Για τα γενέθλια του Κωστή που, όπου να ‘ναι, φτάνουν!
Και επειδή είναι καλοκαιρινό και ταξιδιωτικό και μας το ζήτησε «αυτή». Τώρα αν μυρίζει και… καρπούζι, δεν ξέρω…
Σε όσους αγαπούν τα ταξίδια, λοιπόν. Και τις κουφές εξομολογήσεις.
«ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Σ’ ΕΝΑΝ ΚΟΛΟΜΒΙΑΝΟ ΣΚΥΛΟ» του Κωστή Γκιμοσούλη, Εκδ. «Κέδρος», σελ. 240.
Με μοναδική ικανότητα να γίνεται από βιβλίο σε βιβλίο ένας άλλος (παραμένοντας ταυτοχρόνως και… αθεράπευτα Κωστής) ο Κωστής Γκιμοσούλης για άλλη μια φορά μας απλώνει την ψυχή του στο σκοινί με τα... ρούχα.
Στο τελευταίο του βιβλίο, «Εξομολόγηση σ’ έναν κολομβιανό σκύλο», ταξιδιωτική νουβέλα το λέει, μας παίρνει μαζί του εκείνο το καλοκαίρι μαζί τα ποιήματά του, τον πιο βαθύ κι αληθινό εαυτό του και το πιο περιπετειώδη, ανοιχτό και παιχνιδιάρικο, στο ταξιδιωτικό σάκο του.
Αφορμή, ένα φεστιβάλ ποίησης στην Κολομβία ένα παλιότερο καλοκαίρι, (πέρσι; πρόπερσι;) Το καταμαρτυρούν άλλωστε και τα… φτερά του βιβλίου. Αντί για βιογραφικό, το βιογραφικό της συμμετοχής. Με τα γραμματάκια του, «αν δεν περιμένεις, είσαι μεγάλος», «το μέλλον είσαι τώρα», «το τραγούδι των μαργαριταριών»… τα υπόλοιπα, μόνοι σας!
Στις 234 σελίδες του, θα δείτε τα πάντα! Μιαν άγνωστη χώρα που είναι η τέλεια αντίφαση, κυριολεκτικά «η χώρα των θαυμάτων». «Ένα ουράνιο τόξο που ξεπηδάει μέσα από το αίμα που χύθηκε, και χύνεται, πώς να μη σε ξετρελάνει;».
Πρώτη φορά βλέπει ένα πλήθος τεράστιο «να ανταποκρίνεται σ’ όλα τα ποιήματα, όπως στα παραμύθια τα μικρά παιδιά, θαμπωμένοι, λες και προσεύχονται». Ετσι κι αλλιώς «δεν έχουν σημασία οι καλοί ή οι μέτριοι ποιητές. Σημασία έχει η ίδια η ποίηση». «Μέσα από τη διαφορετική χρήση των λέξεων ανοίγει το μπουμπούκι της σιωπής. Καβάλα σε μια σταγόνα, ταξιδεύεις σ’ ολόκληρο το σύμπαν».
Σ’ ολόκληρο το σύμπαν μας ταξιδεύει – μέσα από την Κολομβία του- και ο Κωστής, «καβάλα στη σταγόνα» του. Μας παίρνει απ’ το χεράκι απ’ την αρχή. Απ’ το αεροδρόμιο πρώτα, πληροφορίες επί… χάρτου, τι χώρα είναι, το μυστήριο, η σπάνια ομορφιά, οι Ινδιάνοι, «η Λοκομβία η χώρα των τρελών», «πρώτη παραγωγός της άσπρης σκόνης», το φεστιβάλ και τα κομμένα του μαλλιά. Από μόνος του, γυαλί, σαν τον Σαμψών και δίχως… Δαλιδά, χωρίς τις άμυνες, και το καβούκι του σε μια ξένη χώρα στην άκρη της γης.
Ξέρετε, η απόσταση λειτουργεί αντιστρόφως ανάλογα όσον αφορά την ουσία. Οσο πιο μακριά, τόσο πιο καθαρά. Μέσα σου, γύρω σου, το παρελθόν και το παρόν, το μέλλον, ένα. Εξάλλου «Με συνεχείς αποχωρισμούς και καινούργιες συναντήσεις προχωρά η ζωή». Και ο συγγραφέας ή μάλλον ποιητής (πρωτίστως ποιητής) στην Κολομβία αλλά και παντού είναι ολότελα ανοιχτός στις νέες συναντήσεις. Και στο ενδεχόμενο. Μόνο του μέλημα «για χάρη της ποίησης» να μην καεί. Η ίδια η ποίηση του το διδάσκει αυτό.
