“Είναι η μόνη δουλειά που όταν την ξεκίνησα, φαντάστηκα τον εαυτό μου να πεθαίνει μ’ αυτήν”.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΒΕΛΙΤΖΑΝΙΔΗΣ, για την Ίνδικτο και για τον Ντοστογιέφσκι
«Για τους ιδεολόγους εν αποστρατεία», διαφήμιζαν την εργασία τους φοιτητάκια. Εκδίδοντας το περιοδικό «Ερουρέμ» πρώτα, που έγινε Ίνδικτος- περιοδικό και εκδοτικός οίκος. Δεκατέσσερα χρόνια έχουν περάσει με την ίδια συνέπεια, την ίδια αισθητική, το ίδιο όραμα που γίνεται όλο και περισσότερο τολμηρό συν τω χρόνω. Επαληθεύοντας και τις πιο τολμηρές πτυχές του. Το όνειρο-Ντοστογιέφσκι για τον εκδότη της Ινδίκτου. Ο Μανώλης Βελιτζανίδης, παθιασμένος αναγνώστης από παιδί «μέχρι αντικοινωνικότητος», έχει διαβάσει τουλάχιστον δέκα φορές το κάθε βιβλίο του μεγάλου ρώσου. Εγκιβωτίζοντας στις χρονιές της ζωής του, και «εποχή Ντοστογιέφσκι». Τώρα οι «Δαιμονισμένοι» και «Ο ηλίθιος» βρίσκονται ήδη στον κατάλογό του. Και έπεται και συνέχεια, φυσικά. Διότι όποτε τον ξαναδιαβάζει, ακόμα και τώρα, αλλιώς τον διαβάζει!
- Γιατί Ντοστογιέφσκι και γιατί σήμερα, κύριε Βελιτζανίδη;
- Ντοστογιέφσκι γιατί πρέπει να γυρνούμε ξανά και ξανά στους κλασσικούς. Ντοστογιέφσκι γιατί από τότε που ξεκίνησα να είμαι αναγνώστης ήταν ο αγαπημένος μου συγγραφέας. Ντοστογιέφσκι γιατί από τότε που έγινα εκδότης αυτό ήτανε τ’ όνειρό μου. Κάποια στιγμή να εκδώσω κι εγώ στην Ίνδικτο τα κείμενά του.
Γιατί τώρα; Γιατί τώρα βρήκα την Ελένη Μπακοπούλου τη μεταφράστρια. Αλλά και γιατί τώρα, όσο ποτέ άλλοτε, τα κείμενά του λες και είναι μια δαιμονική σύμπτωση, αποκτούν όλο και μεγαλύτερη σημασία κι επικαιρότητα. Και για τον κόσμο, αλλά και για τον κάθε άνθρωπο. Για την ψυχή του ανθρώπου.
- Και οι «Δαιμονισμένοι»;
- «Δαιμονισμένοι» γιατί είναι το πιο πολιτικό μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι και από μια έτσι… πολύ προσωπική άποψη και γνώμη, είναι το πρώτο μυθιστόρημα που πρέπει κάποιος να διαβάσει από τον Ντοστογιέφσκι.
- Το πρώτο που είχατε διαβάσει εσείς, ποιο ήτανε;
- Εάν θυμάμαι καλά το «Έγκλημα και τιμωρία». Θα πρέπει να τέλειωνα την δευτέρα ή τρίτη γυμνασίου… Έχω διαβάσει τα μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι και τα ημερολόγιά του πάνω από δέκα φορές. Ήταν το ανάγνωσμά μου επί δεκαετίες. Το δε φοβερό, κάθε φορά που τα διαβάζεις αυτά τα κείμενα είναι σα να μην τα έχεις διαβάσει ποτέ. Έκανα επιμέλεια στους «Δαιμονισμένους» κι έλεγα το ‘χω διαβάσει τώρα αυτό το κείμενο; Κάτι το οποίο σπανίως συμβαίνει, ή το συναντάω εγώ τουλάχιστον ως αναγνώστης, με άλλον συγγραφέα.
