17/12/14

Από λέξη σε λέξη και από συμβολισμό σε συμβολισμό


 
Ελένη Γκίκα, Η αρχιτεκτονική της ύπαρξης, ποιήματα, εκδόσεις Καλέντη,2014

Γράφει η Κατερίνα Καριζώνη

Δημοσιεύθηκε στο Literature   http://www.literature.gr/i-katerina-karizoni-grafi-gia-tin-piisi-tis-elenis-gkika-i-architektoniki-tis-iparxis-ekdosis-kalenti-2014/

Με αρχιτεκτονική διάθεση και  λόγο  ποιητικό ανιχνεύει η Ελένη Γκίκα  τον εσωτερικό  χώρο  της ύπαρξης στην  καινούργια ποιητική της συλλογή, η οποία ήδη απ’ τον τίτλο προδιαθέτει τον αναγνώστη  για την ιδιαίτερη αισθητική της. Ποίηση, αρχιτεκτονική, μουσική, μαθηματικά, αλλά και  παραμύθι  είναι τα στοιχεία που εμπλέκονται στην πρωτότυπη αυτή τεχνική και  της δίνουν  μια ξεχωριστή  ταυτότητα. Πρόκειται για ένα  ποιητικό ιδίωμα «δομημένο» με κοφτές φράσεις-υλικά  και εσωτερικό ρυθμό,  μια αυστηρή αριθμητική των λέξεων που αναπτύσσεται  πάνω σε κρυφούς μουσικούς και μαθηματικούς κανόνες. Αν και πεζογράφος η Ελένη Γκίκα  και μάλιστα με πλούσια –ενίοτε χειμαρρώδη- αφηγηματική γραφή, διακρίνεται για την  οικονομία του λόγου της, όταν γράφει ποίηση. Άλλωστε η ποίηση είναι ελλειπτικός λόγος και χάρη σ’ αυτή την ιδιότητά της, υπερβαίνει τα όρια της συμβατικής γλώσσας  και μετουσιώνεται σε τέχνη.
                                  Από  λέξη σε λέξη λοιπόν και από συμβολισμό  σε συμβολισμό,  μας ταξιδεύει η Ελένη Γκίκα  στην  ενδέκατη ποιητική  της συλλογή μέσα στα αχανή δωμάτια της ύπαρξης και  τα μυστικά τους: στο αυριοδωμάτιο, στο  σώμα-δωμάτιο, στο  άσπρο δωμάτιο, στο δωμάτιο-alef, στο  δωμάτιο-τέλος, στο  δωμάτιο-αρχή…. Μας ξεναγεί στην αρχιτεκτονική ενός δικού της  ποιητικού κόσμου, σε μια προσωπική χωροταξία των λέξεων- για να χρησιμοποιήσω ένα στίχο της-  όπου κυριαρχούν μυθικές μορφές  : ιππότες -ναίτες, μωρά σε κούνιες, άνθρωποι-δέντρα,
ο πατέρας-γερασμένη βελανιδιά, κούκλες που μιλούν, αλλά και  ονειρικά σκηνικά και  υλικά  όπως  το  δάσος του πουθενά,  οι εκατό χουρμαδιές όπου φτάνει η σιωπή,  το σεντονάκι –καθρέφτης- γυαλί, το σπαθάκι –μολύβι- φτερό, οι-Κυριακές-του-μπαμπά,  το αγριομυστήριο.

                 Ο  χρόνος  στα ποιήματα  είναι ρευστός, αξεδιάλυτος , το τώρα είναι αιώνιο, το αύριο επτά αιώνες πριν,- «ξύπνησα και ήταν χθες»  γράφει κάπου η ποιήτρια-, η αρχή αέναη, το  τέλος διαρκές. Τα πρόσωπα υπάρχουν μέσα στην απουσία , συνεπώς στη μνήμη.  Τα πράγματα  χάνονται  και επιστρέφουν μέσα από μια  συνεχή  περιδίνηση ανάμεσα στην ύπαρξη και την ανυπαρξία, στο θάνατο και  τη ζωή. Οι  λέξεις μετατρέπονται σε κώδικες της  προσωπικής  μυθολογίας , η οποία συντίθεται από τραύματα και  θραύσματα  που  η ποιήτρια αποκαλύπτει  και  αποκρύπτει  συνεχώς, προκαλώντας έτσι  τον αναγνώστη. Το ποιητικό  σύμπαν που δημιουργεί η Ελένη  Γκίκα  είναι  αινιγματικό, αλλά  όχι  σκοτεινό. Οι  γρίφοι  της φωτίζονται απ’ το συναίσθημα, που όμως  χρησιμοποιείται με οικονομία και εκφράζεται  μέσα απ’ την ελλειπτική γραφή. Καμιά λέξη δεν περισσεύει.    
                   Πίσω απ’ την  ποιήτρια βέβαια  κινείται πάντα η αφηγήτρια, κάτι  που γίνεται αντιληπτό εξαρχής. Ίπταται  και πεζοπορεί  ταυτόχρονα. Με  λόγο αφαιρετικό, όπως αυτός  της  ποίησης,  επιχειρεί να ανασυνθέσει  κομμάτια από κατακερματισμένες  ιστορίες ή να επινοήσει καινούργιες. Έτσι κάθε λέξη είναι φορτωμένη και φορτισμένη από βιώματα. Ποίηση βιωματική, λοιπόν και  ταυτόχρονα ερωτική, προσανατολισμένη στη  μνήμη και στους μύθους της,  ποίηση –ξόρκι απέναντι  στην απώλεια και στην  απουσία  των  αγαπημένων προσώπων, στο κενό και στον θάνατο. Ποίηση  υπαρξιακή. Ξεχωρίζω ένα απόσπασμα απ’ το ποίημα: Δεμάτι για τη δική μου πυρά

