«Είναι ο λιγότερο μόνος άνθρωπος που γνωρίζω. Πρόκειται για έναν άντρα που από νέος έχασε τους γονείς του- από σχεδόν παιδί είχε γίνει γονιός των άρρωστων γονιών του μέχρι που έφυγαν από τη ζωή. Δεν έχει παντρευτεί, δεν έχει κάνει δική του οικογένεια, δεν έχει αδέλφια, δεν έχει ουσιαστικά συγγενείς. Ζει πάντα μοναχός. Και όμως… δεν είναι ποτέ μόνος. Δεν τον αφήνουμε δηλαδή ήσυχο, γιατί μας είναι απαραίτητος.
Του ταιριάζει απόλυτα εκείνο που λένε στην Αφρική στη γλώσσα των Ζουλού: «Δε θα είσαι ποτέ μόνος αφού είμαστε μόνοι χωρίς εσένα».
Την έχω ξαναγράψει αυτή την ωραία φράση, αλλά αόριστα. Τώρα τη συνδέω με το πρόσωπό του που με έκανε να την καταλάβω καλύτερα. Για χάρη του το ξαναγράφω και όπως προφέρεται στην αφρικανική γλώσσα, διότι ανάμεσα στα τόσα πολλά που σπούδασε, που γνωρίζει, που μαθαίνει συνεχώς, είναι και γλώσσες της Μαύρης ηπείρου, ίσως γιατί παλαιότερα προβληματίστηκε να φύγει για ιεραποστολή:
Ungeke udliwe umzwangedwa sisekhona.
Σπάνια, πλάσμα αγαπά τόσο τη ζωή και τους ανθρώπους- αυτά πάνε μαζί, δε γίνεται αλλιώς-, που συνέχεια σπουδάζει, μελετά, αναζητάει τα πιο απίθανα, όχι μόνο από προσωπική δίψα να ανιχνεύει το μυστήριο της ύπαρξης αλλά, πιο πολύ, για να είναι περισσότερο αποτελεσματικός προσφέροντας. Χαρίζοντας γνώση, παρηγοριά, θεραπείες, κέφι, συμβουλές όλων των ειδών- από ιατρικές συμβουλές μέχρι πώς γίνεται νοστιμότερος ο χαλβάς.
Επιμένει πως: «Αγάπη χωρίς ευθύνη δεν είναι αγάπη».
«Και ευθύνη χωρίς αγάπη;» ρωτώ.
«Α! Αυτό είναι ένα πολύ παγωμένο πράγμα…» απαντάει.
«Η αγάπη είναι ένα διαρκές άθλημα», μας θυμίζει.
ΥΓ1: Μικρό απόσπασμα από το ομώνυμο κεφάλαιο του βιβλίου της Μάρως Βαμβουνάκη «Το φάντασμα της αξόδευτης αγάπης» (μόλις κυκλοφόρησε, μαγικό σχεδόν, με ιαματικές ιδιότητες, υπέροχο, εκδόσεις «Ψυχογιός»).
Επειδή ό,τι δίνεις, έχεις, ό,τι κρατάς το χάνεις.
Διότι κι εγώ ευλογήθηκα απ’ τη φιλία και την αγάπη κάποιων ανθρώπων. Η ιερότητα της φιλίας τους με προστατεύει πάντα, κι η ευλογία συνεχίζεται ακόμα και τώρα, με φίλους καινούργιους, καλούς.
Και επειδή αυτό τον υπέροχο άνθρωπο που αναδύεται μέσα απ’ εκείνο το σχεδόν θαυματουργικό βιβλίο, επιθυμώ να σας τον γνωρίσω, να σας τον χαρίσω, ως χρέος παλιό.
ΥΓ2: Και ως μικρό αντίδωρο, δεχθείτε κι αυτό:
Αντιγράφουμε από τον εξαιρετικό του οπισθόφυλλο που υπογράφει η συγγραφέας:
«Αν στέρηση είναι να μην έχεις αυτό που επιθυμείς, ανικανοποίητο είναι να έχεις μεν αυτό που επιθυμείς, αλλά να μην σου προσφέρει τη γεύση που περίμενες να σου προσφέρει. Η απόκτησή του να αποδεικνύεται απογοητευτική. Ο άνθρωπος σήμερα μαραίνεται μέσα στην εποχή του ανικανοποίητου. Κι αν, όταν στερείσαι, μπορείς να ονειρεύεσαι και να προσδοκάς, μέσα στην ανικανοποίητη καθημερινότητα, τις απανωτές απογοητεύσεις- όχι αυτά που δεν έχεις αλλά απ’ αυτά που έχεις-, δεν ξέρεις πια τι ακριβώς να επιθυμήσεις. Από παντού ακούς χείλη πικρά να συμπεραίνουν πως δεν υπάρχει συναίσθημα, δεν υπάρχει φιλία, δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, αξίες, φιλότιμο. Οι άνθρωποι παραπονιούνται πως δεν τους αγαπούν. Είναι εξάρτηση να περιμένεις από τους άλλους να σου χαρίσουν την αγάπη. Η αγάπη όντως είναι η μεγάλη πλήρωση της ύπαρξης, αλλά μόνο όταν πρόκειται για αγάπη που δίνεις. Όσο κι αν αγαπιέσαι, το ανικανοποίητο θα επιμένει ζοφώδες στην καρδιά, αν αυτή η καρδιά δεν μπορεί να αγαπήσει.
Γεμίζουμε μονάχα απ’ την αγάπη που εμείς δίνουμε, από την πίστη που ασκούμε, από όσα δικά μας χαρίζουμε. Ακόμη κι η ψυχή δια της απωλείας της κερδίζεται.
Είναι μοίρα ή ελεύθερη επιλογή η ικανότητά μας στο συναίσθημα; Πρέπει να είναι ελεύθερη επιλογή, γι’ αυτό και η καρδιά είναι διαρκώς θυμωμένη με τον μίζερο εαυτό μας που τη στενεύει. Κι αν είναι δύσκολο να βρίσκουμε αγάπες, είναι πιο δύσκολο να αγαπάμε, προυποθέτει μεταστροφή της εγωιστικά εκπαιδευμένης προσωπικότητάς μας κάτι τέτοιο. Όσο την αρνούμαστε τη μεταμόρφωση, η επιδημία της ανίας και της κατάθλιψης εξαπλώνεται, σαν φάντασμα στοιχειώνει τη ζωή μας.
Λέγεται πως: «Μελαγχολία είναι η αξόδευτη αγάπη…».
ΥΓ3: Αλλά σε μας, αρέσει να ξοδευόμαστε, ναι?