11/3/11

Όπως είπε ο Νίτσε, η ύψιστη σοφία είναι να μη φοβάσαι

Αυτό που ζητάω από σένα, κύριε Καταγκίρι, είναι να μοιραστείς μαζί μου το κουράγιο σου...”


(παλιότερο κείμενο, με όλο το πάθος μου για οτιδήποτε γιαπωνέζικο)


ΜΕΤΑ ΤΟ ΣΕΙΣΜΟ” του Χαρούκι Μουρακάμι. Μετάφραση από τα αγγλικά: Βασίλης Κιμούλης. Εκδ. “Ωκεανίδα”, σελ. 234, € 16


Ειλικρινά, κύριε Καταγκίρι, η ιδέα να πολεμήσω το Σκουλήκι στο σκοτάδι με τρομάζει κι εμένα. Εδώ και χρόνια ζω ειρηνικά, αγαπώντας την τέχνη και τη φύση. Δεν μ' αρέσει ο πόλεμος. Θα το κάνω επειδή πρέπει. Κι αυτή ειδικά η μάχη θα είναι λυσσαλέα, είναι βέβαιο. Μπορεί να μη βγω ζωντανός. Μπορεί να χάσω ένα ή δύο μέλη στον αγώνα. Αλλά δεν μπορώ- δεν θέλω- να το βάλω στα πόδια. Όπως είπε ο Νίτσε, η ύψιστη σοφία είναι να μη φοβάσαι. Αυτό που ζητάω από σένα, κύριε Καταγκίρι, είναι να μοιραστείς μαζί μου το κουράγιο σου, να με υποστηρίξεις μ' όλη σου την καρδιά σαν αληθινός φίλος. Καταλαβαίνεις τί σου λέω;”

Και σ' αυτό το βιβλίο με τα διηγήματα του μεγάλου Ιάπωνα συγγραφέα οι ήρωες είναι “φιλήσυχοι άνθρωποι”. Και σ' αυτές τις ιστορίες η μπόρα τους βρίσκει “εν ύπνω”. Όπως τον Τόρου Οκάντα στην κουζίνα του (“Κουρδιστό πουλί”), τον Τόρου Βατανάμπε σε ένα αεροδρόμιο (“Νορβηγικό δάσος”), τη Σουμίρε σε ένα επαγγελματικό ταξίδι ρουτίνας (“Σπούτνικ αγαπημένη”), έτσι θα βρει τους πάντες “το απροσδόκητο” στις ιστορίες του καινούργιου βιβλίου του “Μετά τον σεισμό”: Την γυναίκα του Κομούρα ξαπλωμένη στον καναπέ, βλέποντας τηλεόραση (“Ούφο στο Κουσίρο”), τον Μιγιάκε ζωγραφίζοντας και τη Τζούνκο σιδερώνοντας (“Τοπίο με σίδερο ρούχων”), τον Γιοσίγια ταξιδεύοντας τυχαία με το τρένο της γραμμής (“Όλα τα παιδιά του Θεού μπορούν να χορέψουν”), την Σατσούγκι σε εμμηνόπαυση και ιατρικό συνέδριο (“Ταιλάνδη”), τον Καταγκίρι στο διαμέρισμά του επιστρέφοντας από τη δουλειά (“Σούπερ Βάτραχος σώζει το Τόκιο”) και τον Τζουνπέι και τη Σαγιόκο λέγοντας ιστορίες για αρκούδους στη μικρή Σάλα (“Μελόπιτα”). Σαν αεράκι, σαν εκείνο το σχεδόν μαγικό σημείο μετατροπής του νερού σε πάγο ή υδρατμό, ξαφνικά στη ζωή τους όλα θα γίνουν άλλα:

Η γυναίκα του Κομούρα αναίτια θα φύγει από το σπίτι και τον άνδρα της και θα εξαφανιστεί. Ο Μιγιάκε θ' αρχίσει να ανάβει φωτιές στις παραλίες με την Τζούνκο ν' ανταποκρίνεται κάθε φορά και να τον ακολουθεί. Ο Γιοσίγια μετά από ένα δυνατό χανγκόβερ θ' αναζητά χορεύοντας τον πατέρα. Η Σατσούκι θ' αφήσει στην Ταυλάνδη την πέτρα που της βαραίνει μια ζωή τη Ζωή και την καρδιά. Ο Καταγκίρι σε κωματώδη κατάσταση θα βοηθήσει έναν τεράστιο βάτραχο για να διασωθεί το Τόκιο από το Σεισμοσκουλήκι. Και η Σαγιόκο θα συνειδητοποιήσει ότι τον Τζουνπέι αγαπούσε πάντα, αλλά πρόλαβε ο Τακατσούκι πρώτος να εξομολογηθεί τον έρωτα του!