Στην πορεία ένα κομμάτι ζωής που γίνεται και σπαρταριστό μυθιστόρημα. Με ήρωες τον Εμερσον, τον Πάμπλο και τον Χουάν, τη Σαλομέ, τον Ράστα, την Γκλόρια. Κι ο συγγραφέας εκεί, ανάμεσά τους σαν θεός και σαν ατμόσφαιρα. «Οι άνθρωποι είναι παντού οι ίδιοι, αφού κι εγώ παντού παραμένω ο εαυτός μου. Ιδιοι αλλά και διαφορετικοί, αφού καθρεφτίζουμε τα χρώματα από αλλιώτικους κόσμους». Ο χρόνος, παντού και πάντα το μυστικό. Αφού «Οι άνθρωποι χρειάζονται χρόνο. Το φυτό ζητάει νερό. Ο φίλος έναν σωστό λόγο. Η γυναίκα φιλί. Η ψυχή αναπαύεται με πνεύμα».
Το αποτέλεσμα, ένα βιβλίο που σε γοητεύει και μέσα στην ανατροπή του, τελικά, σε αναπαύει. Κι ας γίνεται θρίλερ κι εφιάλτης στο τελευταίο κεφάλαιο. Σ’ αυτή την ιστορία, όπως και σ’ όλες τις ιστορίες ζωής ο καλός είναι αυτός που κερδίζει. Κι αλλάζει τους πάντες. Η ποίηση, πολιτική πράξη και καθρέφτης. Η μόνη επανάσταση που μας απέμεινε.
Για όσην ώρα λοιπόν, σου κρατήσει το βιβλίο κι εσύ θα βρεθείς «εκεί όπου οι Ανδεις συναντάνε την Αμαζονία». Κατηφορίζεις στην Κορδιλιέρα «με μεθυσμένους από ρούμι κι άσπρη σκόνη πειρατές της Καραιβικής», στον τόπο αυτό όπου «φωτιά και νερό χορεύουν μαζί», και «οι γυναίκες είναι μαύρες πεταλούδες». Γιορτάζεις γενέθλια μαζί με τον Κωστή που είναι αλληγορικά και ρεαλιστικά μαζί κι ακούς την πιο παράδοξη και πιο σπαρακτική, την πιο μοναχική εξομολόγηση στον Μετεώρο, έναν κολομβιανό σκύλο: «Τα είπα όλα. Δεν ξέχασα τίποτα. Αυτά για τα οποία ντρεπόμουν και ντρέπομαι πιο πολύ. Ο Μετεώρο με άκουγε προσεκτικά… Με άφησε και ξαλάφρωσα».
Τελειώνοντας αυτό το βιβλίο θα βρεις κι εσύ παράδοξα ξαλαφρωμένος. Σου έχει μείνει, ούτως ή άλλως, μια ποίηση καθαρή, ζωής, «η απεραντοσύνη της ύπαρξης».
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ:
Γράφει διηγήματα, που καμία φορά μεγαλώνουν και γίνονται μυθιστορήματα, όπως τα:
«Μια νύχτα με την Κόκκινη» (1995), «Ανατολή» (1998),
«Χέρι στη φωτιά» (1999), «Βρέχει φως» (2002) που είναι η ιστορία δυο ιδιαίτερων ποιητών του Μεσοπολέμου, της Πολυδούρη και του Καρυωτάκη,
«Το θηρίο είναι παντού» (1003) και την ταξιδιωτική νουβέλα «Εξομολόγηση σ’ έναν κολομβιανό σκύλο» (2006).
Γράφει και ποιήματα: «Ο ξυλοκόπος πυρετός», «Αγία μελάνη», «Το στόμα κλέφτης», «Επικίνδυνα παιχνίδια», με τελευταία ποιητική συλλογή «Αγάπη από ζήλια» (2004).
Το 2001 εκδόθηκε ένα βιβλίο του που περιέχει ποιήματα + διηγήματα + ζωγραφιές με νερομπογιές, και ονομάζεται «Μαύρος χρυσός».
Και επειδή είναι καλοκαιρινό και ταξιδιωτικό και μας το ζήτησε «αυτή». Τώρα αν μυρίζει και… καρπούζι, δεν ξέρω…
Σε όσους αγαπούν τα ταξίδια, λοιπόν. Και τις κουφές εξομολογήσεις.
«ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ Σ’ ΕΝΑΝ ΚΟΛΟΜΒΙΑΝΟ ΣΚΥΛΟ» του Κωστή Γκιμοσούλη, Εκδ. «Κέδρος», σελ. 240.
Με μοναδική ικανότητα να γίνεται από βιβλίο σε βιβλίο ένας άλλος (παραμένοντας ταυτοχρόνως και… αθεράπευτα Κωστής) ο Κωστής Γκιμοσούλης για άλλη μια φορά μας απλώνει την ψυχή του στο σκοινί με τα... ρούχα.
Στο τελευταίο του βιβλίο, «Εξομολόγηση σ’ έναν κολομβιανό σκύλο», ταξιδιωτική νουβέλα το λέει, μας παίρνει μαζί του εκείνο το καλοκαίρι μαζί τα ποιήματά του, τον πιο βαθύ κι αληθινό εαυτό του και το πιο περιπετειώδη, ανοιχτό και παιχνιδιάρικο, στο ταξιδιωτικό σάκο του.
Αφορμή, ένα φεστιβάλ ποίησης στην Κολομβία ένα παλιότερο καλοκαίρι, (πέρσι; πρόπερσι;) Το καταμαρτυρούν άλλωστε και τα… φτερά του βιβλίου. Αντί για βιογραφικό, το βιογραφικό της συμμετοχής. Με τα γραμματάκια του, «αν δεν περιμένεις, είσαι μεγάλος», «το μέλλον είσαι τώρα», «το τραγούδι των μαργαριταριών»… τα υπόλοιπα, μόνοι σας!
Στις 234 σελίδες του, θα δείτε τα πάντα! Μιαν άγνωστη χώρα που είναι η τέλεια αντίφαση, κυριολεκτικά «η χώρα των θαυμάτων». «Ένα ουράνιο τόξο που ξεπηδάει μέσα από το αίμα που χύθηκε, και χύνεται, πώς να μη σε ξετρελάνει;».
Πρώτη φορά βλέπει ένα πλήθος τεράστιο «να ανταποκρίνεται σ’ όλα τα ποιήματα, όπως στα παραμύθια τα μικρά παιδιά, θαμπωμένοι, λες και προσεύχονται». Ετσι κι αλλιώς «δεν έχουν σημασία οι καλοί ή οι μέτριοι ποιητές. Σημασία έχει η ίδια η ποίηση». «Μέσα από τη διαφορετική χρήση των λέξεων ανοίγει το μπουμπούκι της σιωπής. Καβάλα σε μια σταγόνα, ταξιδεύεις σ’ ολόκληρο το σύμπαν».
Σ’ ολόκληρο το σύμπαν μας ταξιδεύει – μέσα από την Κολομβία του- και ο Κωστής, «καβάλα στη σταγόνα» του. Μας παίρνει απ’ το χεράκι απ’ την αρχή. Απ’ το αεροδρόμιο πρώτα, πληροφορίες επί… χάρτου, τι χώρα είναι, το μυστήριο, η σπάνια ομορφιά, οι Ινδιάνοι, «η Λοκομβία η χώρα των τρελών», «πρώτη παραγωγός της άσπρης σκόνης», το φεστιβάλ και τα κομμένα του μαλλιά. Από μόνος του, γυαλί, σαν τον Σαμψών και δίχως… Δαλιδά, χωρίς τις άμυνες, και το καβούκι του σε μια ξένη χώρα στην άκρη της γης.
Ξέρετε, η απόσταση λειτουργεί αντιστρόφως ανάλογα όσον αφορά την ουσία. Οσο πιο μακριά, τόσο πιο καθαρά. Μέσα σου, γύρω σου, το παρελθόν και το παρόν, το μέλλον, ένα. Εξάλλου «Με συνεχείς αποχωρισμούς και καινούργιες συναντήσεις προχωρά η ζωή». Και ο συγγραφέας ή μάλλον ποιητής (πρωτίστως ποιητής) στην Κολομβία αλλά και παντού είναι ολότελα ανοιχτός στις νέες συναντήσεις. Και στο ενδεχόμενο. Μόνο του μέλημα «για χάρη της ποίησης» να μην καεί. Η ίδια η ποίηση του το διδάσκει αυτό.
