«ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΕΝΟΣ ΑΣΗΜΑΝΤΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΟΥ» του Χοσέ Κάρλος Σομόθα, Μετάφραση: Ντίνα Σιδέρη, Εκδ. «Κέδρος», σελ. 176, τιμή: 12 ευρώ.
«Τα φιλιά, κάποιες φορές, έχουν γεύση θανάτου. Το γεγονός απλά και μόνο ότι αγαπάς είναι ήδη μια μικρή απώλεια. Τα αγκαλιάσματα, κάποτε, είναι μάταιες απόπειρες να συγκρατήσουμε αυτό που μας φεύγει. Η απόκτηση, από μόνη της, είναι απατηλή: αντίθετα, υπάρχει πάντα μια αποστέρηση. Είναι σαν να μπορούμε ν’ αγαπήσουμε μόνο αυτό που μας έχουν κλέψει και η αγάπη να είναι η επιθυμία, η ελπίδα ότι μια μέρα θα μας το επιστρέψουν. Ωστόσο, φτάνει μια στιγμή που η απώλεια καταντάει απέραντη, ατέλειωτη: αγαπάμε τόσο ώστε αγαπάμε μόνο ένα πτώμα. Και, καθώς η απώλεια εκπληρώνεται πάντα, το πτώμα παραμένει. Φυσικά, αν η αγάπη έχει αυτή την αναπόφευκτη επίγευση του θανάτου, δε θα έπρεπε να μας εκπλήσσει που το κοιμητήριο έχει ερωτικές ιδιότητες. Τα πράγματα κρατούν ισορροπία.
Εσείς, που βεβαιώνετε ότι είστε ο θάνατός μου, μήπως είστε η πραγματική μου αγάπη;»
«Σπουδή θανάτου» το μυθιστόρημα του κουβανού Χοσέ Κάρλος Σομόθα «Γράμματα ενός ασήμαντου δολοφόνου».
Δικαιώνοντας απολύτως «Τα δάκρυα του έρωτα» του Μπατάιγ, για το ερωτικό του θανάτου και το θανάσιμο του έρωτος, ο συγγραφέας «ρίχνει» τα Ταρώ της ζωής και προσωποποιεί «τον ερημίτη του πύργου», τον «τρελό», τον «τροχό της τύχης», τον «ιεροφάντη» στον «θρόνο» του, τον «αυτοκράτορα» και την «αυτοκράτειρα», το «ανώνυμο χαρτί» του θανάτου. «Αρχιέρεια» φυσικά η ίδια η αφηγήτρια- συγγραφέας.
Η μοναχική Κάρμεν ντελ Μαρ που, βυθισμένη στη μετάφραση ενός έργου του Φόκνερ, καταφεύγει στο Ροκεδάλ, ένα παραθαλάσσιο χωριό της νότιας Ισπανίας.
Προσπαθώντας να ξορκίσει τον συγγραφικό τρόμο για το άσπρο χαρτί κι αναζητώντας το νήμα της επόμενης ιστορίας, επινοεί αλληλογραφία με έναν επίδοξο «δολοφόνο» της. Παίζοντας ταυτοχρόνως στην αρχή, θύτη και θύμα. Τις ανώνυμες επιστολές του αφήνει κρυφά στο μαντρότοιχο του σπιτιού της για να τις βρει αμέσως μετά και πάλι.
Αλλά όπως όλα τα παιχνίδια, κι αυτό, επικίνδυνο, από ένα σημείο και μετά, σαν τον ήρωα σε κάθε γνήσιο μυθιστόρημα, της ξεφεύγει!
Ο επίδοξος δολοφόνος της αποκτά πια δική του υπόσταση, αυτονομείται και συνεχίζει συνεχώς να της γράφει! Απερίφραστα τώρα «σκίστε τα γράμματά μου ή διαβάστε τα άπληστα. Πιστέψτε, αν επιθυμείτε, ότι εγώ είμαι εσείς. Κάντε κάτι, δεσποινίς, που να σας παρηγορεί, επιτέλους, για το αναπόφευκτο. Θυμηθείτε ότι το «να χάνεις το χρόνο» είναι μια πολύ σωστή μεταφορά του θανάτου».
