4/8/08

Κάποτε, φαίνεται, πρέπει να σπάσεις χίλια κομματάκια για να γίνεις ολόκληρος!

«…Δεν ήθελα να ‘μαι μελό, αλλά ανθρώπινη. Δεν ήθελα να ‘μαι παλιά, αλλά καινούργια. Δεν ήθελα να είμαι άτεχνη, αλλά κομψή κι αληθινή. Δεν ήθελα να είμαι εγώ, αλλά εσείς. Δεν ήθελα να είμαι συγγραφέας, αλλά αναγνώστης. Δεν ήθελα να γίνω προδότης, αλλά έγινα. Δεν ήθελα να σας εγκαταλείψω, αλλά το κάνω τώρα».

«ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΚΑΙ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ» της Σταυρούλας Σκαλίδη, Εκδ. «Πόλις», σελ. 111, τιμή: 12 ευρώ.
«Κάποτε, φαίνεται, πρέπει να σπάσεις χίλια κομμάτια για να γίνεις ολόκληρος»!
Φράση ωριμότητας (αν και πρώτο βιβλίο της συγγραφέως), αλλά και φράση – κλειδί στη νουβέλα της Σταυρούλας Σκαλίδη «Προδοσία και εγκατάλειψη». Την υποστηρίζει εξάλλου με τους ήρωες, την πλοκή, την δομή. Για να τους βγάλει αλώβητους, για να βγει αλώβητη από ένα μικρό αριστούργημα ύφους και ήθους- έκπληξη που έρχεται για να μας υπενθυμίσει και να μας υποσχεθεί ότι οι νέοι συγγραφείς είναι λιγότερο νάρκισσοι, λιγότερο εγωκεντρικοί ακόμα και όταν υπογράφουν «ιστορία δωματίου». Πόσο μάλλον στην ιστορία μας, στην οποία η Σταυρούλα δεν κάνει αυτό, ή μάλλον δεν κάνει μόνον αυτό!
Με την καθαρότητα της ματιάς της και του ύφους της, προσεγγίζει και αναλύει τα δυσκολότερα, με την παρατηρητικότητα του παιδιού που έχει την δυνατότητα να «δει» την Αθήνα από κοντά και ταυτοχρόνως σε απόσταση, εστιάζει το φακό της στη σύγχρονη μοναξιά. Στο πολυπληθυσμικό που υπέστημεν δίχως να καταλάβουμε, στο αγοραφοβικό που μας προέκυψε ενώ επιδιώκαμε το ακριβώς αντίθετο, στη «ζωή ερήμην» που συνειδητοποιήσαμε όταν «πού πια καιρός».
Στην ιστορία, οι ήρωες από την πρώτη σελίδα μοιάζει να μας αυτοσυστήνονται: Είναι ένας μόνος κι έρημος τριανταπεντάχρονος ψιλικατζής, Ευστράτιος Καθομιλνός, του Γεωργίου και της Αργαλαστής που εάν ζούσε στο Παρίσι θα τον φώναζαν Ευ Καθομίλ. Αλλά ζει στην Κυψέλη, περπατά στην Αχαρνών φτάνοντας μέχρι την προοπτική της Πατησίων και τον φωνάζουν «Στράτο», θέλει δεν θέλει!
Είναι και μια μόνη κι έρημη, γριά πια, Ειρήνη Παρασκευοπούλου, συγγραφέας, με αναμνήσεις, Λονδίνα και δόξες παλιές, σαν τα φθαρμένα μεταξωτά της φουστάνια!
Είναι κι ο Μάνος Ελευθέρου και η Ζένια – Ζωή, εκείνοι οι δύο, μαζί. Κι ο χοντρούλης Βασίλης Τούντος που φαίνεται να υιοθετεί σαν ζωάκι λούτρινο μια νεκρή γριά, είναι και αλλοδαποί και πρεζόνια και μια μουσουλμάνα με τα μικρά της, μόνοι κι αυτοί. Σαν δορυφόροι, σαν το ρωσικό Σπούτνικ που η Σοβιετική Ένωση έστειλε το 1957 στο διάστημα και το οποίο στα ρώσικα σημαίνει συνοδοιπόρος για να περιφέρεται μόνο κι έρημο κι άσκοπα σαν τους ήρωες στη νουβέλα της Σκαλίδη που παρ’ ότι μιλά για την μοντέρνα μας μοναξιά, υιοθετεί για τίτλο της μια παράφραση στην παλιά κι αγαπημένη Τζέην Ωστιν. Αλλά παρ’ ότι το «Προδοσία και εγκατάλειψη» μας παραπέμπει στο «Υπερηφάνεια και Προκατάληψη», εκείνο που προδίδουν οι ήρωες είναι ο εαυτός τους, τελικά, και η δική τους ζωή: «Τους προδίδω όλους. Με εγκατέλειψαν όλοι». «Τι να κάνουμε, όμως, η προδοσία και η εγκατάλειψη δεν κάνουν διακρίσεις. Είναι απολύτως δημοκρατικές. Και «αδιάκριτες».