Έτσι κι αλλιώς, κουβαλά ο καθένας μας
Το δεμάτι για τη δική του πυρά
Όπως κι αν το βαφτίζει
Πέπλα πρώτα, κουνουπιέρα,
Η κούκλα μου Μάνια που μιλά,
Χωράφι μου, αμάξι μου, γοβάκι
Σταχτοπούτας, χρέος
Και η μεγαλύτερη δυναστεία
Δεν ζει όσο τρεις βελανιδιές
Ακόμα κι ο χρόνος γερνά
Στο ίδιο δωμάτιο…

Τα ποιήματα  κλείνουν στο τέλος με ημερομηνίες, ώρες και τόπους,  όπου γράφτηκαν που λειτουργούν ως υποσημειώσεις στο ποιητικό σώμα. Κάπου δεσπόζει η θρυλική Μάνη και οι ιστορίες της, αλλού η Ρόδος των Ιπποτών, η Βιέννη των κατόπτρων με το τυπογραφείο του Ρήγα και τα γκρίζα νερά του Δούναβη. Διηγήσεις σκόρπιες κρυμμένες μέσα στις ποιητικές εικόνες, που πάνε πίσω μπρος στο χρόνο, δημιουργώντας μια εξόχως μαγική ατμόσφαιρα.
         Εντύπωση μου έκανε η  προσεγμένη γραφή των ποιημάτων με σιωπές, διαστήματα,  ρυθμική  παράθεση λέξεων, ερωτηματικά, κενά και σχήματα που ενισχύουν  την εικαστική πλευρά  της γραφής. Πάντα  πίστευα ότι η ποίηση είναι χορός των λέξεων πάνω στο χαρτί . Μοιάζει με το χορό  των  περιστρεφόμενων δερβίσηδων, με το στροβίλισμα των ουράνιων σωμάτων  στο σύμπαν. Κάπως έτσι το συλλαμβάνει και η ποιήτρια και το καταγράφει σ’ ένα ποίημά της με τον τίτλο «μουσικό κουτί», με το οποίο κλείνει την συλλογή της:

Δερβίσης και
Χάθηκα
Στην τελευταία περιστροφή.

                     Μόνο που τίποτα δεν χάνεται στην ποίηση και ειδικά στην καλή ποίηση που αποτελεί κιβωτό μέσα στη γλώσσα, ύψιστη τέχνη και άνθος της γραφής. «Η αρχιτεκτονική της ύπαρξης»  λοιπόν, το νέο ποιητικό βιβλίο της Ελένης Γκίκα, μας συγκινεί με τον καίριο ποιητικό λόγο του, την πρωτότυπη αισθητική του και  το πηγαίο –αν και διακριτικό συναίσθημα  που φέρουν οι στίχοι του. Μας υπενθυμίζει  το αξεδιάλυτο της ζωής και του θανάτου, του χρόνου και του ονείρου, το μυστήριο της ύπαρξης αλλά και της ίδιας της  ποιητικής δημιουργίας. 

 Οι  Κυριακές του μπαμπά
Οι-Κυριακές-του-μπαμπά
Θα το πω
Και θα’ ναι η ζωή μας
Από κυριακάτικο σε
Κυριακάτικο ξύπνημα
Τώρα που το νήμα
Κόπηκε σε μένα
Κι εκείνος έγινε αστεράκι
Αστρική σκόνη και φως
Ασημένια κλωστή
Κι εγώ μαριονέτα
Που ν’ αρχίζω πάλι
Και να χορεύω
Που αγνοώ τον
Καινούργιο ρυθμό
Τώρα που δίχως
Εκείνον είμαι ξανά
Τίποτα.
Από τις Κυριακές θα πιαστώ
Να ξαναβρώ την αρχή
Θα μου δώσεις το βήμα;
Λοιπόν, μπαμπά, πάμε
Ξανά
Κυριακή…
Τρίτη 9 Αυγούστου 2011