Θα την σκοτώσει οπωσδήποτε, ακόμα και μη σκοτώνοντάς την, ούτε λόγος! Κι απαιτεί κι απ’ εκείνη, απάντηση!
Έτσι αρχίζει εκατέρωθεν μια άκρως ενδιαφέρουσα και αποκαλυπτική αλληλογραφία! Επιθυμίες και φόβοι, κρυφά πάθη και ενοχές, αναμνήσεις και όνειρα, σκέψεις, συναισθήματα και ψευδαισθήσεις ξετρυπώνουν από τα πιο μύχια βάθη τους και ταυτοχρόνως λαικοί μύθοι, δοξασίες περί το ερωτικόν του θανάτου και θρύλοι. Η τράπουλα Ταρώ συμβάλει δεόντως σε μια άκρως αλληγορική και σουρεαλιστική σημειολογία. Οι νεκρές του χωριού, αποδεδειγμένα υπαρκτές από την ύπαρξή τους πια στο νεκροταφείο (δίχως το υπαρκτό του θανάτου, είναι ανύπαρκτη ή ανεξακρίβωτη η ζωή και η ιστορία) συμβάλουν στο μαγικό ρεαλισμό της ιστορίας.
Στην άκρως σουρεαλιστική λεκτική μονομαχία τους, καθοριστικό ρόλο θα παίξουν πια και όλα τα είδη: ποιήματα και ασκήσεις λογικής, αινίγματα, ρομαντικές ασκήσεις, γλωσσικά προβλήματα και «η προφανής αλήθεια».
Οι εν δυνάμει δολοφόνοι της, αρκετοί: Ο δον Μπαλτάσαρ, ο τρελός του δρόμου του νεκροταφείου, ή ο Μανόλο, ο «ερημίτης του πύργου». Όπου κι αν κάνει, νοιώθει βαριά τη σκιά του!
Από τις σημαντικότερες σελίδες του βιβλίου, η επίσκεψη στο Κοιμητήριο η οποία εξηγεί και αρκετά περί θανατολαγνείας, οι ιστορίες στα όρια του θρύλου της Εουλόχια Ραμίρεθ, της Αμπάρο Μοεδάνο και της Πάκα Κρουθ, οι σελίδες όπου ένα χωριό ζωντανεύει σαν μια Ταρώ τράπουλα, η τελική μεταμόρφωση εκείνης: σχεδόν γυμνή, βαμμένη έντονα, με άσπρο μαντήλι στο λαιμό, πανέτοιμη να του δοθεί, να τον προυπαντήσει!
Οι «Λόγοι για να πεθάνει κάποιος» πολλοί, κι εκείνη διαθέτει ήδη αρκετούς:
«Το είπατε κι εσείς, αξιότιμε κύριε: δε μου λείπουν οι λόγοι για να πεθάνω. Η μοναξιά, η πλήξη, η αίσθηση ότι βρίσκομαι εκτός τόπου σε τούτο το ήσυχο χωριό, το μυθιστόρημα του Φόκνερ και, πάνω απ’ όλα η ανάμνηση του Χουλιάν (του χρόνου που περάσαμε μαζί, της αρρώστιας που τον χώρισε από μένα κι από τη ζωή, και του εγκλεισμού του σε ψυχιατρείο’ της αυτοκτονίας του, που την πληροφορήθηκα ένα μήνα πριν έρθω στο Ροκεδάλ με ένα γράμμα σε επιστολόχαρτο της κλινικής). Όλοι αυτοί είναι καλοί λόγοι, πράγματι. Θα μπορούσα να παραθέσω περισσότερα στοιχεία, κύριέ μου, αλλά δε θέλω να λυπηθώ περισσότερο».