Κι όμως, λίγα λεπτά πριν από τον “μεγάλο Σεισμό”, η οικονομία άνθιζε, ο κόσμος είχε περισσότερα χρήματα απ' ό,τι μπορούσε να ξοδέψει και οι ήρωες των ιστοριών είχαν την ψευδαισθησιακή εντύπωση ότι ζούσαν τη δική τους ζωή, ως τη στιγμή που ο κίνδυνος, εκείνη η έμπλεη Συνειδητότητας Σημαντική Στιγμή, θα τους αναγκάσει να διαπιστώσουν πως ζούσαν τη ζωή ενός άλλου. Και έτσι ξαφνικά, θ' αλλάξουν ζωή.

Έξι αλλόκοτες, αλληγορικές ιστορίες που όμως απολύτως πατούν αρχικά στο καθημερινό, πραγματικό και ρεαλιστικό και οι οποίες κατορθώνουν να διαστείλουν Επιθυμία, Συνείδηση, Χρόνο. Και σε χρόνο dt εντελώς υπερβατικά θα επιτρέψουν και να συμβούν τα πάντα.

'Ενα βιβλίο με την γνωστή μαγεία του συγγραφέα, να συνενώνει ζωή και όνειρο, αλήθεια και φαντασία, αίνιγμα και καθημερινότητα ταπεινή. Με ήρωες της διπλανής πόρτας αρχικά, που εξελίσσονται σε αρχετυπικούς και μοιραίους. Αναζητώντας σαν υπνοβάτες ένα άγνωστο πεπρωμένο, νόημα, δρόμο που δεν ονομάζεται τελικά, όπως δεν έχει όνομα το άγνωστο, ο γρίφος, το αίνιγμα.

Άλλωστε, όπως θα πει ο Βάτραχος “όλη η φοβερή μάχη έγινε στο χώρο της φαντασίας”. Διότι “Εκεί ακριβώς βρίσκεται το πεδίο των μαχών μας. Εκεί βιώνουμε τις νίκες και τις ήττες μας”. Γνωρίζοντας βεβαίως, βεβαίως πως “Όλοι ανεξαιρέτως είμαστε πλάσματα περιορισμένης διάρκειας: τελικά όλοι θα νικηθούμε. Αλλά όπως είπε τόσο εύστοχα ο Έρνεστ Χέμινγουέι, το αληθινό μεγαλείο της ζωής μας δεν βρίσκεται στον τρόπο που κερδίζουμε, αλλά στον τρόπο που χάνουμε”.

Απολαυστικό βιβλίο, με επίπεδα τόσα πολλά που μπορεί να σ' αλλάξει ως κι οπτική. Διότι το “Μετά το Σεισμό” θα μπορούσε κάλλιστα και να λέγεται “Μετά τη Κρίση”.

Φράση κλειδί, του βιβλίου: “ο ίδιος κρατούσε μόνιμα παθητική στάση... τι είχε απομείνει στον ίδιο ν' αποφασίσει; Κι έτσι συνέχισε ν' αμφιβάλλει. Και να μην αποφασίζει. Και τότε χτύπησε ο σεισμός”. Νικώντας εκείνον τον ακηδέστατο νόμο της Εντροπίας.


Ταυτότητα-

Ποιος είναι:

Ο Χαρούκι Μουρακάμι, ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της εποχής μας, γεννήθηκε στο Κιότο το 1949. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Waseda.

Τον Απρίλιο του 1974, παρακολουθώντας έναν αγώνα μπέιζ-μπολ, του ήρθε ξαφνικά η έμπνευση να γράψει το πρώτο του μυθιστόρημα.

Το 1974, επίσης, άνοιξε στο Τόκιο μαζί με τη γυναίκα του τη Γιόκο το τζαζ μπαρ “Peter Cat”, το οποίο πούλησε το 1981 για ν' αφοσιωθεί στο γράψιμο.

Το 1986 ταξίδεψε στην Ιταλία και στην Ελλάδα.

Το 1991 πήγε στις ΗΠΑ, όπου έμεινε τέσσερα χρόνια, δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Princeton και στο William Howard Taft στην Καλιφόρνια κι έγραψε το μυθιστόρημα “Το κουρδιστό πουλί”.

Έργα του: “Hear the wind sing”, “Pinball 1973” και “A wild sheep- chase”, τρία μυθιστορήματα που συνθέτουν την Τριλογία του Αρουραίου' “Hard-boiled wonder-land and the end of the world”, “Νορβηγικό δάσος”, “Dance dance dance”, “South of the border”, west of the sun”, “The elefant vanishes”, διηγήματα, “Το κουρδιστό πουλί”, “Underground”, “Σπούτνικ αγαπημένη”, “Μετά τον σεισμό”, “Kafka on the shore”, “Blind willow, sleepeng woman”, διηγήματα, “After dark”.

Για το έργο του έχει τιμηθεί επανειλημμένα με βραβεία και τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε 40 γλώσσες.

Έχει μεταφράσει στα γιαπωνέζικα έργα των Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ, Τρούμαν Καπότε, Τζον Ίρβινγκ και Ρέιμοντ Κάρβερ.

Από τις εκδόσεις “Ωκεανίδα” κυκλοφορούν επίσης τα μυθιστορήματά του “Το κουρδιστό πουλί”, “Νορβηγικό δάσος” και “Σπούτνικ αγαπημένη”.