- Σας έχει τύχει, ξαναδιαβάζοντάς τα να αγαπήσετε κάποιο που δεν αγαπούσατε τόσο πολύ παλιά;
- Ναι, βέβαια! Όπως, επίσης, να τα ιεραρχήσω διαφορετικά. Κάποτε το «Έγκλημα και τιμωρία» για μένα ήταν το υπ’ αριθμόν ένα μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι.
- Τώρα;
- Είμαι ανάμεσα σε δύο: Ο «Ηλίθιος» και οι «Καραμάζοφ». Τεχνικά, θεωρώ ότι το μέγιστο είναι «Το υπόγειο». Τα αγαπημένα μου είναι «Ο ηλίθιος» και «Το υπόγειο». Το δε «Έγκλημα και τιμωρία» σκοπεύω να το βγάλω τελευταίο.
- Γιατί;
- Έχω μια, ας το πούμε, προσωπική σειρά που νομίζω ότι θα την προτείνω στον αναγνώστη, έστω στο νέο αναγνώστη που τώρα ξεκινά να διαβάζει Ντοστογιέφσκι. Σειρά με την οποία θα προσεγγίσει τον συγγραφέα, θα προσεγγίσει αυτά τα κείμενα. Αυτή η σειρά μπορεί μεν να είναι πολύ προσωπική, αλλά θεωρώ πως έχει και κάποιο νόημα, κάποια λογική.
- Οι «Δαιμονισμένοι» φαντάζομαι γιατί είναι πιο κοντά στην εποχή μας.
- Νομίζω ότι οι «Δαιμονισμένοι», πέρα απ’ το γεγονός ότι είναι το πιο σύγχρονο και επίκαιρο μυθιστόρημα, είναι κι αυτό κατ’ εξοχήν το οποίο εισάγει τον αναγνώστη στον κόσμο του Ντοστογιέφσκι. Εκεί θα δει διάφορους τύπους ανθρώπων, χαρακτήρων, ηρώων του Ντοστογιέφσκι για να μπορέσει να δει μέσα απ’ αυτά τα μυθιστορήματα του μεγάλου Ρώσου, το εύρος, το μεγαλείο και το απύθμενο βάθος της ανθρώπινης ψυχής.
- Συγγνώμη και τι γυρεύει ο… πρίγκιπας Μίσκιν στα ευπώλητα ή στα βιβλία που έχουν γίνει πια εντελώς προιόν και έχουν ζωή μερικούς μήνες; Και είναι και ο συγκεκριμένος ήρωας…
- Ας πούμε ότι είναι η ιδανική περίπτωση ανθρώπου.
- Είναι σχεδόν ουτοπιστική εκδοτική κίνηση, όπως θα έλεγε κι ο Πάμπλο, «είμαι οπαδός της ουτοπίας»…
- Εγώ δεν προτείνω προφανώς ως άλλος ιεραπόστολος μια περίπτωση Μίσκιν, εγώ απλά προτείνω τα κείμενα. «Ο Ηλίθιος» λοιπόν, γιατί σε βάζει πολύ μέσα στον κόσμο του Ντοστογιέφσκι, είναι δε ένα εξαιρετικό, ένα ιδανικό μυθιστόρημα. Ασχέτως τι μπορεί να πει κανένας για τον χαρακτήρα του Μίσκιν.