Στην πορεία ένα κομμάτι ζωής που γίνεται και σπαρταριστό μυθιστόρημα. Με ήρωες τον Εμερσον, τον Πάμπλο και τον Χουάν, τη Σαλομέ, τον Ράστα, την Γκλόρια. Κι ο συγγραφέας εκεί, ανάμεσά τους σαν θεός και σαν ατμόσφαιρα. «Οι άνθρωποι είναι παντού οι ίδιοι, αφού κι εγώ παντού παραμένω ο εαυτός μου. Ιδιοι αλλά και διαφορετικοί, αφού καθρεφτίζουμε τα χρώματα από αλλιώτικους κόσμους». Ο χρόνος, παντού και πάντα το μυστικό. Αφού «Οι άνθρωποι χρειάζονται χρόνο. Το φυτό ζητάει νερό. Ο φίλος έναν σωστό λόγο. Η γυναίκα φιλί. Η ψυχή αναπαύεται με πνεύμα».
Το αποτέλεσμα, ένα βιβλίο που σε γοητεύει και μέσα στην ανατροπή του, τελικά, σε αναπαύει. Κι ας γίνεται θρίλερ κι εφιάλτης στο τελευταίο κεφάλαιο. Σ’ αυτή την ιστορία, όπως και σ’ όλες τις ιστορίες ζωής ο καλός είναι αυτός που κερδίζει. Κι αλλάζει τους πάντες. Η ποίηση, πολιτική πράξη και καθρέφτης. Η μόνη επανάσταση που μας απέμεινε.
Για όσην ώρα λοιπόν, σου κρατήσει το βιβλίο κι εσύ θα βρεθείς «εκεί όπου οι Ανδεις συναντάνε την Αμαζονία». Κατηφορίζεις στην Κορδιλιέρα «με μεθυσμένους από ρούμι κι άσπρη σκόνη πειρατές της Καραιβικής», στον τόπο αυτό όπου «φωτιά και νερό χορεύουν μαζί», και «οι γυναίκες είναι μαύρες πεταλούδες». Γιορτάζεις γενέθλια μαζί με τον Κωστή που είναι αλληγορικά και ρεαλιστικά μαζί κι ακούς την πιο παράδοξη και πιο σπαρακτική, την πιο μοναχική εξομολόγηση στον Μετεώρο, έναν κολομβιανό σκύλο: «Τα είπα όλα. Δεν ξέχασα τίποτα. Αυτά για τα οποία ντρεπόμουν και ντρέπομαι πιο πολύ. Ο Μετεώρο με άκουγε προσεκτικά… Με άφησε και ξαλάφρωσα».
Τελειώνοντας αυτό το βιβλίο θα βρεις κι εσύ παράδοξα ξαλαφρωμένος. Σου έχει μείνει, ούτως ή άλλως, μια ποίηση καθαρή, ζωής, «η απεραντοσύνη της ύπαρξης».
ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ:
Γράφει διηγήματα, που καμία φορά μεγαλώνουν και γίνονται μυθιστορήματα, όπως τα:
«Μια νύχτα με την Κόκκινη» (1995), «Ανατολή» (1998),
«Χέρι στη φωτιά» (1999), «Βρέχει φως» (2002) που είναι η ιστορία δυο ιδιαίτερων ποιητών του Μεσοπολέμου, της Πολυδούρη και του Καρυωτάκη,
«Το θηρίο είναι παντού» (1003) και την ταξιδιωτική νουβέλα «Εξομολόγηση σ’ έναν κολομβιανό σκύλο» (2006).
Γράφει και ποιήματα: «Ο ξυλοκόπος πυρετός», «Αγία μελάνη», «Το στόμα κλέφτης», «Επικίνδυνα παιχνίδια», με τελευταία ποιητική συλλογή «Αγάπη από ζήλια» (2004).
Το 2001 εκδόθηκε ένα βιβλίο του που περιέχει ποιήματα + διηγήματα + ζωγραφιές με νερομπογιές, και ονομάζεται «Μαύρος χρυσός».
Με 44 βαθμούς το αγαπημένο μου alef διάλεξε να μας πάει Κολομβία. Ωραία και τα έτσι ταξίδια, αλλά προτιμώ τα ...και σώματι. Αφού η μόνη πολυτέλεια που μας παραχωρείται είναι αυτή του άλλου ταξιδιού. Αυτού του εγκεφαλικού φεύγα, ας είναι το σκηνικό πλήρες. Στην Κολομβία και πάλι :
Carlos Vives - Voy a olvidarme de mi
Moha