26/5/09

Όταν το αίμα μετατρέπεται σε φλογοβόλο δύναμη, η λογική γίνεται μια πολύ επίπεδη κατάσταση.

“ΤΟ ΚΙΤΡΙΝΟ ΣΠΙΤΙ” του Martin Gayford, Μετάφραση: Δήμητρα Βελισσάριου, Εκδ. “Ίνδικτος”, σελ. 320, e 19.40

“Η διπολική ψύχωση είναι μια τρομερή και συχνά, όπως στην περίπτωση του Βίνσεντ, θανατηφόρος ασθένεια... Εκείνοι όμως που ζουν στην κόψη του ξυραφιού έχουν και την ικανότητα να βλέπουν πιο μακριά. Οι γρήγορες σκέψεις, οι συσχετισμοί μεταξύ πραγμάτων που κανένας άνθρωπος σε κανονική πνευματική κατάσταση δεν μπορεί να κάνει, η οξύτητα των συναισθημάτων και των οδυνών- όλα αποτελούν τα καύσιμα για ένα δημιουργικό ταξίδι. Η παράνοια των καλλιτεχνών δεν είναι απόλυτα μυθική”. Βεβαίως, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί, ότι με τον μύθο της ζωής του Βίντσεντ Βαν Γκογκ, όσον αφορά αυτή την άποψη, μπαίνουν τα θεμέλια.
Υπάρχουν εποχές που μοιάζουν με συμπυκνωμένη ζωή, εντός των χρονικών ορίων τους, ανθίζουμε και σκορπιζόμαστε στο χάος. Μια τέτοια χρονική περίοδο, εμπεριέχεται στο βιβλίο του Martin Gayford. Ο τίτλος του, από το σπίτι πια μύθο, “Το κίτρινο σπίτι”. Όπως το διαμόρφωσε στην Άρλ, αρχικά ο Βίντσεντ Βαν Γκογκ για να συστεγάσει την πιο δημιουργική (αλλά και ολέθριά του) εποχή, την εποχή της καλλιτεχνικής του συνύπαρξης με τον Πωλ Γκωγκέν, συμπεριλαμβανόμενης – ως γεγονός αναπόσπαστο- και την κατάρρευση.
Από τον Οκτώβριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1888 στην γαλλική επαρχιακή πόλη της Άρλ, συνυπήρχαν κάτω απ' την ίδια στέγη αυτοί οι δυο, δυο άγνωστοι αρχικά. Για να γίνει ο ένας εφαλτήριο έμπνευσης αλλά, ταυτόχρονα, και βατερλό για τον άλλον.
Σε εκείνο το, σχεδόν μυθιστορηματικό, πια “Κίτρινο σπίτι” ζωγράφιζαν τις αυτοπροσωπογραφίες τους και τις καρέκλες τους, ο ένας τον άλλον και την καρέκλα του άλλου, την εποχή και την σπορά όπως την έβλεπαν να αλλάζει χρώματα, τα μπορντέλα και τα καφέ, τις γυναίκες του μπαρ και τις γυναίκες στο σπίτι που επισκέπτονταν κάθε τόσο, τα πορτρέτα ανθρώπων της γειτονιάς, τους περίφημους ήλιους, τον μεταφυσικό σπορέα, την ίδια γυναίκα, την αυτή φύση και το ίδιο πορνείο με διαφορετική τεχνική και από άλλη σκοπιά. Κι ο συγγραφέας συλλαμβάνοντας αυτή την εξαιρετική συγκυρία όπου όταν “δυο προσωπικότητες συναντούνται, μεταλλάσσονται κι οι δυο” κατά τον Γιουνγκ, υπογράφει αυτή την περίεργη διπλή βιογραφία. “Το απόλυτο πορτρέτο” της κοινής καλλιτεχνικής τους ζωής, φωτίζοντας τις έντονες διαφορές τους και, πάνω απ' όλα, του Βαν Γκογκ την ταραγμένη ιδιοφυία:
“ Προς τα τέλη του Δεκεμβρίου, ο Βίνσεντ μάλλον έπινε πιο πολύ απ' ό,τι συνήθως, ενώ δούλευε χωρίς σταματημό για αρκετές εβδομάδες. Τον προηγούμενο μήνα είχε ζωγραφίσει είκοσι πέντε πίνακες, αρκετοί από τους οποίους συγκαταλέγονται στους καλύτερους που ζωγράφισε ποτέ”.
Έπινε, δούλευε μανιακά και έτρεμε μήπως και ο Γκωγκέν τον εγκαταλείψει. Προσπαθώντας μέσα από τα Ηλιοτρόπια και τον Σπορέα του να προσεγγίσει τ' απόλυτο, να νικήσει το ανίκητο, να προσεγγίσει μια τέχνη παραμυθητική, ιαματική:
“Αυτό ήταν αναμφίβολα ό,τι ήθελε και ο Βίνσεντ να καταφέρει με τη ζωγραφική του: να ανακαλύψει στην τέχνη μια δύναμη ισχυρότερη από τον νευρωτικό του χαρακτήρα”.
Αλλά κι εκείνο που ομολογούσε άμεσα στον Γκωγκέν:
“Α, καλέ μου φίλε, το να επιτύχει κάποιος στη ζωγραφική αυτό που επιτυγχάνει η μουσική του Μπερλιόζ και του Βάγκνερ... μια τέχνη πού προσφέρει παρηγοριά στους πονεμένους! Υπάρχουν ελάχιστοι που το νοιώθουν αυτό όπως εσύ κι εγώ!!”
Μια διπλή ιστορία απρόσμενη και γοητευτική, που γεφυρώνει την ιστορία της τέχνης με το ψυχολογικό θρίλερ. Με χρώματα, ήχους και με σιωπές, με σκέψεις, φιλία, ασυνήθιστες εξάρσεις και τρόμους. Αποτελώντας ταυτόχρονα και μια καλλιτεχνική τοιχογραφία μιας άκρως ενδιαφέρουσας εποχής. Σκιαγραφώντας αριστοτεχνικά μια ιδιάζουσα φιλία, ακτινογραφώντας μια καλλιτεχνική ιδιοφυία, αγγίζοντας με δέος και σεβασμό έως και αυτόν τον σοκαριστικό, ακόμα ανεξήγητο ακρωτηριασμό (πρόσφατα γράφτηκε ότι ο απόλυτος αίτιος ήταν ο Γκωγκέν, αλλά ποιος είναι εκείνος που με βεβαιότητα μπορεί να το ξέρει).
Με ένθετα έργα για τα ίδια θέματα και της ίδιας εποχής και των δυο, με λεπτομέρειες συγκατοίκησης απίστευτα διαφωτιστικές, με κριτική ματιά επάνω στο έργο αλλά και στην ιδιόμορφη τρέλα. Με την απορία διάχυτη και αναπάντεχη, εξάλλου τα ζητήματα ζωής και τέχνης, αξεδιάλυτα και πάντοτε μόνον υποθετικά, μόνον η ερώτηση, άλλωστε η απάντηση δεν δόθηκε ποτέ μέσα στον χρόνο:
“Αν λοιπόν ο Βίνσεντ είχε εξεταστεί απ' τους γιατρούς μετά από έναν αιώνα, θα υπήρχε έτοιμη διάγνωση. Θα υπήρχε επίσης και θεραπεία. Στα μέσα του εικοστού αιώνα ανακαλύφθηκε πως οι απότομες εναλλαγές της διάθεσης μπορούν να ελεγχθούν με φάρμακα, όπως το λίθιο. Θα δεχόταν, όμως, ο Βίνσεντ μια τέτοια θεραπεία;
Η ερώτηση δεν είναι ρητορική. Τα χάπια θα μείωναν τον ψυχικό του πόνο, αλλά πολλοί διπολικοί συγγραφείς και καλλιτέχνες που έκαναν την θεραπεία, γρήγορα τη σταμάτησαν. Τους έλειπε η έξαψη των “ανεβασμένων” συναισθημάτων όπως το έθεσε ο Hugo Wolf, ένας ακόμη παθών-, όταν “το αίμα μετατρέπεται σε φλογοβόλο δύναμη”. Η λογική ήταν γι' αυτούς μια πολύ επίπεδη κατάσταση”.
Διπλή βιογραφία και βιβλίο τέχνης συνάμα που διαβάζεται με κομμένη ανάσα. Ένα αφήγημα που εξακολουθεί να μας παραξενεύει και να μας καθηλώνει, παρότι όλοι γνωρίζουμε εξ αρχής, το αναπόδραστο τέλος. Μια χρονική περίοδος σε εξέλιξη, τελικά. Σαν την ιστορία της ίδιας της Τέχνης.


ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ-
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ:
Ο Martin Gayford υπήρξε κριτικός Τέχνης στις εφημερίδες Spectator και Sunday Telegraph.
Σήμερα διατηρεί τη θέση του Διευθυντή Κριτικών Τέχνης στις εκδόσεις Bloomberg.
Έχει συνεργαστεί σε πολλούς καταλόγους εκθέσεων για την Tate Gallery, την Hayward Gallery, την Courtauld Gallery και το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Παρισιού.
Ζει στο Κέιμπριτζ με τη γυναίκα του και τα δυο παιδιά τους.

ΥΓ. Φαντάζεστε το σοκ και τον ενθουσιασμό μου όταν συνειδητοποίησα ότι το νεοδιαμορφωθέν σπίτι μου είναι σχεδόν το... κίτρινο σπίτι του Βαν Γκογκ? Και θα το... κιτρινίσω κι άλλο! (ναι, σιγά τ' αυτί!)