- Καθοριστικός ρόλος όσον αφορά την έκδοση Ντοστογιέφσκι ήταν, έχετε πει, και η μεταφράστρια η Ελένη Μπακοπούλου…
- Διεκδικούσα μια, όσο γίνεται, καλύτερη εργασία και στο επίπεδο της μεταφράσεως και στο επίπεδο της επιμέλειας. Βασικά ήταν να βρεις τον κατάλληλο άνθρωπο για να μεταφράσει τα κείμενα, αλλά συγχρόνως να μπει και στο κόλπο. Δηλαδή, να της πω ότι «κοίταξε, εγώ έχω μια κάποια φιλοδοξία, μάλλον ανομολόγητη, να βγάλουμε όλον τον Ντοστογιέφσκι και αναζητώ έναν άνθρωπο για να πάμε μαζί αυτόν τον δρόμο». Με την Ελένη έχουμε αυτή την ανομολόγητη φιλοδοξία και συμφωνία να τα κάνουμε όλα. Αντιλαμβάνομαι ότι είναι υπερφίαλο, κατ’ αρχήν γιατί είναι μεγάλα κείμενα και πολλά, θέλει πάρα πολύ χρόνο, κυρίως η Ελένη. Εάν το καταφέρει εκείνη, εύχομαι να είμαι εδώ και να το καταφέρω, δεν θα σταματήσω. Μάλιστα δεν θα σταματήσω πολύ περισσότερο τώρα που η υποδοχή των «Δαιμονισμένων» και του «Ηλίθιου» ήταν πέρα από κάθε προσδοκία.
- Δεν είναι μόνο η μετάφραση, είναι και το Επίμετρο, η εποχή, τα σχόλια…
- Αυτός, εξάλλου, είναι ο στόχος για όλα τα κείμενα. Να παρουσιάζονται σε μια όσο γίνεται πληρέστερη μορφή. Για να κατανοήσουμε τον κόσμο των κειμένων. Όπως, επίσης, να κατανοήσουμε ότι ο Ντοστογιέφσκι, δεν είναι ένας μεγάλος χριστιανός συγγραφέας, όπως ισχυρίζονται λόγω της ομολογίας του κάποιοι. Εγώ αν εκδίδω Ντοστογιέφσκι είναι γιατί είναι μεγάλος συγγραφέας.
- Η αισθητική είναι ηθική;
- Με την αισθητική, πιστεύω, ότι τα έχω καλά. Με την ηθική, όχι και τόσο. Η αισθητική είναι ένας τρόπος να υπάρχεις. Για αρκετούς ανθρώπους δεν μπορεί να υπάρξει άλλος. Εγώ είμαι ένας απ’ αυτούς. Δεν μπορώ αλλιώς να τα κάνω τα βιβλία.
- Υπάρχουν κείμενα, συγγραφείς που σου επιβάλλουν τη δική τους αισθητική;
- Βεβαίως! Όπως λ.χ. οι «Δαιμονισμένοι», ως αναγνώστης ήθελα να είναι όλο το κείμενο σε ένα τόμο. Όπως, επίσης, να είναι και σε σχήμα μικρό. Ήθελα να είναι μικρό το σχήμα, για να μπορώ να το έχω συνέχεια μαζί μου. Απ’ αυτό προέκυψε και η μορφή αυτής της σειράς, γιατί όλα τα βιβλία θα έχουν αυτό το σχήμα.