Η ιστορία χωρίζεται αριστοτεχνικά σε τρία μέρη: Στην «Εγκατάλειψη», στην «Προδοσία» και σε ένα «Και» που, τελικά, συνδέει τα πάντα. Κάθε κεφάλαιο κινείται σε δύο επίπεδα, ή μάλλον σε τρία: στη ζωή και στο νου του βασικού ήρωα, στο άσπρο χαρτί της Ειρήνης Παρακευοπούλου. Στην συγγραφέα που χορταίνει την άδεια ζωή της καταπίνοντας σαν βαμπίρ τις ζωές των άλλων. Το θρίλερ της δικής της ζωή, τέσσερις επιστολές σπαρμένες στη νουβέλα. Ο τρόμος της δικής της σελίδας, στην καθημερινή μας ζωή. Στον Ευστράτιο Καθομιλνό του Γεωργίου και της Αργαλαστής που τον φωνάζουν Στράτο και θα ήθελε να τον φωνάζουν Ευ Καθομίλ. Στον Σάντα Κλάους – Βασίλη Τούντο που θα ήθελε να παραμείνει παιδί, στον Γαβριήλ που δεν μαθαίνουμε ποτέ τι απέγινε, στον Μάνο και στη Ζένια- Ζωή που ενώ θα ‘θελαν δεν το κατόρθωσαν να παραμείνουν μαζί…
Οι μεγάλες αρετές του μικρού αλλά πολυεπίπεδου αυτού βιβλίου, η ατμόσφαιρα, σχεδόν σωματική, καίγεσαι και τρομάζεις στην τόση ζέστη και μοναξιά, οι χαρακτήρες, με όλες τις αβυσσαλέες τους αντιφάσεις, το παιχνίδι με τις λέξεις, σαν σταυρόλεξο ορισμένες φορές, κι εκείνο το απίθανο με τις επιστολές, τους αποστολείς και τους ήρωες, όπου η ζωή ή η κυρία Ειρήνη, η Σταυρούλα, μάς κλείνουν το μάτι σε μια ιστορία που είναι ταυτοχρόνως: νατουραλιστικά σκληρή, υπαρξιακά σπαρακτική, υπαινικτική και υποδόρια, θεματολογικά μοντέρνα αλλά και υπερβατική, αλληγορική. Όλα αυτά συμβαίνουν δίπλα μας, μέσα μας, αλλά και στο χαρτί. Ζώντας έναν εφιάλτη μέσα σε έναν εφιάλτη (για να παραφράσουμε εκείνο το σαιξπηρικό «ζούμε ένα όνειρο μέσα σε όνειρο») όλα αυτά συμβαίνουν, κάποιος τα αναλογίζεται ή τα ονειρεύεται αλλά θα μπορούσε, μπορεί, και κάποιος να τα επινοεί.
Εξαιρετικές οι σελίδες της διαθήκης της Ειρήνης Παρασκευοπούλου (καθόλου τυχαία η επιλογή του ονόματος, κανένα όνομα δεν είναι τυχαίο) που αναφέρεται στην μαγική και αναγκαία για κάποιους ανθρώπους, λυτρωτική, διαδικασία της γραφής.
Η κεντρική ιδέα που είναι, τελικά, και το αίνιγμα: «Με αφοσίωση κι επιμονή, προδίδεις κι εγκαταλείπεις καλύτερα εσένα και τους άλλους». Αλλά θα πρέπει πρωτίστως «να έχεις σπάσει χίλια κομμάτια» για «να μπορέσεις ολόκληρος» πια να το δεις όλο αυτό!
Κι είναι απορίας άξιον το πώς κατόρθωσε να το δει ένα τόσο νέο κορίτσι. Και να το αποδώσει τόσο ρεαλιστικά αλλά και υπερβατικά μια καινούργια συγγραφέας:
«Ας μου συγχωρήσετε το τρέμουλο στο χέρι και τη συγκίνηση στη γραφή. Δεν ήθελα να ‘μαι μελό, αλλά ανθρώπινη. Δεν ήθελα να ‘μαι παλιά, αλλά καινούργια. Δεν ήθελα να είμαι άτεχνη, αλλά κομψή κι αληθινή. Δεν ήθελα να είμαι εγώ, αλλά εσείς. Δεν ήθελα να είμαι συγγραφέας, αλλά αναγνώστης. Δεν ήθελα να γίνω προδότης, αλλά έγινα. Δεν ήθελα να σας εγκαταλείψω, αλλά το κάνω τώρα». Η ηρωίδα- συγγραφέας Ειρήνη Παρασκευοπούλου το επιθυμεί και η Σταυρούλα Σκαλίδη, απολύτως το επιτυγχάνει. Χωρίς να προδίδει καθόλου τους ήρωές της, παρακολουθώντας με σοφή απόσταση τη δική τους αυθεντική φωνή και δίχως να τους εγκαταλείπει παρά μόνο για να συνεχίσουν στην αναγνωστική μας συνείδηση τον μοναχικό δρόμο τους που κάτι μας θυμίζει, αν μη τι άλλο, κάπου τον έχουμε ξαναδεί.


ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ-
ΕΡΓΑ ΤΗΣ:
Η Σταυρούλα Σκαλίδη γεννήθηκε το 1978 στον Άγιο Αδριανό Αργολίδος.
Εργάζεται ως δημοσιογράφος.
Η «Προδοσία και εγκατάλειψη» είναι το πρώτο της βιβλίο.
ΥΓ. Λίγες φορές έχω την ευτυχία και την χαρά να βλέπω έναν συγγραφέα να γεννιέται. Κι όποτε αυτό μου συμβαίνει, με κάνει τόσο μα τόσο ευτυχισμένη…