Το αποτέλεσμα, ένα αριστουργηματικό μυθιστόρημα που αγγίζει τα όρια έρωτα και θανάτου: για την ηρωίδα- συγγραφέα Κάρμεν ντελ Μαρ και για τον ίδιο τον συγγραφέα. Πρωτότυπο, αλληγορικό, υποδόριο και υπαινικτικό, ανοιχτό σαν ζωή στους αναγνωστικούς συνειρμούς και στο ενδεχόμενο. Με πειραματική δομή, ατμόσφαιρα θρίλερ και αφήγηση υπερβατική. Οι λέξεις, η σωτηρία και το καταφύγιο που μας απομένει: έρωτας και θάνατος ταυτοχρόνως!
Απόδειξη, το μικρό απόσπασμα που ακολουθεί για φινάλε: «Ένας συγγραφέας πρέπει να πεθάνει, γράφοντας. Να γράφει ως το θάνατο, ως το ίδιο του το τέλος, τις τελευταίες λέξεις με αίμα». Μια εικόνα παράξενης και τρομερής ομορφιάς με συγκλόνισε: να υπογράψω το μυθιστόρημά μου μ’ ένα ποίκιλμα πάνω στο αριστερό καρπό, πιέζοντας με δύναμη, όπως κάνουμε μ’ ένα στυλό διαρκείας που δε γράφει, ώσπου οι κομμένες αρτηρίες να σχηματίσουν τ’ όνομά μου και να τρέξει το αίμα. Έτσι θα περνούσα στο θρύλο αυτού του μαγικού χωριού. Κάρμεν ντελ Παρ, «αυτή με την πένα».
Αλλά το όντως φινάλε για την ιστορία θα είναι το «τελικό σημείωμα του εκδότη».
Ένα μυθιστόρημα για τον έρωτα και τον θάνατο, για τη ζωή και για την λογοτεχνία. Για την θανατολαγνεία, την λεξιλαγνεία.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ-
ΕΡΓΑ ΤΟΥ:
Ο Χοσέ Κάρλος Σομόθα είναι ψυχίατρος.
Γεννήθηκε στην Αβάνα το 1959 και ζει στη Μαδρίτη από το 1960.
Εμφανίστηκε στα ισπανικά γράμματα το 1994 και τα έργα του γνώρισαν επιτυχία πολύ σύντομα:
«La ventana pintada» (Το βαμμένο παράθυρο) (βραβείο Cafι Gijon 1998),
«Cartas de un asesino insignificate» (Επιστολές ενός ασήμαντου δολοφόνου, 1999),
«Dafne desvanecida» (Η μεταμόρφωση της Δάφνης) (υποψήφιο βραβείου Nadal 2000),
«Miguel Will» (Μιγέλ Ουίλ), Βραβείο Θεάτρου Miguel de Cervantes, 1997,
«Langostas» (Αστακοί), σενάριο ραδιοφωνικής εκπομπής, βραβείο Margarita Xirgu 1994.
«Το Σπήλαιο των Ιδεών», το πέμπτο του μυθιστόρημα, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Κέδρος», μεταφράστηκε σε πολλές χώρες.
Στα ελληνικά κυκλοφορεί επίσης το μυθιστόρημά του «Η Κλάρα στο μισοσκόταδο».
ΥΓ1: «Κάρμεν ντελ Παρ, αυτή με την πένα»!
Είχα καιρό να νοιώσω τόσο περίεργα με μυθιστόρημα και αυτή η εβδομάδα μου κρατούσε πολλά αναγνωστικά δώρα! Εκτός από τον Σομόθα και τον περίεργο δολοφόνο του, μια συγκλονιστική «Νεκρή ερωμένη»: «Η νεκρή ερωμένη» του Θεόφιλου Γκωτιέ, εκδ. «Αιγόκερως», την οποία διάβασα μετά από επιμονή του Θηβαίου. Αλλά περισσότερα γι’ αυτό το βιβλίο, προσεχώς!
Για την ώρα, μια βεβαιότητα: έρως και θάνατος βαδίζουν διαρκώς χέρι- χέρι!
ΥΓ2: Μπορεί να συνέβαλε το ότι ένα πάθος με τις πένες όσο να ‘ναι, το έχω κι εγώ! Και με τον έρωτα και το θάνατο, μια εμμονή, όσο να ‘ναι…