13/8/08

Μια πεταλούδα μπορεί να σώσει μια ζωή...

Για τη Νεφέλη, για όταν θα μεγαλώσει

«Η συγγραφή είναι τόσο μακριά από αυτό το σύμπαν που καταλήγει να το συναντά- είναι σαν να ξεκινάς κάθε φορά να βρεις στα σαγόνια της φωτιάς τη σταγόνα δροσιάς που κρύβεται εκεί μέσα… Κείνο που είναι γνήσιο είναι το κούρνιασμα των ψυχών μες σε μια ζωή που τήκεται. Η αβάσταχτη πραγματικότητα οδηγεί σαν άλογο αχαλίνωτο. Η πραγματικότητα είναι το βουνό των αγίων».

«Για να γράψω αυτό το βιβλίο, ξερίζωσα το παράθυρο του παιδικού μου δωματίου και το έκανα καβαλέτο. Ζωγραφίζω εδώ και μήνες μια χιονονιφάδα κι ένα σύννεφο- τίποτα παραπάνω’ τούτα θα έπρεπε να αρκούν για να συλλάβει κανείς όλο το φως αυτού του κόσμου – αλλά και του άλλου».

«Το κλουβί της συμβατικότητας που περικλείει τους ανθρώπους καμιά φορά ανοίγει. Τα κάγκελα των προβλέψιμων λόγων πριονίζονται από τη λίμα της σιωπής ή της κόπωσης και τότε ο άνθρωπος εμφανίζεται σε όλη τη βασιλική του μεγαλοπρέπεια- βρίσκεται μπροστά σε κάποιον που θα πεθάνει, αλλά το έχει ξεχάσει, που είναι καλός, αλλά δεν το ξέρει. Δεν μπορείς να περιμένεις τίποτα ωραιότερο.
Μέχρι κι οι τυφλοί μπορούν να δουν το φως, αρκεί να τους μιλήσει ένας καλός άνθρωπος».

«Επί τριάντα χρόνια έμεινα καθισμένος στο τραπέζι του πατρικού μου. Ο ένας μετά τον άλλο, οι φίλοι μου έφυγαν από το Λε Κρεζό, ανακάλυψαν άλλες χώρες, εγκαταστάθηκαν σε άλλες πόλεις. Εγώ είχα την εντύπωση ότι πουθενά αλλού δε θα βρισκόμουν μπροστά σε πρόσωπα τόσο πρωτοφανή, όσο εκείνα που συναντούσα δυο φορές την ημέρα, σε κάθε γεύμα. Πατέρας, μητέρα, αδελφός, αδελφή: τι πιο παράδοξο από αυτούς τους ανθρώπους που σου μοιάζουν τόσο πολύ κι είναι τόσο διαφορετικοί; Όταν μοιραζόμουν το ψωμί μαζί τους, ήταν σα να πήγαινα μακρύτερα κι από την Κίνα. Ποιος ο λόγος να γυρίσω τον κόσμο, αφού δεν είχα ακόμη αποκρυπτογραφήσει τα αινίγματα τούτων των οικείων παρουσιών; Γύρω από το τραπέζι περιστρέφονταν οι άγγελοι του επιούσιου, θαμπωμένοι από τις λάμψεις του λουλουδάτου μουσαμά».

«Η αγιοσύνη με ενδιέφερε για χρόνια, ώσπου βρήκα κάτι καλύτερο από αυτήν: τη ζωή της κάθε μέρας, την απλή ζωή χωρίς γόητρο, τη φθαρμένη και μανταρισμένη σε διάφορα σημεία, σα χοντρό βαμβακερό σεντόνι, με κόκκινα αρχικά κεντήματα που χρησιμοποιήθηκε πολύ».

«Έζησα πάνω από πενήντα χρόνια σε μια πόλη που πολλές γειτονιές της παραμένουν ακόμα άγνωστες σε μένα. Σαν να βρισκόμουν κλεισμένος σε ένα βιβλίο με σκληρό κόκκινο εξώφυλλο της συλλογής Χέτζελ’ κι αν ακόμη έπρεπε να περάσω μέσα του την υπόλοιπη ζωή μου, δεν θα γνώριζα ποτέ το τέλος του και θα είχα δει μόνο τις πρώτες του βινιέτες».

Κριστιάν Μπομπέν «Αιχμάλωτος του λίκνου», μετάφραση: Μαρία Χρηστίδου, Εκδόσεις ΧΑΡΑΜΑδΑ.

ΥΓ: Εχθές ήταν μια πολύ περίεργη μέρα. Σαν καλή σπασίκλα είχα γράψει και είχα κλείσει τα πάντα, όλα τριγύρω μου χαμογελούσαν, όλα έδειχναν πως βαίνουν καλώς! Όμως ήδη το ήξερα πως είναι μια μέρα- ρουφήχτρα, απ’ εκείνες που με καταπίνουν και δεν μπορώ σα μυγάκι ν’ αντιδράσω στα δίχτυα ποτέ. Ακόμα και τέτοιες μέρες το τηλέφωνο αδιάκοπα χτυπούσε, βεβαίως απαντούσα, χαμογελούσα, θυμόμουν αυτή την τεράστια κούκλα στο λούνα παρκ με το μεγάλο φουρό: όλοι τριγύρω της, πάνω της, στη πλουμιστή ποδιά της και το κεφάλι της τόσο δα εκεί ψηλά μόνο κι έρημο στον ουρανό, στο Θεό.
Περνούσε η ώρα και σερνόμουν. Όλα γύρω βαίνουν καλώς.
Και ξαφνικά στο τηλέφωνο μια θαυματουργή γοητευτική φωνούλα: νονά, νονά, νονάαααα, πού είσαι νονά???
Και ξαφνικά στο τηλέφωνο, το ξεχασμένο φεγγαράκι: «φεγγαάκι μου λαμπό, φέεεγγε μου να πεπατώ, να πηγαίνω στο σκολειό, να μαθαίνω γάμματα, γάμματα σπουδάματααα, του Θεού τα…»
Και ξαφνικά μια πεταλούδα εκεί ψηλά στον ουρανό, στο Θεό.
Έτσι αύριο, λοιπόν, εκεί όπου θα πάω με τη λαμπαδίτσα μου για να ευχαριστήσω («κυρία μου όσο και να προσεύχεστε δεν πρόκειται ετούτο εδώ να γίνει παιδί», ο παιδίατρος στη μάδερ κάποτε), εκτός από τις χαρές και τα κλάματα, και τα βιβλία, και την διαδρομή, και τα βουνά και την θάλασσα και τους φίλους και τις αγάπες και, πιο πολύ για τη μικρή Νεφέλη θα ευχαριστήσω.
Και θα ευχαριστώ απ’ εδώ και στο εξής, κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή τη ζωή!
Εδώ είναι, μάτια μου, η νονά, εδώ για πάντα!
άλεφ, η νονά σου