- Πέρα από την κυρία Μπακοπούλου, όμως, γενικότερα θα πρέπει να λειτουργείτε κάπως έτσι, κάτι να το θέλουμε πάρα πολύ, κάποιος να μας ταιριάζει πάρα πολύ και ως όραμα και…
- Ναι, το διεκδικώ. Δεν μπορώ να πω ότι με όλους τους συνεργάτες μου διεκδικώ να έχουμε μια κοινή πορεία, ένα κοινό ενδιαφέρον, ένα δέσιμο στο σκοπό, στη…
- Υπάρχει, όμως, κάτι το συμπαγές, γενικώς, στην Ίνδικτο… Και όσον αφορά την αισθητική των βιβλίων και όσον αφορά την θεματολογία. Φαίνεται, δηλαδή, ότι υπάρχει ένας μπούσουλας, ένας άξονας, ένας σκοπός, πώς να το πω, ένας λόγος… Μπορεί να είναι και η δουλειά του ενός…
- Είναι κάτι το οποίο πολλοί μου το λένε. Θέλω να πω κατ’ αρχήν ότι δεν μ’ αρέσει να τ’ ακούω. Γιατί δεν μ’ αρέσει να τ’ ακούω; Γιατί θεωρώ αυτονόητο, όταν κάνεις κάτι, να έχεις μια γραμμή πλεύσεως, να ξέρεις πού θέλεις να πας…
- Σήμερα που ένας εκδότης προσπαθεί να πιάσει την αγορά όχι να περάσει τη γραμμή του ή να ακολουθήσει το όραμά του;
- Δεν έγινα εκδότης γι’ αυτό και δυστυχώς μού είναι πολύ δύσκολο να προσαρμοστώ σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Κατ’ αρχήν ως εκδότης προτείνω στους αναγνώστες κάποια κείμενα. Δεν μου προτείνει κάποιος άλλος, εννοώ η αγορά, τα κείμενα που θα εκδώσω. Εγώ είμαι αυτός που θα προτείνει. Εγώ θέλω να ορίζω τον κατάλογό μου. Μάλιστα θέλω να πω πως σε όλα αυτά τα χρόνια, όχι πολλά, 14 κοντά που διευθύνω τον Ίνδικτο, στον κατάλογό μου θα βρει κανείς κείμενα τα οποία εκφράζουν κάποια συνέπεια ως προς αυτό το οποίο αναζητάει κανένας ως αναγνώστης. Γιατί και κάθε αναγνώστης, νομίζω, ότι δεν μπορεί να διαβάζει έτσι προχείρως ό,τι πέφτει στα χέρια του. Όταν ασχολούμαστε με τα γράμματα, όταν ξεπερνούμε ακόμα και ηλικιακά έτσι μια πρώτη σχέση με τα κείμενα, σιγά- σιγά η ανάγνωσή μας έχει να κάνει με μια μέθοδο. Διαβάζουμε ένα κείμενο και μέσ’ απ’ αυτό, ανοίγονται διάφορα κείμενα που θέλουμε να διαβάσουμε. Δεν πρέπει να είμαστε σκόρπιοι και ως αναγνώστες. Πολύ δε περισσότερο ως εκδότες. Εγώ αυτήν την αντίληψη έχω για τη δουλειά μου. Δεν είναι ότι είναι το δικό μου πρόσωπο, γιατί θέλω να είμαι ειλικρινής, η Ίνδικτος δεν είμαι μόνον εγώ, μπορεί εγώ να είμαι αυτός που διευθύνει τα πράγματα, αλλά αν δεν υπήρχαν συγκεκριμένοι άνθρωποι στην Ίνδικτο, η Ίνδικτος δεν θα είχε βγάλει πολλά από τα κείμενα τα οποία έχει βγάλει. Όπως και η αισθητική που συζητήσαμε. Αν δεν υπήρχε ο Πέρης Ιερεμιάδης δεν θα ήταν έτσι η Ίνδικτος. Ο Πέρης ήταν ένας μοναδικός άνθρωπος που ήτανε συνεργάτης πάρα πολλά χρόνια. Δέκα χρόνια! Από την ίδρυση της Ινδίκτου μέχρι το θάνατό του!
- Κύριε Βελιτζανίδη, γιατί γίνατε εκδότης;
- Αποφάσισα να γίνω εκδότης γιατί πίστευα ότι αυτή τη δουλειά αγαπούσα και πιστεύω ακόμα πως αυτή τη δουλειά αγαπώ. Και πίστευα και συνεχίζω να πιστεύω πως ξέρω να την κάνω. Και θέλω να την κάνω. Είναι η μόνη δουλειά που όταν την ξεκίνησα, φαντάστηκα τον εαυτό μου να πεθαίνει μ’ αυτήν.
