“Πώς
τελειώνει ο κόσμος” της
Μαρίας Ξυλούρη,
Εκδ. Καλέντη
δημοσιεύθηκε
στο diastixo.gr
“Πρέπει
να βρεις έναν τρόπο να ξεχνάς τα τραύματα,
να κρατάς τα θαύματα, να εκτιμάς τα
θραύσματα σαν να μπορούν, πράγματι, να
συγκροτήσουν ένα σύνολο που να βγάζει
νόημα”.
Έτσι
γράφει και η συγγραφέας Μαρία Ξυλούρη
με άφθαρτο τρόπο, με τον δικό της
μυθιστορηματικό τρόπο το κατορθώνει.
“Ο
κόσμος είναι οι λεπτομέρειες” διαβάζουμε
στις σημειώσεις ενός ηρώα της, του
Δημήτρη. Και η Μαρία, ως η Μαρία που
ξεπροβάλει φευγαλέα μέσα από την ιστορία
και μας κλείνει το μάτι είναι “η κοπέλα
που γράφει”. Η κοπέλα που γράφει για
την ζωή της γενικά και για την δική της
γενιά ειδικά.
Υπογράφοντας
ένα μυθιστόρημα σαν ψηφιδωτό και σαν
σπείρα. Η ζωή και το αίνιγμα της, η αλήθεια
και ο αντικατοπτρισμός. Η καθημερινότητα
και το εφήμερο αλλά κι αθάνατό της. Η
καθημερινότητα και η λογοτεχνία. Ο
κόσμος των νεκρών κι ο κόσμος των
ζωντανών.
Η
τεράστια παρουσία της απουσίας.
Σε
όλες της τις εκφάνσεις. Χωρισμός, θάνατος,
μοναξιά.
Στις
342 πυκνογραμμένες σελίδες του, με μεγάλες
περιόδους, παραγράφους και παρενθέσεις,
με έναν τρόπο απολύτως μεταμοντέρνο
αλλά συνάμα και μαγικό, η Μαρία Ξυλούρη
ξαναγράφει ή μάλλον ξαναδιαβάζει αλλιώς
την ζωή.
Στις
σελίδες της, μια παρέα που είναι σχεδόν
όλος ο κόσμος.
Η
Φανή που διαβάζει το ένα βιβλίο πίσω
απ' το άλλο προσπαθώντας να καταλάβει
εκείνο που ζει. Ο Ορέστης που φεύγει
ακολουθώντας την “Κατσαρίδα”, εκείνη
με τα κόκκινα μαλλιά, και ο Φώτης που
έρχεται, ο Δημήτρης που ξεκινά ως παύλα,
ξεγραμμένος και αντίστροφα επιστρέφει
στο βιβλίο όπου κατορθώνεται ό,τι δεν
γίνεται ποτέ στη ζωή, και ο Άκος, το αγόρι
που θα μπορούσε να έχει την λύση, συνθέτουν
στα πλέον λεπτά και λεπτομερή συστατικά
τους αυτό που θα μπορούσε να είναι το
Νόημα, αυτό που μας δίδεται χωρίς να το
επιδιώξουμε, εκείνο το δώρο όπως επιμένουν
πολύ, τη ζωή.
Κεντρικός
άξονας, η Άννα. Το κορίτσι με τα πράσινα
μάτια, κι η αδελφή του Δημήτρη. Εκείνη
που ξεκινά σαν υπόθεση “Αν” και τελειώνει
χωρίς ποτέ της να καταλήξει (ποιος είπε
ότι έχει κεντρική ιδέα και δίδαγμα η
ζωή αυτή καθ' αυτή) σαν υπόδειξη “Να”.
Θα
μπορούσε να...
Στο
μεταξύ, χρονικά όλα γίνονται ανάκατα.
Αποδεικνύοντας
ότι στο παρελθόν που δεν είναι εποχή
τετελεσμένη, ποιος τόπε;- υπάρχει τελικά,
εκεί κρύβεται, το μεγάλο σασπένς.
