“Όχι, δεν επέστρεφε σ' ένα σπίτι, ούτε στον έρωτα μιας γυναίκας, ούτε καν στο παρελθόν – γιατί το σπίτι, ο έρωτας μιας γυναίκας και το παρελθόν ακόμα ποτέ δεν έχουν απόλυτη ανοσία στο πέρασμα του χρόνου...”
“ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ” του Άλαν Πάουλς. Μετάφραση: Έφη Γιαννοπούλου. Εκδ. “Πάπυρος”, σελ. 605, € 22
“Ο έρωτας μπορεί να είναι αμοιβαίος, όχι όμως και το τέλος του έρωτα, ποτέ. Οι σιαμαίοι χωρίζονται. Και ούτε καν αυτοί' γιατί μόνοι τους δεν μπορούν να το κάνουν. Πρέπει να τους χωρίσει κάποιος άλλος, ένας τρίτος, ένας χειρουργός, που μ' ένα νυστέρι κόβει στη μέση το όργανο ή το μέλος ή τη μεμβράνη που τους ενώνει και χύνει αίμα και τις περισσότερες φορές, ας το πούμε παρεμπιπτόντως, σκοτώνει, σκοτώνει τον ένα, τουλάχιστον, και καταδικάζει τον άλλον, τον επιζήσαντα, σε αιώνιο πένθος, γιατί το μέρος του κορμιού του πονάει, πονάει πάντα, και αναλαμβάνει πάντα να του θυμίζει ό,τι δεν είναι κι ούτε θα είναι ποτέ ολόκληρος, ότι αυτό που του αφαίρεσαν δεν θα το έχει ποτέ ξανά”.
Μπουένος Άιρες, τέλος της δεκαετίας του '80 και ο Ρίμινι και η Σοφία εν πλήρη νηφαλιότητι και μέσα στην απόλυτη ευτυχία (δώδεκα χρόνια μαζί και καλά) αποφασίζουν να χωρίσουν για να μη ζήσουν τη φθορά. Τόσο όμορφοι, τόσο αλλιώτικοι, τόσο τέλειοι, κι αποφασίζουν κατά την Φρίντα ξαφνικά “να γίνουν φυσιολογικοί”. Αυτοί οι δυο που ήταν ένας να ξαναγίνουν δυο, και τα παρενθετικά σημειώματα της Σοφία προς τον Ρίμινι πια για πάντα να κοπούν.
Αλλά πόσο εύκολο είναι να κοπεί σε ένα τέτοιο ζευγάρι ο ομφάλιος λώρος; Η Σοφία δεν δοκιμάζει να το κόψει ποτέ. Μένει στο σπίτι όπου έμεναν, κρατά φωτογραφίες, παλιά έπιπλα και τις αναμνήσεις (θεματοφύλακας γίνεται), τα στέλνει κομμάτι κομμάτι και του εμφανίζεται άλλοτε γράφοντας κι άλλοτε με την φυσική της παρουσία σε κομβικά σημεία ζωής, σταθμούς. Αλλάζοντας την ροή του ή διακόπτοντας, τελικά, την όποια ροή.
Ο Ρίμινι θα θελήσει να πάει τη ζωή του παρακάτω. Συγκατοικεί με μια νεαρή ζηλιάρα και μεταφράζει παίρνοντας κόκα σαν τον τρελό. Ερωτεύεται μια Κάρμεν, και οδηγεί την Βέρα (την νεαρή ζηλιάρα) σε θανάσιμο ατύχημα, γεννά έναν γιο, εξαιτίας της Σοφία χάνει και Κάρμεν και γιο. Κλέβει έναν πίνακα ενός ζωγράφου που αποτελούσε το σύμβολο της σχέσης τους, τον καταγγέλλει η ερωμένη του και πηγαίνει φυλακή. Τον σώζει η Σοφία για να τον “φυλακίσει” στο Παρελθόν του και στο Ζευγάρι δια παντός. Περνά τις μέρες του προσπαθώντας να θυμηθεί και ξεδιαλύνει φωτογραφίες, υποτιτλίζοντας λεζάντες, ανασταίνοντας την σχέση του και εαυτόν. Βοηθά στην οργάνωση που δουλεύει η Σοφία “Αντέλ Ουγκώ:Οι γυναίκες που αγαπούν υπερβολικά”. Κι αιμορραγώντας, την δικαιώνει (και την Σοφία και την οργάνωση).