- Από πάντα;
- Ακόμα και πριν να γίνω εκδότης, τα μόνα πράγματα που με συγκινούσαν είχαν να κάνουν με χαρτί, τυπογραφείο. Επίσης, έτσι όντας από μικρός μανιακός αναγνώστης, μέχρι σημείου αντικοινωνικότητος, σιγά- σιγά υπήρχαν κείμενα που ήθελα να εκδοθούν.
- Συνήθως ακούω «από δίψα ανάγνωσης έγινα συγγραφέας», τώρα μου λέτε «από δίψα ανάγνωσης έγινα εκδότης»…
- Ναι, γιατί τώρα μιλάμε και για μια κάποια άλλη εποχή στον εκδοτικό χώρο. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πάρα πολλά βήματα στο να μπορέσει η ελληνική εκδοτική παραγωγή να συμπληρώσει κάποια κενά, όπως, επίσης, να παρακολουθεί σε κάποιο βαθμό τα κείμενα τα οποία κυκλοφορούσαν ακόμα και σήμερα στον κόσμο. Βέβαια, αυτό δεν είναι κάτι το οποίο κανείς ακόμα και τώρα πρέπει να διεκδικεί. Πιστεύω ότι ακόμα και τώρα, βασική προτεραιότητα για κάθε εκδότη πρέπει να είναι το καλό κείμενο. Αν είναι εμπορικό, ακόμη καλύτερα. Αλλά το πρώτο, πρέπει να είναι η ποιότητα του κειμένου. Αντιλαμβάνομαι πως είναι αυτό εκτός εποχής. Αυτό που λέω το αντιλαμβάνομαι. Παρ’ όλ’ αυτά θεωρώ ότι σε κάποιο ένα πολύ μικρό βαθμό η Ίνδικτος είναι ένα πετυχημένο πείραμα αυτού του πράγματος. Όπως επίσης και πολλοί άλλοι συνάδελφοι που νομίζω ότι έχουν αυτό ακριβώς το κριτήριο
- Τα πρώτα κείμενα που βγάλατε ήταν…
- Το πρώτο- πρώτο που έβγαλα δεν ήταν βιβλίο, ήταν το περιοδικό. Η Ίνδικτος είναι ένας εκδοτικός οίκος που γεννήθηκε ουσιαστικά μέσα από ένα περιοδικό. Τότε το λέγαμε «Ερουρέμ». Στο πέμπτο τεύχος μετονομάστηκε Ίνδικτος.
- Να πούμε γιατί Ερουρέμ και γιατί Ίνδικτος;
- Ερουρέμ, όπως γνωρίζουμε, δεν σημαίνει κάτι. Είναι, ας το πούμε, ένα φώνημα. Ακριβώς γιατί και ένα περιοδικό, έτσι όπως το βγάλαμε, δεν θέλαμε να δηλώνει κάτι στον τίτλο του. Το Ερουρέμ ήταν ένα περιοδικό που ξεκινήσαμε από φοιτητές με κάποιους φίλους. Εγώ, όταν αποφάσισα να γίνω εκδότης θέλησα να συνεχίσω μ’ αυτούς τους φίλους. Εκδίδοντας ένα περιοδικό που στον τίτλο του έχει μια λέξη που δεν σημαίνει τίποτα έτσι δηλώναμε ότι αυτό το περιοδικό δεν έχει κάποιο ιδεολογικό πρόταγμα. Όταν βάλαμε κάποιες διαφημίσεις φοιτητάκια δηλώναμε «για τους ιδεολόγους εν αποστρατεία».
