Την γνώρισα στο κομμωτήριο πριν από τρεις μήνες, η μαμά της, απ' ότι θυμάμαι, συμμαθήτρια της ξαδέλφης μου. Είχε έρθει να δοκιμάσει χτενίσματα για τον γάμο της. Ψηλή, λεπτή, απλή, νεραιδένια. “Όλα σου πάνε, αλλά μ' αρέσουν τα μαζεμένα μαλλιά”, της είπα όταν με ρώτησε.”Ξέρετε, απ' τα παράθυρά μου βλέπω τα φωτισμένα δικά σας. Πολλά βιβλία”, “Κατερίνα σε είπαμε; Ε λοιπόν Κατερίνα τώρα που το ξέρω απ' τα παράθυρά μας θα βλεπόμαστε”.
Με τα τρεχάματα, σπανίως θυμήθηκα αυτούς τους μήνες τα φωτισμένα παράθυρα της Κατερίνας.
Και τώρα που τα αντίκρισα, ήταν κλειστά και σκοτεινά.
Προτού ανέβω, χαράματα γυρνούσα απ' το Μαρόκο μέσω Ρώμης και μόλις πρόλαβα, αφού είχε κλείσει το αεροδρόμιο της Μπολόνια, με σταμάτησε η μάνα μου στη σκάλα. “Να σου το πω, μη ξαφνιαστείς που θα το μάθεις κι ας πονέσεις, αλλά να μη σου ΄ρθει ξαφνικό”.
Θυμήθηκα το όνειρο πριν φύγω με ένα νυφικό παράταιρο, εκείνο το παλιό που κόντυνε κι εγώ να τους φωνάζω “δεν το θέλω”. Πήγα να φοβηθώ, αρρώστια η νύφη λένε, ή θάνατος, αλλά μπα, το Μαρόκο ήταν όνειρο χρόνων κι ο φόβος μαζί με τη ζήλια, ό,τι συχαίνομαι. Θα πήγαινα να βρω – ζωντανή ή νεκρή – τ' αχνάρια των Μπόουλς. Το Τσάι στη Σαχάρα, ό,τι και να γινότανε, θα το 'πινα. Ε το 'πια, και ήρθε η ώρα τώρα να καταπιώ και το παράλογο.
Εικοσιεφτά χρονών ο άντρας της Κατερίνας, συμφοιτητής της και κεραυνοβόλος έρωτας. Το Σάββατο το απόγευμα ως γεωπόνος είχε υποσχεθεί στον Θανάση να του μπολιάσει δέντρο. “Δυο βήματα, πάρε τη μηχανή” του είπε η Κατερίνα και την άκουσε. Επέστρεφε. Δυο τετράγωνα πιο πέρα από το σπίτι του, το σπίτι μου. Στη διασταύρωση της Παναγίας όπου βαφτίστηκα. Εκείνος που παραβίασε το στοπ, ένας καλότατος, ήσυχος άνθρωπος, δεν έτρεχε. Χάρηκε που τον είδε όρθιο. Η μηχανή κομμένη στα δυο. “Είμαι καλά, μόνο πονάω. Μην πείτε τίποτα στην Κατερίνα, είναι έγκυος”.
Επτά μηνών, μου είπαν. Εκείνος, έφυγε στο δρόμο. Είπαν, εσωτερική αιμορραγία.
Η μάνα του ζήτησε να τον επιστρέψουν στη Λευκάδα, σήμερα. Θεού θέλοντος, η Κατερίνα θα γεννήσει το μωρό τους σε δυο μήνες.
Ο κύκλος της ζωής μέσα σ' ένα πεντάμηνο: έρωτας- γάμος, θάνατος, γέννηση. Σαν ιστορία των Μπόουλς. Σελίδες απ' το “Σκορπιός και άλλα διηγήματα”, σε χρώμα άλικο, του Μαρακές, με την παραφροσύνη και το μοιραίο της Ταγγέρης. “Άλλη νύφη, αλλά πόνεσες”, εξήγησε η μάνα μου το όνειρο. Κι απ' ό,τι έμαθα η Κατερίνα τότε μ' άκουσε. Μάζεψε τα μαλλιά της κι ήταν τόσο ευτυχισμένη κι όμορφη, Θεέ μου...
Μαρόκο, άλλη μέρα. Να καταλάβω πρώτα, να συνέλθω κάπως, γρήγορα που περνά η ζωή, ούτε και γίνεται τελικά να καταλάβεις.