'Ενα μυθιστόρημα- ποταμός, με τεράστιες θουκυδίδειες παραγράφους, παρενθέσεις, παρεμβολές, γοητευτικούς συνειρμούς που ανοιγοκλείνει σαν βεντάλια για να υποδεχθεί: την εξάρτηση από τη μετάφραση, την ιστορία του Ρίλτσε που ζωγράφιζε ως θύτης και θύμα ταυτοχρόνως την ασθένεια και την απόκλιση, τη σουρεαλιστική διαδρομή ενός πίνακα που εκ του προχείρου έφτιαξε για να δωρίσει στον εραστή του, την ζωή και τα πάθη της Αντέλ Ουγκώ, μεταφραστικά συνέδρια, μουσεία, ξενοδοχεία, νοσοκομεία, γυναικείες ομάδες, και τα γράμματα της Σοφία, αλλόκοτα και ποιητικά, που υποτάσσονται στους συντακτικούς κανόνες της μυθιστορηματικής αρχιτεκτονικής, ανοιγοκλείνουν με τη σειρά τους στο χρόνο, στα συναισθήματα, με παρενθέσεις που αποτελούν στη δική της ζωή, η όντως ζωή, και αποτελούν σήμα κατατεθέν.
Επειδή αυτό που ζουν ως ζευγάρι, είναι ένα δικό τους παράλληλο σύμπαν με ό,τι άλλο συμβαίνει να λειτουργεί, για την Σοφία, τουλάχιστον, παρενθετικά.
Ένα ασθματικό βιβλίο που ή το λατρεύεις ή το μισείς, μέσον όρο δεν έχει. Με απογειωτικές στιγμές, χαρακτήρες πολυδαίδαλους και διαχρονικούς, μαύρο χιούμορ, σπαρακτικό και ταυτοχρόνως σαρκαστικό, τολμηρό, πρωτοποριακό, παντελώς διαφορετικό απ' ότι οτιδήποτε έχει διαβάσει ο καθένας μας μέχρι στιγμής. Και σαφώς ένας μεταφραστικός άθλος (εδώ είναι αναγνωστικός!) Απίστευτα γοητευτικό ανάγνωσμα.
Μικρό απόσπασμα για το τέλος: “Όχι, δεν επέστρεφε σ' ένα σπίτι, ούτε στον έρωτα μιας γυναίκας, ούτε καν στο παρελθόν – γιατί το σπίτι, ο έρωτας μιας γυναίκας και το παρελθόν ακόμα ποτέ δεν έχουν απόλυτη ανοσία στο πέρασμα του χρόνου. Επέστρεφε σ' ένα μουσείο: το μουσείο το οποίο είχε γεννηθεί, που τον είχε διαμορφώσει, από το οποίο τον είχαν κλέψει και που, στο πέρασμα των χρόνων, όχι μόνο είχε αρνηθεί να γεμίσει τη θέση του με κάποιο άλλο έκθεμα, αλλά την είχε διατηρήσει έτσι, άδεια, ενάντια στα πάντα, όπως διατηρείται ο χώρος όπου συνέβη ένα θαύμα, με την ελπίδα, τη βεβαιότητα ακόμα καλύτερα, πως αργά ή γρήγορα, αυτός, ο Ρίμινι, θα την καταλάμβανε και πάλι και το θαύμα θα συνέβαινε ακόμα μια φορά”.
Και την... κατέλαβε φυσικά!
Ένα κυνικά ερωτικό βιβλίο για τις εξαρτήσεις (παντός είδους), και τις αποκλίσεις (που μας κάνουν τόσο πολύ διαφορετικούς). Επιδέχεται, βεβαίως, πολλαπλών αναγνώσεων. Δηλαδή, εκεί όπου κάποιος μπορεί και να διακρίνει έναν μεγάλο έρωτα, κάποιος άλλος μπορεί να δει και μια φυλακή.
ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ:
Ο Άλαν Πάουλς (Alan Pauls) γεννήθηκε στo Μπουένος Άιρες το 1959. Σπούδασε στη Σχολή Τεχνών στο Πανεπιστήμιο της πόλης του και εργάστηκε ως δημοσιογράφος, μεταφραστής, σεναριογράφος, σκηνοθέτης και κριτικός κινηματογράφου. Δίδαξε Θεωρία της Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο του Μπούενος Άιρες, και κατά τη δημοσιογραφική του σταδιοδρομία ίδρυσε το περιοδικό Lecturas Críticas. Από το 1983 ασχολείται και με τη συγγραφή σεναρίων. Στην Αργεντινή έγινε κυρίως γνωστός από το κριτικό του έργο ενώ έχει εκδώσει και μια μονογραφία για τον Μπόρχες. Είναι συγγραφέας συνολικά έξι μυθιστορημάτων.
ΥΓ. Δημοσιεύθηκε στο Έθνος της Κυριακής.