Μετά «Ίνδικτος», γιατί η Ίνδικτος γεννήθηκε τον Σεπτέμβριο. Άρα, ένα διότι τον Σεπτέμβριο η εκκλησία μας γιορτάζει την αρχή της Ινδίκτου. Δύο, γιατί η Ίνδικτος δηλώνει το άνοιγμα στον χρόνο, το νέο χρόνο, κάτι το οποίο είναι μπροστά, το μέλλον. Και επειδή μου άρεσε ως τίτλος για έναν εκδοτικό, όπως νομίζω όλοι όσοι δεν έδωσαν το επώνυμό τους σε κάποια εκδοτική τους προσπάθεια. Σε μένα θα ήταν αδύνατο με το επώνυμο που έχω να κάνω κάτι τέτοιο. Ένας τίτλος, λοιπόν, που βγαίνει μέσα από την γλωσσική παράδοση και που είχε πίσω και δυο συμβολισμούς ωραίους.
- Έχετε και στις σειρές κάποιες που έχουν πολύ ωραία ονόματα. Αλλά το Ερουρέμ, κάτι που δεν υπάρχει…
- Ίσως επειδή το σημαντικό στην ανθρώπινη ζωή, στον άνθρωπο τέλος πάντων, δεν είναι η βεβαιότητα, αλλά η αβεβαιότητα. Δεν είναι αυτό το οποίο ξέρει, αλλά το άγνωστο. Δεν είναι η απάντηση, αλλά η ερώτηση…
- «Ασκητικά», «Εκτός συνόρων», «Ιδιόμελα»… Κύριε Βελιτζανίδη, οι άλλες σειρές συνήθως γράφουν δοκίμια, ξένη πεζογραφία, εσείς ακόμα και τα αστυνομικά τα έχετε κάπως…
- Verba Obscura. Έτσι, επειδή … βαπτίζουμε, δηλαδή. Αν μου επιτρέπετε, αυτό δεν είναι και τόσο σημαντικό. Τι κείμενα έχουν αυτές οι σειρές! Αν έχουν άξια κείμενα, τότε δικαιώνονται.
- Και μπορεί κάποιος να βαπτίζει ανάξια κείμενα με… άξιους τίτλους;
- Για έκδοση; Ναι, πολλά! Αμέτρητα! Η εποχή μας μάλιστα όλο και περισσότερα. Είναι δε χαρακτηριστικό αυτό το οποίο λένε πολλοί ότι τα κείμενα έχουν ζωή κάποιων μηνών. Εάν έχουν ζωή τόσων μηνών, τριών ή έξι, μιλάμε για ανάξια κείμενα. Τα κείμενα είναι άξια, όταν ο χρόνος τους δεν είναι ούτε το εξάμηνο, ούτε κάποιος χρόνος. Ο χρόνος ενός κειμένου, κατά την ταπεινή μου γνώμη, κατ’ αρχήν οφείλει να είναι η αιωνιότητα. Αντιλαμβάνομαι και πάλι το πόσο εκτός εποχής, πόσο υπερφίαλο επίσης είναι, η κρίση όμως ενός εκδότη… Γιατί αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε, ο εκδότης έχει μια ευθύνη κοινωνική, όπως και ο δημοσιογράφος. Οφείλει να παρουσιάζει, όχι γενικώς και αορίστως ό,τι πέφτει στην αντίληψή του, αλλά αυτά τα οποία εκείνος κρίνει ότι είναι σημαντικά για τον αναγνώστη του, αλλά και για την εφημερίδα του.
Έτσι και ο εκδότης έχει μια ευθύνη. Ευθύνη για τα κείμενα που θα βγούν. Γι’ αυτό και αυτή η ευθύνη εκφράζεται και ως ποινική. Δεν μπορείς να προτείνεις ό,τι να ‘ναι. Αυτό το ζω και μάλιστα δηλώνω ότι δεν ξέρω να την κάνω αλλιώς αυτή τη δουλειά. Γιατί τα κείμενα που εκδίδω με αφορούν, αφορούν το πρόσωπό μου. Εάν ένα κείμενο δεν είναι καλό, τότε το πρόσωπό μου θρυμματίζεται.
ΥΓ. Η κουβέντα μας με τον κύριο Βελιτζανίδη δημοσιεύθηκε στο Έθνος της Κυριακής.