι παράλληλες ιστορίες- συναντήσεις.
«Στη Μοναξιά της Ασφάλτου» οι ήρωες ξεκινούν κυριολεκτικά μόνοι. Μοναχικές ζωές και παράλληλες διαδρομές «στην βρόμικη Πόλη».
Ο Πετράρχης «ένας άνθρωπος βυθισμένος στη μοναξιά» που, πριν ξεχυθεί στους δρόμους με την κατάμαυρη Μάστανγκ του ’68 ρίχνει την παλιά τράπουλα Ταρώ τρέμοντας για το τι θα του φέρει. Διότι η τράπουλα που ανήκε στη μητέρα του, δεν λέει ψέματα ποτέ.
Ο Τσίκης, αναμφισβήτητα «ο κακός μπάτσος». Ρυπαρός όσο κι η Πόλη, που αν δεν πει τρεις κουβέντες δίχως βρισιά, μπορεί και να… μελαγχολήσει.
Ο Αμίρ, ο αφγανός λαθρομετανάστης που έχει στρώσει για να κοιμηθεί στο μωσαικό χαρτόνια και ο δεκαεφτάχρονος γιος του ο Σαχ, τον οποίο καταπίνει ευθύς εξ’ αρχής, η άσπλαχνα σκληρή Πόλη.
Η Δέσποινα που κάθε πρωί κάνοντας ακριβώς τις ίδιες κινήσεις –βοηθώ και συνοδεύω στην τουαλέτα τη γιαγιά, περπατώ μέσ’ στην πρωινή ψύχρα για το βενζινάδικο όπου δουλεύω- χρειάζεται να κοιταχτεί στο καθρέφτη για να σιγουρευτεί ότι είναι ακόμα η ίδια.
Και η Μιράντα που, απ’ το γκαράζ της βίλας του Παλαιού Ψυχικού αγαπά τον Πετράρχη με πάθος αν και δεν τον πολυκαταλαβαίνει.
Όπως και η Στέλλα του Τσίκη, που είναι κλεισμένη στο σπίτι τους με ένα μωρό, κι αυτή δεν πολυκαταλαβαίνει.
Στο πρώτο μέρος του μυθιστορήματος ο Δημήτρης Μαμαλούκας, σκιαγραφεί αυτήν ακριβώς την απόλυτη μοναξιά, σμιλεύει ευκρινώς τις ψυχές, τα πρόσωπα και τις συνήθειες, τις κρυφές πληγές των ηρώων.
Ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος συχνά με την απληστία του Τσίκη, με την παθολογία του Πετράρχη και την απεγνωσμένη ανάγκη του Αμίν να εκδικηθεί για τον άδικο χαμό του Σαχ του γιου του.
Στη συνέχεια, θα δει τους μοναχικούς δρόμους να διασταυρώνονται και να εφάπτονται τραγικά, να ενώνονται οι μοίρες του Αμίν με τον Τσίκη, της Στέλλας με τον Πετράρχη, της Δέσποινας με τον Αμίν και το μωρό της Στέλλας, της Μιράντας με το αλλόκοτο του Πετράρχη. Στην μοναχική άσφαλτο που, όμως, ευνοεί τις συναντήσεις και τις συγκρούσεις.
Ο καθένας θα φτάσει στη δική του μοιραία συνάντηση με όλο του το ανεξιχνίαστο σκοτεινό παρελθόν, η Δέσποινα με το «χάθηκε» του αδελφού που την τυραννά μια ζωή, ο Πετράρχης με το «έφυγε» και «μ’ άφησε» της πανέμορφης, σκοτεινής του μητέρας, ο Τσίκης με τα δικά του κρίματα και η Στέλλα με την Μιράντα – ως τα μοιραία θηλυκά- επειδή «έτυχε» να μοιάζουν ή να βρεθούν στο ακατάλληλο τόπο την ακατάλληλη ώρα.
Το τρίτο μέρος περιλαμβάνει μια δράση καταιγιστική που οδηγεί όπως συνηθίζει ο συγγραφέας για ακόμα μια φορά σε ένα ανοιχτό φινάλε.
Οι άσσοι στο μανίκι και τα συγγραφικά ευρήματα, και σ’ αυτό το βιβλίο πολλά: οι ροκ στίχοι που συνοδεύουν στις μοναχικές διαδρομές τον Πετράρχη. Το παιχνίδι με τα ονόματα και με την τράπουλα στην οποία η «Μοναξιά», ο «Θάνατος», η «Τύχη», κάθε φορά, φαίνεται να αποφασίζει. Το πάθος με τα αυτοκίνητα, του συγγραφέα πρωτίστως που το δανείζει με τη σειρά του στον Πετράρχη. Οι παράλληλες διαδρομές, που είναι αυτές που αποφασίζουν και καθορίζουν. Το τελευταίο κεφάλαιο, που είναι και πάλι έκπληξη, όπως και σε κάθε βιβλίο. Δένει τους ήρωες, και επί τω προκειμένω, και τα βιβλία.
Το αποτέλεσμα: ένα απολύτως ατμοσφαιρικό βιβλίο, καταιγιστικής δράσης, με πολυσύνθετους, αντιφατικούς και άκρως ενδιαφέροντες χαρακτήρες. Με εκπλήξεις κι ανατροπές, κι απ’ την αρχή έως το τέλος με τον Τόπο και τον Χρόνο να διαλύει, παραμορφώνει, δεσπόζει, καθορίζει. Με «το αστέρι του αυτοκινητόδρομου» πιο μπερδεμένο κι αναγκεμένο και θολωμένο από ποτέ. Η αποθέωση, τελικά, Μοναξιάς και Τυχαίου. Με πανταχού παρόν το Παρελθόν, ανοιχτή πληγή, μοίρα για όλους.


ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ-
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ:

Ο Δημήτρης Μαμαλούκας γεννήθηκε το 1968 στην Αθήνα όπου και κατοικεί. Είναι πτυχιούχος Φιλοσοφίας του πανεπιστημίου του Lecce, Ιταλία.
Έχει γράψει τα μυθιστορήματα:
«Όσο υπάρχει αλκοόλ…»,
«Ο Μεγάλος Θάνατος του Βοτανικού»,
«Η απαγωγή του εκδότη» και
«Η χαμένη βιβλιοθήκη του Δημητρίου Μόστρα»
που ήταν υποψήφιο για το Βραβείο Αναγνωστών ΕΚΕΒΙ- ΕΡΤ 2007.
Συμμετείχε στις συλλογές διηγημάτων «Ελληνικά Εγκλήματα» και «Υπόγειες Ιστορίες».
«Η μοναξιά της ασφάλτου» είναι το πέμπτο του μυθιστόρημα.