Η
αφήγηση σαν σκυταλοδρομία, αρχικά η
πλευρά του Ορέστη, ο Δημήτρης είναι ήδη
μια παύλα ανάμεσα σε δυο ημερομηνίες
και η Άννα έχει ήδη χαθεί. Και μετά, η
πλευρά του Φώτη. Για ν' αρχίσει σαν δίνη
ένα παραγωγικότατο παρελθόν. Η Φανή που
προσπαθεί να το διαβάσει στις λεπτομέρειες
με συνεχείς λογοτεχνικές αναφορές. Δεν
αντέχει χωρίς τα βιβλία ούτε ζωή, ούτε
και πένθος. Ο Άκος όσο επιστρέφουν προς
τον πυρήνα, εξάλλου είναι κι ο τελευταίος
που είδε την χαμένη Άννα, “το θανατάκι”,
ο εγγονός του Σκευοφύλακα γερο- Θάνατου
που προφητεύει θάνατο αντί για ζωή. Στο
κουκούτσι, η Άννα, κατακερματισμένη,
κομμάτια και θρύψαλα, με έναν τρόπο και
συγγραφικά και εκδοτικά αριστουργηματικό,
ναι η Άννα είναι κάπου στο κέντρο τα μη
αριθμισμένα κομμάτια της, σαν παράλληλο
σύμπαν, το αινιγματικό σύμπαν της Άννας,
εκείνο που σκορπά τον θάνατο και γεννά
την δημιουργία, για να την ερμηνεύσουν
γράφουν οι πάντες, γεννά δλδ μέσα από
τον υποτιθέμενο θάνατο τη ζωή.
Και
η ανάδυση τελικά. Από το τέλος του κόσμου,
στην αναπαράστασή του, από την Φανή και
τον Φώτη, ως τον Ορέστη αντίστροφα,
στην
επιφάνεια πάλι, με λεπτομέρειες που
κατέχουν το σύμπαν και σελίδες αγαπημένων
που είναι ωσεί συγγενείς. Ο Μουρακάμι
κι οι γάτες του, ο κύριος Κουρδιστό-
πουλί και τα πηγάδια του, ο Φραγκιάς και
το χάος που μας γέννησε, η Ζατέλη και η
μυθολογία της καθημερινότητας, ο Ντέιβιντ
Φόστερ Γουάλας με όλα του, τα βιβλία του
και την αυτοκτονία του. Η Μαρία που
γράφει και η Μαρία που τα ζει.
Τα
βιβλία, στο βιβλίο, ζώντες οργανισμοί.
Οι ιστορίες μια αλυσίδα είτε αυτό είναι
βιβλίο είτε η ίδια μας η ζωή. Η ζωή μας,
στο μικροσκόπιο. Και η αλήθεια από παντού
ανοιχτή. Η λήθη, επιβίωση. Και η μάσκα,
ανάγκη. Η εκδοχή εκείνου που ποτέ δεν
συνέβη, απόλυτα υπαρκτή. Το μυθιστόρημα,
μια προέκταση της ζωής. Και κάπου εκεί
και η συγγραφική ειλικρίνεια, η αποκάλυψη.
Του μυθιστορήματος που όμως είναι και
μια πρωτότυπη θέαση της ζωής:
“Το
σκέφτομαι γραμμένο σε σπείρα, σαν το
δίσκο της Φαιστού, με κέντρο του την
Άννα. Από αυτή θα αναπτύσσονται όλα
σπειροειδώς. Γύρω απ' αυτήν. Όταν θ'
αρχίζει το βιβλίο, κι οι δυο τους θα
είναι ήδη νεκροί, κι εμείς θα προσπαθήσουμε
να μετατρέψουμε την απουσία σε ιστορία
για να ζήσουμε”.
Και
η Μαρία Ξυλούρη που αυτό το ανέφικτο
κατορθώνει τελικά: Τους σκοτώνει και
τους κάνει αφήγηση. Τους πενθεί με τον
μόνο τρόπο που ξέρει, διαβάζοντας. Σαν
τον Κασάρες τους διασώζει στην δική της
Εφεύρεση, δημιουργώντας για να τους
κάνει αθάνατους τον δικό της Μορέλ.
Υπογράφοντας κατ' αυτό τον τρόπο, όπως
υποστηρίζει και “το βιβλίο του εαυτού
της”, υπογράφοντας το βιβλίο της εποχής
μας, δλδ το βιβλίο της ζωής.
Ένα
μυθιστόρημα που είναι, τελικά, πρόταση,
είναι θέαση κι ανάγνωση της ανθρώπινης
ύπαρξης, αυτής καθ' εαυτής της ζωής.