«Η ιστορία αρέσκεται σε επαναλήψεις». Καρφωμένη στο νου σαν επιγραφή από νέον, φράση του Μπόρχες που απόδειξε με όλο το έργο του ποιητικά. Αρκεί μια ματιά να ρίξεις στο παρελθόν, κι αμέσως θα σου αντιγυρίσει απάντηση.
Αφορμή, ένα καινούργιο βιβλίο- έκπληξη, έχουμε μάθει όλοι να διαβάζουμε για τον πρωταγωνιστή, ποιος τάχα μου θα καταδεχθεί να ρίξει φως στην πέτρα του σκανδάλου.
«Στη σκιά μιας άλλης», ο τίτλος. Υπότιτλος, «ο μοιραίος έρωτας της Άσσια Ουέλβιλ με τον Τεντ Χιουζ», σωστά καταλάβατε η αντίζηλος της Σύλβια Πλαθ. Η γυναίκα για την οποία την εγκατέλειψε ο Χιουζ και εξαιτίας της- αλλά ποιος μπορεί και να πάρει όρκο γι’ αυτό;- αυτοκτόνησε χώνοντας το κεφάλι στον φούρνο της κουζίνας.
«Ντίβα», «διαβολογυναίκα», «ξελογιάστρα», «Μούσα» και τι δεν της «φόρεσαν» της «εκπάγλου ωραιότητας Άσσια», αλλά εμείς δεν αναφερόμαστε για να της αποδώσουμε ευθύνες ή δικαιοσύνη, για την επαναληπτικότητα της μοίρας και για την ιστορία που αρέσκεται τόσο στις επαναλήψεις, θα αναφερθούμε σ’ αυτήν.
Εφόσον η Άσσια, σχεδόν δέκα χρόνια μετά, τον Μάρτιο του 1969 επέλεξε να φύγει απ’ τη ζωή με τον ίδιο ακριβώς τρόπο της Σύλβια: ανοίγοντας το γκάζι και αναπνέοντας τις αναθυμιάσεις!
Μοναδική διαφορά ήταν ότι η Άσσια πήρε μαζί στο θάνατο και τον καρπό του δεσμού της με τον ποιητή, την τετράχρονη κόρη τους!
Επαναληπτικότητα που υποψιασμένη πια εδώ και καιρό την έχω διαπιστώσει πολλές φορές και στη ζωή, γιος να «φεύγει» με τον ίδιο τρόπο (ως αυτόχειρας) και στην ίδια ακριβώς ηλικία με τον πατέρα. Κόρη να πεθαίνει στην γέννα, ακριβώς σαν τη μάνα της. Θύματα να γίνονται ο θύτης επαναλαμβάνοντας με μαθηματική ακρίβεια το ίδιο έγκλημα που κι εκείνα είχαν υποστεί…
Ο Θοδωρής Γρηγοριάδης αναφέρεται σε μια τέτοια ιστορία πατέρα – γιου στο μυθιστόρημά του «Ο χορευτής στον ελαιώνα», αλλά κι ο Μπόρχες σε εκείνη την αριστουργηματική «Πλοκή» αλήθεια πόσο σοφά το έχει πει ήδη:
«Οι επαναλήψεις, οι παραλλαγές, οι συμμετρίες αρέσουν στη μοίρα’ δεκαεννιά αιώνες αργότερα, στα νότια της επαρχίας του Μπουένος Άιρες, ένας γκάουτσο δέχθηκε επίθεση από άλλους γκάουτσος και, πέφτοντας, αναγνωρίζει έναν βαφτισιμιό του. Με βαθμιαία έκπληξη και σιγανό παράπονο, του λέει (τα λόγια αυτά πρέπει ν’ ακουστούν όχι να διαβαστούν): Βρε! Τον σκοτώνουν και δεν ξέρει πως πεθαίνει για να επαναληφθεί μια σκηνή».
Σωστά καταλάβατε, εκείνο που είχε προηγηθεί ήταν «Κι εσύ, γιέ μου». Ο Καίσαρας και ο πασίγνωστος Βρούτος. Μια προδοσία. Και εις το διηνεκές, προδοσία.
ΥΓ. Φλασάκι και η Εικασία του Πουανκαρέ, εκ των υστέρων. Την αναφέρει στην «Ονειροπαγίδα» η Τίτσα Πιπίνου και όταν είχε κυκλοφορήσει το βιβλίο, με είχε απασχολήσει πολύ:
«Το σύμπαν όσο μεγάλο και αχανές και να είναι, στην πραγματικότητα είναι πεπερασμένο, κάπου τελειώνει. Εγκλωβισμένοι λοιπόν όλοι και όλα, άνθρωποι και γεγονότα, στιγμές και συναντήσεις, σ’ αυτά τα όρια θα ξανασυναντηθούν. Ο,τι συμβαίνει τώρα, βάσει πιθανοτήτων, θα ξανασυμβεί σε άλλον χρόνο. Κι αναρωτιέσαι αν οι στιγμές με την επανάληψη θα έπαυαν να είναι μοναδικές στην πραγματικότητα ή μήπως αφού δεν υπήρχε μνήμη να τις διασώσει, θα φαίνονταν πάλι μοναδικές…»
Αφιερωμένο σε όσους μαζί τους συναντήθηκα πάλι και πάλι μέσα στον χρόνο, είτε το καταλάβαμε είτε όχι, ως την συνάντηση την καθοριστική (που και πάλι δεν σημαίνει ντε και καλά ότι και πάλι θα καταλάβουμε ή ό,τι θα μας πει κάτι… Μπορεί το σημαντικότερο και να μας προσπεράσει, ναι, το μπορεί!)